Μια νέα ματιά στη Μέριλιν, 60 χρόνια μετά τον θάνατό της

Μια νέα ματιά στη Μέριλιν, 60 χρόνια μετά τον θάνατό της

Εξήντα χρόνια από τον θάνατό της και λίγο πριν από την πρεμιέρα της βιογραφικής ταινίας Blonde, ήρθε η ώρα να εξετάσουμε τη Μονρόε υπό το πρίσμα της γυναικείας ενδυνάμωσης.

11' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Ξανθιά. Η χαζή ξανθιά. Το αφελές θηλυκό. Το απόλυτο σύμβολο του σεξ. Το pin-up ενός έθνους. Το εύθραυστο κορίτσι. Το ορφανό που αναζητούσε τον πατέρα της σε κάθε άντρα. Η χρυσοθήρας που ήθελε έναν sugardaddy. Η πιο ποθητή γυναίκα που παντρεύτηκε τον πιο έξυπνο θεατρικό συγγραφέα. Το θύμα ισχυρών αντρών. Η φεμινίστρια που ποτέ δεν αναγνωρίστηκε ως τέτοια. Η ανασφαλής γυναίκα με την τραγική ζωή και τον ακόμα πιο τραγικό θάνατο, που γέννησε θεωρίες συνωμοσίας. Το πιο θηλυκό σώμα. Το άψυχο γυναικείο σώμα πάνω σε ένα κρεβάτι ως γκλαμουροποιημένο σεξουαλικό αντικείμενο. Το σώμα που έγινε το πιο κερδοφόρο προϊόν στην ιστορία της βιομηχανίας του θεάματος. Το γυναικείο σώμα που μέχρι και σήμερα, εξήντα χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν μπορεί να μείνει θαμμένο μακριά από τα αδηφάγα στόματα και βλέμματα. 

Θα μπορούσα να συνεχίσω να μιλάω για εκείνη χωρίς να αναφέρω το όνομά της και όλοι θα καταλαβαίναμε σε ποια αναφέρομαι. Όλα τα παραπάνω και πολλά περισσότερα είναι χαρακτηρισμοί και συμπεράσματα που έχουν διατυπωθεί για τη Μέριλιν Μονρόε από τη στιγμή που αποφάσισε να διεκδικήσει την τύχη της και να κυνηγήσει μια καριέρα ως ηθοποιός μέχρι και σήμερα, λίγες μέρες πριν κάνει πρεμιέρα στο Netflix (28/9) η ταινία Blonde. Έχουμε όλοι σχεδόν ασχοληθεί με την εικόνα, τη ζωή, την καριέρα και την ψυχοσύνθεσή της, αλλά ποτέ δεν την προσεγγίσαμε ως μια τρισδιάστατη, πολύπλευρη οντότητα με χαρίσματα, ελαττώματα και όλα όσα συνθέτουν μια ανθρώπινη ύπαρξη. 

Η Μέριλιν έφυγε από τη ζωή το 1962 και το 2022 η ουσία και το όλον τού «είναι» της έχει απομακρυνθεί τόσο πολύ, που είναι πλέον μόνο ένα τρεμάμενο λαμπερό ολόγραμμα, ένα απείκασμα στον συλλογικό νου μιας κοινωνίας που καταναλώνει ανθρώπους στον βωμό της ψυχαγωγίας. Η Μέριλιν ήταν και είναι ένα «ομοίωμα», σαν εκείνα για τα οποία μιλούσε ο Μποντριγιάρ στο Ομοιώματα και Προσομοίωση, αναφερόμενος στους συμβολισμούς του πολιτισμού και των μέσων ενημέρωσης που κατασκευάζουν την καθημερινότητά μας και την πραγματικότητα. 

ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΗΣ

Η ταινία Blonde του Άντριου Ντόμινικ βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Τζόις Κάρολ Όουτς, μια βιογραφία της Μέριλιν Μονρόε με μυθοπλαστικά στοιχεία, ενώ την ίδια την ενσαρκώνει η ανερχόμενη ηθοποιός Άνα ντε Άρμας. Στο τρέιλερ της ταινίας δηλώνεται ότι θα παρουσιαστεί μια άλλη πλευρά της Μέριλιν, την οποία κανείς δεν μπορούσε να δει. Ποια πλευρά της δεν έχουμε ξαναδεί; Εκείνη του τραγικού θύματος που ήταν έρμαιο των πιο επιφανών και ισχυρών αντρών της βιομηχανίας του Χόλιγουντ, του πολιτισμού και της πολιτικής; Εκείνη ενός ορφανού, αβοήθητου, ανασφαλούς κοριτσιού, με χαραγμένο το τραύμα ότι δεν έμαθε ποτέ ποιος ήταν ο πατέρας της, με αποτέλεσμα όλη η ζωή και οι επιλογές της να καθοριστούν μονάχα από daddy issues; 

Στο Blonde αυτή είναι η κυρίαρχη αφήγηση και η Μέριλιν αποκαλεί κάθε άντρα με τον οποίο έχει κάποιο είδος σχέσης «daddy» – τόσο διακριτικός είναι ο χειρισμός των ψυχικών τραυμάτων της, στα οποία ήθελε να εστιάσει ο Ντόμινικ. Μόνο που, αντί να εστιάσει, μένει μόνο σε αυτά. Είναι η ξανθιά θεά που είναι αντικείμενο του σεξ για τον πρόεδρο Τζον Κένεντι. Είναι η πιο ποθητή γυναίκα που το μόνο που ήθελε βαθιά στην ψυχή της ήταν να αγαπηθεί και να κάνει οικογένεια. Η σκηνή στοματικού σεξ που έκανε ακατάλληλη την ταινία για ανηλίκους κάτω των 17 ετών, αλλά και οι δύο εγκυμοσύνες της που κατέληξαν σε αποβολές, δραματοποιούνται σε τόσο εξονυχιστικό και ωμό βαθμό, που μετατρέπονται σε ασκήσεις φορμαλισμού και αισθητικής, με αναχρονιστικές φροϋδικές αναλύσεις, που στόχο έχουν την επίκληση σε ένα συναίσθημα οίκτου απέναντι σε μια γυναίκα που παρουσιάζεται να μην έχει κανέναν απολύτως έλεγχο του εαυτού της και καμία ικανότητα αυτενέργειας. Δηλαδή, ακριβώς την αφήγηση που μας έχουν μάθει να βλέπουμε μέχρι τώρα – απλώς ο Ντόμινικ το κάνει μέσα από έναν μεγεθυντικό, παραμορφωτικό φακό με άψογη κινηματογραφία. Η Μέριλιν είναι οι φωτογραφίες, οι πόζες και τα βάσανά της, αναπαρηγμένα με πιστή ακρίβεια.

Μια νέα ματιά στη Μέριλιν, 60 χρόνια μετά τον θάνατό της-1
Με τον σύζυγό της, τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, το 1957 στο Αμαγκάνσετ, Νέα Υόρκη. © Sam Shaw/ Getty Images/ Ideal Image 

ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΜΑΤΙΑ

Το ντοκιμαντέρ Reframed: Marilyn Monroe, μια παραγωγή του CNN που προβλήθηκε σε τέσσερα επεισόδια φέτος, είναι η πρώτη, η πιο δημοσιογραφικά ολοκληρωμένη και επιτυχημένη απόπειρα να παρουσιαστεί η Μέριλιν Μονρόε ως άνθρωπος και ως επιτυχημένη γυναίκα υπό το πρίσμα της ενδυνάμωσης και του φεμινισμού. Στην επιμέλεια και στην παρουσίαση του ντοκιμαντέρ συμμετέχουν κυρίως γυναίκες με μακρόχρονη εμπειρία στη βιομηχανία του θεάματος – διάσημες ηθοποιοί όπως η Έλεν Μπέρστιν, η Μίρα Σορβίνο και η Τζόαν Κόλινς, συγγραφείς και βιογράφοι της, κριτικοί κινηματογράφου, παραγωγοί, φίλες συνθέτουν με γεγονότα, αποδείξεις και μαρτυρίες το παζλ της ζωής και της προσωπικότητάς της.

Η Μέριλιν ήταν μια γυναίκα με πλούσια εσωτερική ζωή, με δυσκολίες στα παιδικά της χρόνια, αλλά πραγματίστρια, με φιλοδοξία να γίνει ηθοποιός και καλλιτέχνης, δουλεύοντας με επιμονή και θέληση, επιχειρηματίας με δική της εταιρεία παραγωγής ταινιών, έξυπνη, σέξι, θηλυκή, χαριτωμένη, με ιδιαίτερο κωμικό ταλέντο και ένστικτο απέναντι στους ρόλους της, με απαράμιλλη άνεση με το σώμα της, απόλυτη γνώση της εικόνας της και πώς να αξιοποιεί κάθε στοιχείο του εαυτού της και της επικρατούσας αφήγησης για εκείνην υπέρ της, με ταλέντο στις δημόσιες σχέσεις και στη διαχείριση της δημόσιας εικόνας της, με γνώσεις στη φωτογραφία που εντυπωσίαζαν όλους τους επαγγελματίες φωτογράφους με τους οποίους συνεργάστηκε για να χτίσει την καριέρα της, με δυναμισμό στη διαπραγμάτευση των συμβολαίων της και τρυφερότητα στις διαπροσωπικές σχέσεις της. 

ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΟΥ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ

Όταν το 1946 χτύπησε την πόρτα του στούντιο 20th Century Fox για να περάσει από casting, κέρδισε ένα συμβόλαιο ενός έτους. Τότε ξεκίνησε η διαδικασία μετατροπής της σε προϊόν και η αφήγηση που επέλεξαν οι υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων του στούντιο για εκείνη ήταν ότι ανακαλύφθηκε από κάποιο στέλεχός τους, ενώ δούλευε ως μπέιμπι σίτερ για τα παιδιά του – ένα κλασικό παράδειγμα για το πώς ξεκίνησαν να στερούν από τη δημόσια εικόνα της την ικανότητα της αυτενέργειας. Ο πανίσχυρος του Χόλιγουντ και υπεύθυνος του στούντιο για νέες σταρ, Ντάριλ Ζανάκ, είχε πει για τη Μέριλιν ότι «το ταλέντο της ήταν κάτω από τον αφαλό και πάνω από τη μέση», αναφερόμενος στα μοναδικά δύο σημεία του σώματός της που μετρούσαν για εκείνον, αρνούμενος μέχρι τέλους να πιστέψει στην υποκριτική της ικανότητα. 

Το 1948, με έξι μήνες συμβόλαιο στην Columbia Pictures, η Μέριλιν μεταμορφώνεται από το στούντιο στην πιο εμβληματική πλατινέ ξανθιά, για να ταιριάζει με τους ρόλους της αφελούς σεξοβόμβας που ήθελαν να της δίνουν, αλλά συγχρόνως αφιερώνεται σε ατελείωτες πρόβες με τη δασκάλα δραματουργίας του στούντιο, Νατάσα Λάιτες. Στην ταινία Ladies of the Chorus, τη βάζουν να τραγουδάει «every woman wants a daddy» και η Μέριλιν παίζει απολαυστικά με την εικόνα που ξέρει ότι μπορεί να πουλήσει. 

Το 1953, αφού έχει απορρίψει την ανήθικη πρόταση του μεγαλοστελέχους Χάρι Κον να περάσει μία βραδιά μαζί του στο σκάφος του και έχει μείνει χωρίς συμβόλαιο, αποφασίζει να δημοσιεύσει στο περιοδικό Motion Picture and Television Magazine την επιστολή Wolves I Have Known, μιλώντας ανοιχτά για τον σεξισμό και την κουλτούρα σεξουαλικών παρενοχλήσεων από τους ισχυρούς άντρες του Χόλιγουντ – αξίζει να υπενθυμίσω ότι η πρώτη αναφορά στο #MeToo έγινε το 2006, ενώ το σκάνδαλο με τις κατηγορίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις εναντίον του Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, που έδωσε τη μεγαλύτερη ώθηση στο κίνημα, ξέσπασε το 2015. Εν γνώσει της για το ρίσκο που έπαιρνε να βλάψει την καριέρα της, η Μέριλιν ήταν μια επαναστάτρια μπροστά από την εποχή της, που μίλησε για όλες τις γυναίκες σε μια βιομηχανία που συστηματικά τις εκμεταλλεύτηκε για να βγάζει αμύθητα κέρδη από αυτές. 

Μια νέα ματιά στη Μέριλιν, 60 χρόνια μετά τον θάνατό της-2
Φιλμ με διάφορες φωτογραφίες της Μέριλιν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της κλασικής σκηνής στην πισίνα από την ταινία Something’s Got to Give (1962). Ο σκηνοθέτης Τζορτζ Κιούκορ και ο προσωπικός μακιγέρ της Μέριλιν, Άλαν Σνάιντερ (γνωστός και ως Γουάιτι Σνάιντερ), διακρίνονται σε αρκετές από τις εικόνες. © Lawrence Schille/ Getty Images/ Ideal Image

ΠΟΛΥ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΑ ΟΝΤΑ

Επιμένοντας να υποστηρίζει την αλήθεια, πάλι εν γνώσει του τεράστιου ρίσκου, υποστηρίζει την επιλογή της να φωτογραφηθεί γυμνή όταν είχε ανάγκη τα χρήματα ως νεότερη. Οι φωτογραφίες της αγοράζονται από τον Χιου Χέφνερ και γίνονται εξώφυλλο του πρώτου τεύχους Playboy, αλλά η Μέριλιν επιβιώνει του σκανδάλου βασιζόμενη στην αγάπη του κόσμου για εκείνη, ενώ εμφανίζεται σε μια εκδήλωση καλλιστείων δηλώνοντας «είμαστε όλοι πολύ σεξουαλικά όντα», προσπαθώντας να αποβάλει από πάνω της οποιαδήποτε ντροπή με την οποία προσπαθούσαν να την ενδύσουν. Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στην ταινία Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές και επιμένει να πει την ατάκα στον ρόλο της ως χαζή ξανθιά: «Μπορώ να είμαι έξυπνη όταν χρειάζεται. Αλλά αυτό δεν αρέσει στους περισσότερους άντρες». Όταν το στούντιο της Fox εξακολουθεί να της προτείνει μόνο τέτοιους ρόλους, εκείνη σταματάει να εμφανίζεται στα γυρίσματα και επαναδιαπραγματεύεται το συμβόλαιό της με καλύτερους οικονομικούς όρους, κάτι που κάνει ξανά αργότερα όταν επιθυμεί να έχει λόγο και στην επιλογή σκηνοθετών και ρόλων για τις ταινίες της – να τονίσω, πάλι, πως το κίνημα του Time’s Up για τη διεκδίκηση της εργασιακής ισότητας των γυναικών στη βιομηχανία του Χόλιγουντ ξεκίνησε το 2018. 

Η Μέριλιν ξεκινάει μαθήματα με τον Λι Στράσμπεργκ στο Actors Studio· ξεκινάει τη δική της εταιρεία παραγωγής, Marilyn Monroe Productions –και όχι BlondeProductions– για να γυρίζονται ταινίες που αγαπάει και για να αφήσει την παρακαταθήκη της στον κινηματογράφο· παίρνει διαζύγιο από τον Τζον ΝτιΜάτζιο, τον πιο δημοφιλή αθλητή της Αμερικής, όταν εκείνος γίνεται αφόρητα ζηλιάρης· παντρεύεται τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ και τον υποστηρίζει δημοσίως όταν εκείνος οδηγείται για κατάθεση, κατηγορούμενος για κομμουνιστική δράση την περίοδο του μακαρθισμού· κάνει ταινίες που θεωρούνται έως σήμερα από τις πιο επιτυχημένες στην ιστορία του Χόλιγουντ, π.χ. Μερικοί το προτιμούν καυτό· μελετάει, προσπαθεί, μαθαίνει και επισκιάζει ακόμα και τον Λόρενς Ολίβιε στην ταινία Ο πρίγκιπας και η χορεύτρια, παρόλο που εκείνος της έχει δώσει οδηγία για τον ρόλο της «σταμάτα να σκέφτεσαι και γίνε σέξι». 

Διαχειρίζεται τον πόνο από τις δύο αποβολές της με σθένος και αξιοπρέπεια δημοσίως, γίνεται απαιτητική στα γυρίσματα και θέλει να πετυχαίνει τις καλύτερες λήψεις και σιγά σιγά κουράζεται και εθίζεται στα διεγερτικά και στα υπνωτικά χάπια, όπως ήταν συνηθισμένο τότε για όλους τους μεγάλους αστέρες. Από φρέσκο, χαριτωμένο κορίτσι γίνεται η «δύσκολη» γυναίκα ηθοποιός, όπως είπε για εκείνη ο Τζον Χιούστον στα γυρίσματα της ταινίας Οι αταίριαστοι. Το σενάριο γι’ αυτή την ταινία, την τελευταία της, το έγραψε ο Άρθουρ Μίλερ, υποτίθεται ως δώρο στη γυναίκα του, που αναζητούσε έναν ρόλο να ξεδιπλώσει το πολύπλευρο ταλέντο της. Στη διάρκεια των γυρισμάτων ο Μίλερ αλλάζει το σενάριο, μετατρέπει τον χαρακτήρα της σε παρωδία του εαυτού της, τη βάζει να λέει πως η καριέρα της είναι ένα αστείο, ενώ αποκαλύπτει στις σημειώσεις του ότι η Μέριλιν έχει ελαττώματα, όπως είχε και η προηγούμενη γυναίκα του, και έχει αρχίσει να την περιφρονεί.

Μια νέα ματιά στη Μέριλιν, 60 χρόνια μετά τον θάνατό της-3
Η Μέριλιν Μονρόε, φωτογραφημένη στο Μπέβερλι Χιλς, τέλος Ιουνίου 1962. Οι εικόνες δημοσιεύτηκαν στη Vogue μετά τον θάνατό της, τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, με τίτλο Το τελευταίο ποζάρισμα. © Bert Stern/ Getty Images/ Ideal Image

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Μετά τον χωρισμό της με τον Μίλερ, η Μέριλιν αποφασίζει, ως αυτοδημιούργητη και επιτυχημένη σταρ, να αγοράσει το πρώτο της σπίτι στο Λος Άντζελες, στο οποίο θα μένει υπερήφανα μόνη της, κάτι σπάνιο για τα δεδομένα της εποχής για τις γυναίκες, ενώ όλοι οι κοντινοί της άνθρωποι παραδέχονται πως δεν ήταν ποτέ ερωτευμένη με κάποιον από τους Κένεντι και δεν ήταν θέμα αξιοπρέπειας, και όχι ερωτικής απογοήτευσης, το πρόβλημα που είχε με την απαξιωτική συμπεριφορά εναντίον της στο τέλος των σχέσεών της μαζί τους.

Στην τελευταία συνέντευξη που παραχωρεί στο περιοδικό LIFE και δημοσιεύεται στις 3 Αυγούστου 1962, δύο μέρες πριν από τον θάνατό της από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών χαπιών σε συνδυασμό με αλκοόλ, η Μέριλιν έχει καλέσει τον δημοσιογράφο Ρίτσαρντ Μέριμαν στο νέο της σπίτι και μιλά με χειμαρρώδη ειλικρίνεια για την καριέρα, τις επιθυμίες, τις δυσκολίες της δημοσιότητας και τον εαυτό της. Λίγο πριν ο δημοσιογράφος αποχωρήσει, η Μέριλιν έχει ένα τελευταίο αίτημα: «Μη με παρουσιάσεις ως αστείο». Στη συνέντευξη αυτή η Μέριλιν λέει επίσης: «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως προϊόν, αλλά είμαι σίγουρη ότι πολλοί με βλέπουν έτσι». Συνεχίζει σχετικά με τον τίτλο της ως σύμβολο του σεξ: «Ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό. Το σύμβολο του σεξ γίνεται ένα αντικείμενο. Σιχαίνομαι να είμαι ένα αντικείμενο. Αλλά αν είναι να είμαι σύμβολο για κάτι, προτιμώ να είμαι του σεξ από οποιουδήποτε άλλου μπορείς να είσαι σύμβολο!» 

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΡΜΑ ΤΖΙΝ

Όπως σχολιάζεται στο ντοκιμαντέρ Reframed, υπήρξε ένας καθρέφτης για τις ιδέες που έχει ο κόσμος σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα, με τις αντιλήψεις για τη γυναικεία σεξουαλικότητα και δύναμη, τον έλεγχο και την αυτενέργεια των γυναικών. Οι γυναίκες ακόμη παλεύουν με αυτά τα ερωτήματα και η Μέριλιν είναι ένα αιώνιο σύμβολο για όλα αυτά. Στο φετινό Met Gala, η Κιμ Καρντάσιαν φόρεσε το εμβληματικό διάφανο φόρεμα της Μέριλιν από την εκδήλωση που τραγούδησε το Χρόνια Πολλά για τα γενέθλια του Τζον Κένεντι. Το φόρεμα αγοράστηκε από την αλυσίδα μουσείων Ripley’s Believe It or Not έναντι 4,8 εκατ. δολαρίων το 2016 και πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί ποτέ για ένα φόρεμα σε δημοπρασία. Η Κιμ Καρντάσιαν ομολόγησε πως μπήκε σε εξαντλητική δίαιτα, προκειμένου να χάσει περίπου 8 κιλά σε 3 εβδομάδες και να χωρέσει στο φόρεμα που είχε ραφτεί πάνω στο σώμα της Μέριλιν. «Ήταν μεγάλη πρόκληση. Ήταν σαν να παίζω έναν ρόλο. Ήμουν αποφασισμένη να χωρέσω σε αυτό», δήλωσε εκ των υστέρων. Για μία ακόμα φορά, το σώμα της Μέριλιν γίνεται πεδίο πάνω στο οποίο χύνεται ιδρώτας για τη δημοσιότητα και η ίδια απλώς ένας ρόλος που μπορούμε να υποδυθούμε για να προωθήσουμε μια εικόνα. 

Ο Ντόμινικ του Blonde πιστεύει πως η μόνη αλήθεια ήταν η Νόρμα Τζιν (όπως ήταν το πραγματικό της όνομα) και η Μέριλιν ήταν ο ρόλος που αναγκάστηκε να υποδυθεί σε όλη της τη ζωή. Όταν η Νόρμα Τζιν υπέγραψε το πρώτο της συμβόλαιο, τα στελέχη της Fox τής είπαν ότι χρειάζεται ένα πιασάρικο ψευδώνυμο για να γίνει σταρ. Εκείνοι επέλεξαν το Μέριλιν, εκείνη επέλεξε το Μονρόε, που ήταν το επίθετο της μητέρας της, θέλοντας να έχει τον έλεγχο και να χαράξει μέρος από τον αληθινό εαυτό της στις σελίδες της ιστορίας του κινηματογράφου. Η Μέριλιν Μονρόε ήταν η Νόρμα Τζιν, και ήταν πολλά πράγματα ταυτόχρονα, όπως είμαστε όλες οι γυναίκες. «Καμιά φορά, μου λείπει να μπορώ να είμαι απόλυτα ο εαυτός μου σε κάποιο μέρος, όπου ο κόσμος με ξέρει απλώς ως ακόμη έναν άνθρωπο», ακούγεται να λέει η ίδια στο τέλος του Reframed. Ίσως ήρθε η ώρα να αφήσουμε την ίδια και την εικόνα της να ξεκουραστεί και να κοιτάξουμε μέσα μας και γύρω μας για να προχωρήσουμε προς μια κοινωνία που δεν λατρεύει είδωλα, αλλά φροντίζει τους ανθρώπους της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή