Πέντε στάσεις για φαγητό στη Δραπετσώνα

Πέντε στάσεις για φαγητό στη Δραπετσώνα

Χαλβάς, πεϊνερλί, κεμπάπ είναι μόνο μερικοί από τους νόστιμους θησαυρούς της Δραπετσώνας.

4' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το γαστρονομικό ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής, από τον Άγιο Διονύσιο στη Δραπετσώνα, το Κερατσίνι και τα Ταμπούρια, δημιουργήθηκε τη δεκαετία μεταξύ 1920 και 1930, με την εισροή και την εγκατάσταση των προσφύγων. Στη βιομηχανική περιοχή που ήταν τότε η Δραπετσώνα υπήρχαν κυρίως σφαγεία, μια πυριτιδαποθήκη, ελαιουργεία και σαπωνοποιεία. Σε μια απογραφή των επιχειρήσεων της περιοχής του 1929, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, έχουν καταμετρηθεί περί τα 52 αρτοποιεία και 53 καφενεία. Οι εξ Ανατολής έφεραν μαζί τους έναν πολιτισμό αιώνων, που έχει γλύκα από χαλβά και λουκούμια, κουβαλάει αρχοντιά στο μαγείρεμα του κιμά, παίζει στα δάχτυλα τους θαλασσινούς μεζέδες. Εδώ βρίσκονται ακόμη κάποια παλιά κεμπαπτζίδικα, καλές ψαροταβέρνες, δίπλα στη θάλασσα ή και λίγο πιο μακριά, αλλά και η χαλβαδοποιία για την οποία μιλάει η Αθήνα (και η Ελλάδα). 

Πέντε στάσεις για φαγητό στη Δραπετσώνα-1

1. Χαλβάς Δραπετσώνας, Κοσμίδη-Γαβρίλη

Όλο το τετράγωνο μοσχοβολάει καραμέλα και ταχίνι. Στην ουρά έξω από το πρατήριο, οι πελάτες περιμένουν υπομονετικά, ενώ λίγα μέτρα παρακάτω, στο εργαστήριο, παράγεται ο φημισμένος, χειροποίητος χαλβάς Δραπετσώνας – μαστιχωτός, τραγανός και την ίδια στιγμή τόσο τρυφερός, που λιώνει στο στόμα. Η αρχή έγινε το ’24 από τον Κώστα Μπεζαρντάσογλου. «Οι άνθρωποι από τη Μικρά Ασία βγήκαν στο λιμάνι, μάζεψαν ό,τι παλιόξυλα βρήκαν και, καθώς ήξεραν την τέχνη, ξεκίνησαν να φτιάχνουν χαλβά για να πουλήσουν και να πάρουν λίγο ψωμί και λάδι να φάνε», λέει ο κ. Νίκος Γαβρίλης, που ανέλαβε αργότερα την επιχείρηση και κρατά μέχρι σήμερα ζωντανή την παράδοση. Δεν είναι μυστικό πως τη διαφορά συνεχίζει να κάνει το ζύμωμα του χαλβά στο χέρι. Έτσι, οι ίνες δεν σπάνε και το γλυκό διατηρεί τη χαρακτηριστική υφή του. Κάθε τόσο οι τεχνίτες μαζεύονται πάνω από τα μεγάλα χάλκινα σκεύη και με επιδέξιες κινήσεις ανακατεύουν το καυτό του ταχινιού και της καραμέλας που βγαίνει από τους 110 βαθμούς – μια δύσκολη, επίπονη διαδικασία, που απαιτεί δύναμη και τεχνική. γ.π.
☛ Αγίου Δημητρίου 1, Τ/210-4616478

Πέντε στάσεις για φαγητό στη Δραπετσώνα-2

2. Η «καντίνα» στην Ιχθυόσκαλα

Σαν καντίνα ξεκίνησε. Με τα χρόνια, με παραπήγματα και νάιλον, απλώθηκε και μεγάλωσε. Το ψαρομάγαζο που βρίσκεται στη σκιά μιας αλευροβιομηχανίας και κοιτά το βιομηχανικό τοπίο της Ιχθυόσκαλας Κερατσινίου δεν έχει κανέναν μακρύ κατάλογο, ωστόσο, λόγω της ιδιαίτερης θέσης του και των λίγων και καλών που προσφέρει, έχει αποκτήσει σταθερό κοινό. Φτάνοντας θα δείτε τη λεντ ταμπέλα που γράφει «καντίνα» ή την άλλη που λέει «Οινομαγειρείο ο Βασίλης». Και οι δύο το ίδιο μαγαζί υποδεικνύουν. Τα τραπέζια με θέα τα ρυμουλκά και τις τράτες γεμίζουν γρήγορα και οι θαμώνες απολαμβάνουν κυρίως τηγανητά μικρόψαρα –από τραγανές και ζουμερές κουτσομούρες μέχρι μαρίδα–, ψιλές γαρίδες, καλαμάρι ή μπακαλιαράκια. Σερβίρουν επίσης αρωματικούς κολοκυθοκεφτέδες, χεράτες πατάτες και ωραίο σαγανάκι. γ.π.
☛ Ιχθυόσκαλα Κερατσινίου, Τ/210-4327213

Πέντε στάσεις για φαγητό στη Δραπετσώνα-3

3. Το κεμπάπ του Αβραάμ

Στην πρώτη γενιά των κεμπαπτζίδικων που κάποτε γέμιζαν τη γειτονιά ανήκει ο Αβραάμ, με ιστορία που ξεκινά το 1938. Πλέον είναι από τους λίγους, αν όχι ο μόνος, που συνεχίζει με τις ίδιες συνταγές και με ψήσιμο παραδοσιακά στα κάρβουνα. Πρέπει να πάνε δεκαετίες από την τελευταία ανακαίνιση του χώρου – η επιγραφή και η διακόσμηση έχουν μείνει κάπου στη δεκαετία του ’80. Ο κ. Χαρίλαος Βάσσος, με το όνομα του μαγαζιού κεντημένο στη λευκή στολή του, ετοιμάζει μόνος του το «μαύρο», όπως λένε το φημισμένο, καυτερό τους σουτζούκι, που σερβίρεται σε γενναιόδωρες μερίδες μαζί με παλαιού στιλ τηγανητή πίτα, πατάτες, λεπτοκομμένο κρεμμύδι, πιπεριά Φλωρίνης και ψητή ντομάτα. Στην ίδια πίτα έρχεται και το τυλιχτό. Το προτιμάμε γεμιστό με το ολίγον μπρουτάλ, ζουμερό κεμπάπ. γ.π.
☛ Σωκράτους 3, Δραπετσώνα, Τ/210-4615841

4. Ταξιδεύοντας 

Άρχισε να γίνεται γνωστό ως «μυστικό μέρος», μια ταβέρνα για ψάρι «στο πουθενά», ένα «διαμαντάκι» εκτός πιάτσας, λίγα μέτρα από το νεκροταφείο της Ανάστασης. Είναι ένα μικρό μαγαζί ανάμεσα σε πολυκατοικίες, στο οποίο θα βρεθεί κανείς μόνο αν πάει συστημένος. Ή τουλάχιστον αυτό ίσχυε για τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του. Σήμερα έχει τον κόσμο του, φανατικούς που έρχονται από παντού, γείτονες που το τιμούν, Πειραιώτες που αφήνουν τις ταβέρνες της Πειραϊκής, απαρνιούνται τη θέα θάλασσα για χάρη του καλού τηγανιού, για τα φρέσκα όστρακα και το ψάρι. Το μενού έχει αναβαθμιστεί: εκτός από τα κλασικά της ψαροταβέρνας, βρίσκει πια κανείς και σεβίτσε με γαρίδα ή από λυθρίνι, μελανούρι ή συκιό –το ψάρι που λένε παντελή στη Λέσβο–, καρπάτσιο αλλά και μους ταραμά, σουπιές με κουσκούς ή και λούτσο φρικασέ. Το νέο μενού επιμελείται ο Ιορδάνης Ηλιάδης. Περισσότερες από 70 ετικέτες σε τσίπουρα και ούζα. Από το 2014 λειτουργεί και παράρτημα στα βόρεια προάστια. ν.δ. 
☛ Πλάτωνος 72, Τ/210-4324368

5. Πεϊνιρλί Μπάρμπα Σταύρος

Αυτό που σήμερα είναι το μαγαζί με το ξακουστό πεϊνιρλί του Σταύρου ήταν αρχικά ένα κάρο με ζυμωτό ψωμί. Η ιστορία θέλει τον Τραπεζούντιο Σταύρο Σαββουλίδη να βρίσκεται στον Πειραιά τη δεκαετία του 1950. Για να βγάλει τα προς το ζην, έψηνε ψωμί και το πουλούσε ως πλανόδιος με κάρο. Σήμερα ο εγγονός του, συνονόματος, φτιάχνει το φουσκωτό ζυμάρι με μαγιά και προζύμι, όπως το έμαθε από τον πατέρα και τον παππού του. Η ζύμη ανοίγεται σε σχήμα βαρκούλας –κάπως… ευρύχωρης– και προστίθεται καλό κασέρι Τρικάλων. Αφού ψηθεί και πριν το σερβίρουν, προσθέτουν βούτυρο, δυο τρεις μεγάλες κουταλιές, που λιώνει και ενυδατώνει τη φρεσκοψημένη ζύμη. Αυτή είναι η defalut εκδοχή. Αλλαντικά, αυγό, κιμάς μπορούν να προστεθούν κατά βούληση. Πίτσες, μακαρονάδες και λίγα ακόμα πιάτα είναι διαθέσιμα στο μενού, που οι πελάτες τιμούν στον ίδιο χώρο από το 1974. ν.δ. 
☛ Ελ. Βενιζέλου 72, Τ/210-4610962

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή