Δρομολόγια: Το ραπ και τα είδωλα μιας αόρατης γενιάς

Δρομολόγια: Το ραπ και τα είδωλα μιας αόρατης γενιάς

Απρόσμενες εντυπώσεις από αρχαίες τραγωδίες και καιρικές συνθήκες συγκρούονται με την απώλεια των ειδώλων και τις φωνές που βρίσκει μια γενιά στο ραπ.

2' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Κοτόπουλο σουβλάκι και Μαρίνα Σάττι», λέει εκείνη η συνάδελφος που μερίμνησε για προμήθειες, αφού έστρωσε το σεντόνι στον λοφίσκο του Κήπου του Μεγάρου Μουσικής. Κάποιες μαμάδες κυνηγούν τα ατίθασα παιδιά που μόλις είδαν ανοιχτωσιά και γρασίδι, ξεχύθηκαν σε μια πιλάλα κι αφέθηκαν σε ένα χαχανητό που μπορεί να φτιάξει μέχρι και τη διάθεση εκείνου του ζευγαριού παραδίπλα που «ακονίζει μαχαίρια». Η Σάττι προσκαλεί τον κόσμο να σηκωθεί από τα γρασίδια. Τα περισσότερα τραγούδια του νέου της δίσκου είναι χορευτικά, το είχαμε γράψει και πριν από τέσσερα Δρομολόγια. Ένα ελαφρώς διασκευασμένο δημοτικό τραγούδι της Βουλγαρίας ενθουσιάζει τα μικρά που χοροπηδούν στο σεντόνι και μιμούνται τις κινήσεις των χεριών των μεγάλων. Η πρώτη τους συναυλία στέφθηκε με επιτυχία. Κι ας κράτησε λίγο. Ο αέρας πάλι κράτησε τέσσερις μέρες. 

Τι τάξη να πήγαιναν εκείνα τα κορίτσια στο θεατράκι της πλατείας Κουμουνδούρου που ερμήνευσαν Μήδεια; Δεν θα ακροβατούσαν ανάμεσα στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο; Ναι, η ηλικία έχει σημασία εδώ. Τόσο για τη γαλούχηση των κοριτσιών με τα φεμινιστικά μηνύματα του κειμένου του Ευριπίδη, όσο και για την αυτοπεποίθηση και τη φυσικότητα με την οποία τα μέλη του θιάσου ρητορεύουν στο πλαίσιο της παράστασης. Μαζί με το χειροκρότημα, ένα ουάου βγαίνει αβίαστα. Μέρες αργότερα, ο Φιλοκτήτης ανέβηκε στα βράχια του Βύρωνα με έντονη κινησιολογία και σεβασμό σε όλες τις αμφισημίες του Σοφοκλή. Το φυσικό σκηνικό των βράχων συνεπικουρεί στην περιγραφή του νησιού της Λήμνου, στο οποίο ο τραγικός ήρωας εγκαταλείφθηκε από τους Ατρείδες. 

Πρώτα, η γενιά της Γλυκιάς συμμορίας έγνεψε στον Κωνσταντίνο Τζούμα. Ύστερα, η γενιά των Δύο ξένων ποστάρει σαν «ένα ευχαριστώ και ορεβουάρ» ατάκες της Ντίνας Κώνστα στον ρόλο της Ντένης Μαρκορά. Ένας ρόλος που οικειοποιήθηκαν μιμητικά δύο γενιές από το ’90 και εντεύθεν. Δεν γνωρίζω πόσα κοινά μπορεί να είχε ο καθένας με μια καυστική, δολοπλόκα και χούλιγκαν χήρα του Κολωνακίου που ανήκει στη σφαίρα της μυθοπλασίας, αλλά στο άκουσμα του θανάτου της Κώνστα, το είδωλο της Ντένης κάπως έμεινε πίσω, σαν να περίμενε αυτή τη στιγμή για να ξεπεραστεί, να απομυθοποιηθεί και να περάσει στην αιωνιότητα. Γιατί η Ντίνα Κώνστα ήταν πολλά παραπάνω από μια Ντένη. 

Μιλώντας από τη σκοπιά του ατόμου που έχει μεγαλώσει στα Δυτικά της Θεσσαλονίκης, οι στίχοι του ΛΕΞ δεν καθρεφτίζουν μόνο τις φωνές και τα βιώματα μιας αόρατης γενιάς που ψάχνει τρόπο να εκφραστεί, αλλά κουβαλούν και ένα θεσσαλονικιώτικο βάρος που εύστοχα θίχτηκε με αφορμή τη συναυλία του στη Νέα Σμύρνη σε σχόλιο του Αναστάση Ασκητά στο Facebook: αυτό είναι το βάρος της προσπάθειας «να μεγαλώσουμε σε μια πόλη που μικραίνει». Μικρός ο χώρος για τα όνειρά μας. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή