Μιχάλης Μπλέτσας: «Σπόροι καινοτομίας υπάρχουν, αλλά…»

Μιχάλης Μπλέτσας: «Σπόροι καινοτομίας υπάρχουν, αλλά…»

Ο Μιχάλης Μπλέτσας, ερευνητής και διευθυντής πληροφορικής του Media Lab (MIT), γράφει για όσα έμαθε μέσα από την πολυετή του πορεία στον κόσμο της καινοτομίας και καταθέτει τους προβληματισμούς του για την επόμενη μέρα.

5' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακούμε συχνά ότι το μεγάλο στοίχημα της χώρας είναι η στροφή του παραγωγικού μοντέλου προς δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η τεχνολογία προσφέρει πολλές ευκαιρίες προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση και η ολοένα και μεγαλύτερη συνεισφορά του λογισμικού στις τεχνολογικές εξελίξεις μειώνει τις κεφαλαιουχικές απαιτήσεις. Μετά την, σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτη, αποβιομηχάνιση του τέλους του 20ού αιώνα, η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα δημιουργίας ενός οικοσυστήματος τεχνολογικής επιχειρηματικότητας το οποίο δημιουργεί βάσιμες ελπίδες για το μέλλον, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει χρόνιες αδυναμίες των οποίων η επείγουσα αντιμετώπιση αποτελεί μονόδρομο. 

Ας μου επιτραπεί μια προσωπική μικρή ιστορική αναδρομή. Σπούδασα ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ από το 1984 ως το 1989, μια εξαιρετικά «ξύλινη» περίοδο για την τεχνολογική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Η ίδια η λέξη «επιχειρηματικότητα» δημιουργούσε αρνητικές παραστάσεις στην κοινωνία, στα 65 μαθήματα (!) της αναλυτικής μου βαθμολογίας (στο ΜΙΤ η αντίστοιχη λίστα είχε τα μισά) δεν εμφανίστηκε ποτέ η λέξη «προϊόν». Ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ και το Δημόσιο ήταν οι κύριοι στόχοι για την επαγγελματική αποκατάσταση των συμφοιτητών μου και η «εμπορευματοποίηση της έρευνας» ήταν κόκκινο πανί για τους «φοιτητοπατέρες» του πανεπιστημίου. 

Ευτυχώς, είχα την τύχη να γνωρίσω και να δουλέψω με τον καθηγητή Γιώργο Σεργιάδη, έναν εξαιρετικό επιστήμονα, ο οποίος παράλληλα με το πανεπιστήμιο διατηρούσε μια μικρή εταιρεία στην οποία σχεδίαζε και κατασκεύαζε ηλεκτρονικές συσκευές προηγμένης τεχνολογίας. Η εμπειρία αυτή ήταν αρκετή για να με «εμβολιάσει» ενάντια στις επικρατούσες απόψεις και να μου καλλιεργήσει την ανάγκη να φτιάξω κάτι με αυτά που έμαθα στο πανεπιστήμιο. 

Λίγα χρόνια πιο νωρίς, ένας άλλος τελειόφοιτος ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Πάτρας, ο Νίκος Κανόπουλος, φοιτητής του καθηγητή Βασίλη Μακιού, έφυγε για μεταπτυχιακές σπουδές στο Duke της βόρειας Καρολίνας. Τελείωσε τις σπουδές του, δίδαξε στο Duke και, έχοντας «μολυνθεί» και αυτός με τον ιό της δημιουργίας, ίδρυσε το 1995 την Data Communications Technologies (DCT), η οποία δραστηριοποιήθηκε στον τομέα της επικοινωνίας δεδομένων και είχε το κέντρο ανάπτυξής της στο Τεχνολογικό Πάρκο της Πάτρας. Συνεργάστηκε με την κατασκευάστρια flash μνήμης Atmel, η οποία είχε επίσης ιδρυθεί και διευθυνόταν από Έλληνα μετανάστη πρώτης γενιάς, τον Γιώργο Περλέγκο. Η Atmel, που εκείνη την εποχή αναπτυσσόταν και μεγάλωνε γρήγορα, εξαγόρασε το 1998 την DCT και, επικουρούμενη από την επιδότηση που προβλεπόταν από τον τότε αναπτυξιακό νόμο, επεξέτεινε το 1999 το σχεδιαστικό της κέντρο στην Πάτρα. 

Πιο γόνιμο έδαφος

Η διαθεσιμότητα υψηλού επιπέδου ανθρώπινου δυναμικού, οι στενές σχέσεις με δύο εξειδικευμένα ερευνητικά εργαστήρια του γειτονικού πανεπιστημίου, η καλή ποιότητα ζωής και το χαμηλό κόστος σε σχέση με τις ΗΠΑ, οι  Έλληνες ιδρυτές και διευθύνοντες και φυσικά οι επιδοτήσεις ήταν όλοι σημαντικοί παράγοντες για να προχωρήσει αυτή η επένδυση. H Atmel Hellas έφτασε να απασχολεί το 2004 περίπου 160 άτομα και, για λόγους που είχαν κυρίως να κάνουν με το διεθνές περιβάλλον και την αλλαγή στη διοίκηση της μητρικής, έκλεισε τον κύκλο της στην Ελλάδα μετά από μία δεκαετία δραστηριοποίησης. 

Μια πολύ επιφανειακή επισκόπηση της όλης επένδυσης θα προσπερνούσε την Atmel Hellas ως μία ακόμα συνηθισμένη περίπτωση, μια και δεν μεγάλωσε ποτέ αρκετά έτσι ώστε να γίνει σημαντικό κομμάτι της δραστηριότητας της μητρικής της εταιρείας, κλείνοντας τον κύκλο της μετά από δέκα χρόνια λειτουργίας. Μια τέτοια ανάλυση όμως θα παρέβλεπε τα κύρια οφέλη από τη λειτουργία της Atmel Hellas, τα οποία ήταν οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας (spinouts) που δημιουργήθηκαν από μηχανικούς που δούλεψαν σε αυτήν: Bluedev, Antcor, Citywave Systems, Nanoradio, Sitel και ThinkSilicon (που εξαγοράστηκε πρόσφατα από την Applied Materials). Πολλοί από τους εργαζομένους της Atmel Hellas μετακινήθηκαν στην ByteMobile του Κώστα Πολυχρονόπουλου. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, λοιπόν, ότι το κύριο «προϊόν» της Atmel Hellas ήταν η εργασιακή κουλτούρα που μετέδωσε στους εργαζομένους της με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την επιχειρηματικότητα και την οικονομία σε βάθος χρόνου. Η Atmel Hellas συνέβαλε σημαντικά στο να γίνει το έδαφος πιο γόνιμο για τους σπόρους καινοτομίας.

Στα χρόνια που πέρασαν από τότε, το συνολικότερο οικοσύστημα τεχνολογικής επιχειρηματικότητας στη χώρα ωρίμασε σημαντικά. Συστατικά που έλειπαν, όπως τα επιχειρηματικά κεφάλαια υψηλού ρίσκου (venture capital), πολλαπλασιάστηκαν (με σημαντικές και πάλι επιδοτήσεις), πληθώρα επιχειρηματικών θερμοκοιτίδων (ίσως και περισσότερες από τις σοβαρές νεοφυείς επιχειρηματικές προσπάθειες) καλούνται να γίνουν εκκολαπτήρια ιδεών, η επιχειρηματικότητα πλέον επιδιώκεται και καλλιεργείται όλο και περισσότερο (ας όψεται η κρίση της περασμένης δεκαετίας), ιστορίες επιχειρηματικής επιτυχίας ακούγονται όλο και πιο συχνά και βλέπουμε πλέον εγκαταστάσεις κέντρων έρευνας και ανάπτυξης από μεγάλες πολυεθνικές. 

Η ιστορία της Atmel Hellas αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία υπό το πρίσμα αυτών των εγκαταστάσεων. Για να έχουν όμως και αυτές οι εγκαταστάσεις ανάλογα πολλαπλασιαστικά οφέλη, θα πρέπει να σταματήσουμε να σπέρνουμε όλο και περισσότερο στο ίδιο άγονο έδαφος.

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Για να μεγαλώσουν οι εταιρείες, χρειάζονται καταρτισμένο προσωπικό. Μπορούν τα πανεπιστήμιά μας σήμερα να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες; Με κάποιες εξαιρέσεις σχολών κεντρικών πανεπιστημίων, οι οποίες δέχονται τους καλύτερους μαθητές της χώρας ως φοιτητές, η απάντηση είναι όχι. Οι εξαιρέσεις δεν κάνουν τον κανόνα. Ακόμα δε περισσότερο όταν σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης θεωρεί ακόμα την επαναστατική γυμναστική βασική αποστολή των πανεπιστημίων. 

Όταν μιλάμε όμως για επιχειρηματικότητα και επενδύσεις στην Ελλάδα, πέραν της γραφειοκρατίας (η αντιμετώπιση της οποίας έχει κάνει πολύ μεγάλα βήματα τα τελευταία λίγα χρόνια) και του ασταθούς φορολογικού περιβάλλοντος, ο ελέφαντας στο δωμάτιο ήταν και παραμένει η Δικαιοσύνη. Ποιος θα επενδύσει σε ένα περιβάλλον στο οποίο η οποιαδήποτε αστική διαφορά μπορεί να πάρει μία δεκαετία για να τελεσιδικήσει; Δεν υπάρχει μεγαλύτερο οξύμωρο αλλά και ενδεικτικό της κατάστασης από την απαίτηση των ελληνικών εταιρειών επιχειρηματικών κεφαλαίων να δέχονται οι νεοφυείς εταιρείες ως προϋπόθεση για τη χρηματοδότησή τους την επίλυση των όποιων διαφορών προκύψουν πιθανόν στο μέλλον από δικαστήρια της αλλοδαπής. Σε πολλούς το θέαμα των θριαμβευτικών δηλώσεων υπουργών για την προώθηση ή το ξεκόλλημα της άλφα ή της βήτα επένδυσης μπορεί να προκαλεί ενθουσιασμό, καλό όμως θα ήταν να σκεφτούν ότι, αν τα πράγματα λειτουργούσαν φυσιολογικά, δεν θα χρειάζονταν υπουργικές ρυθμίσεις και αποφάσεις για να προχωρήσει μια επένδυση. Οι ιστορίες πετυχημένων εξαγορών ελληνικών εταιρειών συχνά συνεχίζονται με την όχι και τόσο ευχάριστη για την ελληνική οικονομία μεταφορά της δραστηριότητας της εξαγοραζομένης στο εξωτερικό. 

Μακιοί, Κανόπουλοι, Μπουρλά υπήρχαν πάντα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, γιατί απλώς, όταν ο Έλληνας πετύχει στο εξωτερικό, αρχίζει και «τρώγεται» για να πετύχει και στην Ελλάδα. Σπόροι υπάρχουν, αναζητείται το γόνιμο έδαφος για να μεγαλώσουν και να βγάλουν ρίζες…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή