Καθημερινά και σε πραγματικό χρόνο, ο Δήμος Πάρου ελέγχει σε 30 σταθμούς, με ένα εξελιγμένο σύστημα τηλε-ελέγχου, τα αποθέματά του σε νερό και εντοπίζει αμέσως τις διαρροές, ώστε να τις αντιμετωπίζει την ίδια στιγμή, για να μην πάει ούτε ένα πολύτιμο κυβικό χαμένο. Η επάρκεια του νερού είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα του νησιού, πολύ περισσότερο τώρα που η κλιματική αλλαγή είναι σε πλήρη εξέλιξη και αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω στο άμεσο μέλλον.
Την ίδια ώρα, και στον θεσσαλικό κάμπο η αγωνία εντείνεται. Οι μετρήσεις δείχνουν πως το υδατικό ισοζύγιο της Θεσσαλίας είναι διαχρονικά αρνητικό, λέει ο γεωπόνος Κώστας Γκούμας. «Το νερό που λείπει είναι 450 εκατομμύρια κυβικά μέτρα κάθε χρόνο» και η αγροτική παραγωγή επηρεάζεται άμεσα από την έλλειψη νερού. Η αγωνία του έχει στέρεη επιστημονική βάση, αφού, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για το Κλίμα, που δημοσιεύτηκε στις αρχές Μαρτίου, με άνοδο της μέσης θερμοκρασίας της Γης κατά 1,5 βαθμό Κελσίου θα τεθεί σε κίνδυνο η πρόσβαση στο νερό και η διατροφική ασφάλεια για εκατομμύρια ανθρώπους.
Υγρασία στη δυτική Ελλάδα, ξηρασία στην ανατολική
Η κλιματική αλλαγή εκδηλώνεται στη χώρα μας τόσο με ακραίες πλημμύρες όσο και με ακραίες ξηρασίες. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι κατά μέσο όρο οι βροχές θα μειωθούν από 20 έως 40% τις επόμενες δεκαετίες, κυρίως στη Μεσόγειο, και όλοι φοβούνται τις επιπτώσεις της έλλειψης νερού στην παραγωγή τροφής και ενέργειας.
Η κατανομή του νερού εμφανίζει μεγάλες αποκλίσεις. Ενώ στην Πίνδο πέφτουν 2.000 χιλιοστά βροχής τον χρόνο, στην Ανατολική Ελλάδα, εκεί που βρίσκονται οι μεγάλες πεδιάδες και τα αστικά κέντρα, η βροχόπτωση περιορίζεται σε μόλις 500 χιλιοστά τον χρόνο. Η έλλειψη στοιχείων για την κατάσταση των ποταμών στην Ελλάδα περιπλέκει το πρόβλημα. «Δεν έχουμε στοιχεία για την παροχή του νερού, δεν γνωρίζουμε πόσο νερό έχουν. Στις άλλες χώρες γίνεται μέτρηση συστηματικά, στην Ελλάδα δεν γίνεται», επισημαίνει η Μαρία Μιμίκου, ομότιμη καθηγήτρια στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και πρώην διευθύντρια του εργαστηρίου Υδρολογίας.
Η θάλασσα καταλαμβάνει τον κάμπο, αρρωσταίνουν οι καλλιέργειες
Το 86% του νερού που καταναλώνεται στη χώρα το «πίνουν» τα χωράφια. Μόνο στη Θεσσαλία, 33.000 γεωτρήσεις αντλούν νερό από τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα, το οποίο πλέον είναι υφάλμυρο, γιατί η θάλασσα έχει εισχωρήσει στα υπόγεια νερά. Το κόστος της άντλησης είναι υπέρογκο και το νερό ακατάλληλο για τις καλλιέργειες, οι οποίες αρρωσταίνουν. «Ο Πηνειός έχει χάσει το νερό του. Υπάρχουν διαστήματα που είναι στεγνός. Τα 2,5 εκατομμύρια στρέμματα που αρδεύονται χρειάζονται 1,4 δισ. κυβικά μέτρα νερό. Το 70% αντλείται από τα υπόγεια νερά. Η σχέση αυτή είναι προβληματική. Πρέπει να γίνουν λιμνοδεξαμενές και φράγματα και να υπογειοποιηθεί όλο το δίκτυο μεταφοράς του αρδευτικού νερού, για να μην υπάρχουν απώλειες από την εξάτμιση», ισχυρίζεται ο γεωπόνος Κώστας Γκούμας. «Αυτό σημαίνει πως το νερό στην Ελλάδα είναι αγροτικό ζήτημα. Το 60% από αυτό το νερό χάνεται με τον τρόπο που αρδεύουν με τα κανονάκια. Η αποδοτικότητα του αρδευτικού νερού είναι απαράδεκτα χαμηλή», συμπληρώνει η Μαρία Μιμίκου, θεωρώντας επιτακτική την αλλαγή των καλλιεργειών με άλλες που απαιτούν λιγότερο νερό και παράλληλα την εισαγωγή νέων μεθόδων άρδευσης. «Πρέπει να μπει στο νερό σωστή διαχείριση και κοστολόγηση, για να έχουμε αποτελεσματική χρήση», κατά τον Μιχάλη Σκούλλο, πρόεδρο της Global Water Partnership για τη Μεσόγειο, ο οποίος προτείνει την επαναχρησιμοποίηση του γκρίζου –ανακυκλωμένου– νερού για την άρδευση, όπως κάνουν οι Ισραηλινοί, οι οποίοι, στρατολογώντας στη μάχη με τη λειψυδρία και την κλιματική αλλαγή αισθητήρες και δορυφόρους, καταφέρνουν να εξοικονομούν πολύτιμους πόρους, μεγιστοποιώντας την παραγωγή. Η επιτυχία του εγχειρήματος είναι τόσο μεγάλη, ώστε να καλλιεργούν ακόμη και λουλούδια στην έρημο, τα οποία εξάγουν μέχρι και στην Ολλανδία. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να είναι εχθρός της αγροτικής παραγωγής, αλλά σύμμαχος του αγρότη είναι η τεχνολογία. Αρκεί ο τελευταίος να εκπαιδευτεί και να τη χρησιμοποιήσει.
Νερό από «δεύτερο» χέρι για τα νησιά
Η ανομβρία των νησιών δεν είναι καινοφανής. Είναι συνυφασμένη με το κυκλαδίτικο τοπίο. Η κλιματική αλλαγή όμως φέρνει ακόμη μεγαλύτερη έλλειψη νερού και, σε συνδυασμό με τον υπερπληθυσμό που συγκεντρώνεται τα καλοκαίρια, το υδατικό σύστημα πιέζεται στα όριά του, αν δεν τα ξεπερνά. Πολλά νησιά βιώνουν πραγματική αγωνία αν θα καταφέρουν να καλύψουν τις ανάγκες τους. Κάπως έτσι η έλλειψη νερού καταλήγει να απειλεί και το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Ύστατη λύση και με μεγάλο κόστος είναι οι υδροφόρες, που κάνουν ασταμάτητα δρομολόγια. Έστω και έτσι, οι ανάγκες σε νερό πλύσης δεν φαίνεται εύκολο να καλυφθούν. Λίμνες και ποτάμια δεν υπάρχουν και τα υπόγεια νερά έχουν εξαντληθεί από την υπεράντληση. Και όμως, υπάρχει ένας ανανεώσιμος πόρος στα νησιά που δεν έχει αξιοποιηθεί: τα λύματα που παράγουν οι επισκέπτες τους.
Η Αντιγόνη Ζαφειράκου, καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, εξειδικεύεται στη διαχείριση υδατικών πόρων και έχει μελετήσει και αυτή την εναλλακτική. «Η λύση είναι η επαναχρησιμοποίηση των επεξεργασμένων λυμάτων. Επιβάλλεται να γίνουν μονάδες τριτοβάθμιου καθαρισμού από τις τοπικές δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης, ώστε το νερό αυτό να μην πετιέται μετά την επεξεργασία, αλλά να χρησιμοποιείται για διάφορες χρήσεις, στην άρδευση, στο πλύσιμο». Εξάλλου πρόκειται για μια τεχνολογία που έχει δοκιμαστεί με επιτυχία. Στη Σιγκαπούρη έχουν φτάσει την επεξεργασία των λυμάτων σε τέτοιο επίπεδο ώστε να παράγουν ακόμη και πόσιμο νερό. Μάλιστα το εμφιαλώνουν και το διαθέτουν στην αγορά.
Πάντως η επεξεργασία θα μπορούσε να δώσει λύση στην έλλειψη νερού στα νησιά, τουλάχιστον για τις γενικές χρήσεις, σύμφωνα με τον καθηγητή Μιχάλη Σκούλλο, και «παράλληλα θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη συλλογή βρόχινου νερού στα νησιά, να αξιοποιηθεί στο 100% και να μειωθεί η άντληση νερού από υπόγειο υδροφορέα». Το σχέδιο «νερό για τα νησιά» μπορεί να συμπληρωθεί με λελογισμένη χρήση αφαλάτωσης, εφόσον αυτή λειτουργεί με ανανεώσιμη ενέργεια και όχι με ορυκτά καύσιμα.
Το σίγουρο είναι πως η κατάσταση σήμερα δεν είναι βιώσιμη. Το καλοκαίρι στα νησιά καταναλώνονται εκατομμύρια πλαστικά μπουκάλια νερού, προκαλώντας και παράπλευρα προβλήματα με την πλαστική ρύπανση. Στην Πάρο και σε άλλα νησιά, η Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης σε συνεργασία με τη ΜΚΟ COMMON SEAS έχει ξεκινήσει εκστρατεία κατά του πλαστικού, ενθαρρύνοντας τους επισκέπτες να ξαναγεμίζουν τα μπουκάλια πολλαπλών χρήσεων από τα μηχανήματα φιλτραρίσματος νερού, τα οποία έχουν εγκαταστήσει σε πολλά σημεία του νησιού, καθώς η Πάρος είναι από τα νησιά που μπορεί να καλύψει με τα αποθέματά της τις ανάγκες για πόσιμο νερό. Παράλληλα, για τις υπόλοιπες ανάγκες εντατικοποιούν τη συλλογή βρόχινου νερού και την αφαλάτωση.
Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι, για να διασφαλισθεί η πρόσβαση στο νερό σε εποχή κλιματικής αλλαγής, τώρα και στο μέλλον, χρειάζεται ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης, αξιοποιώντας κάθε διαθέσιμο πόρο χωρίς ταμπού, ακόμη και τα λύματα.