Η Χριστίνα Μαξούρη ζει με τους δικούς της όρους, όπως και η Σωτηρία Μπέλλου

Η Χριστίνα Μαξούρη ζει με τους δικούς της όρους, όπως και η Σωτηρία Μπέλλου

H παράσταση της Χριστίνας Μαξούρη για τη Σωτηρία Μπέλλου, σε χώρο-έκπληξη της Αθήνας, βλέπεται και συζητιέται πολύ. Μιλήσαμε μαζί της για το τίμημα του να ζεις τη ζωή με τους δικούς σου όρους.

8' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Μπέλλου ήταν μυστήρια περίπτωση. Φωνακλού, απότομη, ορμητική, ανοιχτόκαρδη, ξεκάθαρη, υπερβολική, έρμαιο των παθών της, πληγωμένη, περήφανη, αυθεντική. Όλα τα επίθετα που εξυψώνουν έναν άνθρωπο στα μάτια μας και τον κάνουν να φαντάζει έξω από τα μέτρα τής ταίριαζαν. Η Μπέλλου ξεπερνά τα όρια του ρεμπέτικου, της τέχνης της, βρίσκει χώρο στη συνείδησή μας, εμπνέει μόδες, γίνεται μέρος της γλώσσας μας. Κάθεται στο πάλκο των «μεγάλων», ανοίγει στα βασικά του πολιτισμού μας. Είναι είδος πρώτης ανάγκης. Αυτά σκέφτομαι πηγαίνοντας να συναντήσω τη Χριστίνα Μαξούρη στο Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛΥΦΑ.

Είχα βρεθεί εκεί και την προηγούμενη εβδομάδα για να παρακολουθήσω Τα τραγούδια της Σωτηρίας, τη μουσική παράσταση που συνεπιμελείται με τον δημοσιογράφο και θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Χαλιώτη. Η παράσταση έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου το καλοκαίρι του 2021 και έχει κερδίσει έκτοτε πολλές «ζωές» – όχι άδικα. 

Τι ήταν η Μπέλλου; τη ρωτώ και αμέσως φωτίζεται. Η Χριστίνα Μαξούρη μοιάζει ξαφνικά με παιδί που του ζητάς να σου μιλήσει για τον αγαπημένο του ήρωα. Στην αρχή διστακτικό –του έχουν πει να μην κουράζει τους μεγάλους με τα δικά του–, μετράει τα λόγια του και έπειτα παίρνει θάρρος, απελευθερώνεται. Σε μια αποστροφή του λόγου της, μου το εκμυστηρεύεται: «Την Μπέλλου την έχω πάντα μαζί μου, την έχω ηχογραφημένη στο κινητό, ακούω τη φωνή της, ξεφυλλίζω σημειώσεις, ανακαλύπτω συνέχεια κάτι καινούργιο. Μετά από τόσο καιρό που έχει ξεκινήσει αυτό το ταξίδι, την αισθάνομαι πλέον σαν συγγενικό μου πρόσωπο, νομίζω πως τη γνωρίζω καλά». 

Η παράσταση αναπτύσσεται γύρω από γνωστά τραγούδια της μεγάλης ερμηνεύτριας και ανάμεσά τους παρεμβάλλονται ιστορίες από τη ζωή της. Έχει κάτι χειροποίητο αυτή η δουλειά, κάθε φορά δεν είναι εντελώς ίδια με την προηγούμενη. Η Χριστίνα, καθισμένη στο πάλκο και πλαισιωμένη από τέσσερις εξαίρετους μουσικούς, απευθύνεται στο κοινό σαν να βρίσκεται σε μια παρέα. Ο λόγος της έχει προφορικότητα, και αυτό ήταν εξαρχής το ζητούμενο. «Πατάμε σε έναν κορμό, ξέρουμε τη σειρά στα μουσικά μέρη, γνωρίζουμε πότε θα κάνουμε παύση για να διαβάσουμε μια επιστολή στη μητέρα της ή να αφηγηθούμε ένα επεισόδιο από τα νιάτα της, αντλούμε από συγκεκριμένα κομμάτια της ζωής της, ωστόσο, επειδή οι σημειώσεις είναι πολλές, μπορεί να θυμηθώ κάτι και να το προσθέσω εκείνη τη στιγμή και ιδανικά να προκαλέσω και μια συζήτηση με το κοινό, να ακούσουμε κάτι από αυτούς που την έζησαν».

Η Χριστίνα Μαξούρη ζει με τους δικούς της όρους, όπως και η Σωτηρία Μπέλλου-1

«Δεν έδινε λογαριασμό σε κανέναν»

Ο μόνος της όρος από την αρχή ήταν πως δεν θα μιλά σε πρώτο πρόσωπο, δεν θα υποδύεται τη Σωτηρία, αλλά θα αναφέρεται σε εκείνη. Είναι βέβαια ντυμένη με ρούχα που θα μπορούσε να είχε δανειστεί από την γκαρνταρόμπα της και τα μαλλιά της είναι πιασμένα σε έναν αυστηρό, χαμηλό κότσο, όμως αυτό περισσότερο λειτουργεί αισθητικά, για να βοηθήσει το κοινό να ανατρέξει πίσω στον χρόνο, να συντονιστεί με την εποχή. «Ντυνόταν όπως ήθελε, δεν έδινε λογαριασμό σε κανέναν, έκανε ό,τι ήθελε. Επέβαλλε τον τρόπο της και τη σέβονταν. Δεν είχε καμία έννοια να κάνει επίδειξη δύναμης, δεν φίλτραρε τη σκέψη της, άκουγε μόνο την ψυχή της». Σπουδαία προσόντα. Τη ρωτάω αν είναι κι αυτή έτσι ευθύς ως άνθρωπος. «Δεν έχω τη δική της ντομπροσύνη, ακόμη κι αν την είχα όμως δεν θα πλήρωνα το ίδιο τίμημα. Η Μπέλλου θυσίασε πολλά για να υποστηρίξει τις επιλογές της, τα πράγματα τότε ήταν τεταμένα, κοινωνικά και πολιτικά. 

Ένας ελεύθερος, ανυπότακτος άνθρωπος που υπέμεινε πολλά, δεν το έβαλε όμως κάτω και συνέχισε να τραγουδάει με αυτή την απαράμιλλη γενναιότητα και μεγαλοψυχία». Η Μπέλλου δεν χωρούσε στο σχέδιο για το οποίο την προόριζαν. «Εγγονή παπά και κόρη εύπορου εμπόρου από τη Χαλκίδα, θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε μια κοπέλα με φουστανάκια και κορδέλες. Εκείνη φορούσε τα φουστανάκια και μοίραζε τον Ριζοσπάστη».

Η Μπέλλου έχει όλα τα υλικά για να τη θαυμάσεις, να ζηλέψεις τη μυθιστορηματική ζωή της και έτσι αναρωτιέμαι αν μένει καθόλου χώρος για να συμπαθήσει την κακομαθημένη Ισαβέλλα από τα Ανεμοδαρμένα ύψη, την οποία υποδύεται στο θέατρο, στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος της  Έμιλι Μπροντέ. «Την εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία, τον 18ο αιώνα, όλα είναι πιο απόλυτα, πιο μεγάλα, οι κοινωνικές σχέσεις είναι ανύπαρκτες. Η Ισαβέλλα, αναπόφευκτα, ερωτεύεται τον πρώτο που γνωρίζει. Κάνει μια λάθος εκτίμηση και το πληρώνει, δυστυχώντας». Μου εξηγεί πως η ίδια δεν αισθάνεται ότι πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στο τραγούδι και το θέατρο. Είναι ευτυχισμένη και στα δύο. «Βρίσκομαι όπου έχω ανάγκη κάθε φορά, χρειάζομαι να πατάω και στα δύο για να αισθάνομαι πλήρης. Και για να επανέλθω στο προηγούμενο ερώτημά σου, κι εγώ με έναν τρόπο ό,τι θέλω κάνω».

«Δεν είναι κούρσα η τέχνη»

Δεν έχει στο βιογραφικό της μουσικές σπουδές, αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Νέου Ελληνικού Θεάτρου του Γιώργου Αρμένη και ξεκίνησε αμέσως να δουλεύει στο θέατρο. Στο τραγούδι μπήκε τυχαία, όταν δύο στενοί φίλοι της που έπαιζαν μουσική τής ζήτησαν να τους βοηθήσει. «Δέχτηκα επειδή με ευχαριστούσε και όχι επειδή πίστευα πως το έκανα καλά. Εκεί ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με αυτό το ρεπερτόριο, στο σπίτι δεν είχα τέτοια ακούσματα. Αργότερα, όταν παρουσίασα τα γραμμοφωνημένα της Χασκήλ, της Νίνου και της Μπέλλου στο Χαμάμ, έκανα πιο σοβαρή μελέτη πάνω στη συγκεκριμένη μουσική».

Τι ψάχνεις στο παρελθόν και το σκαλίζεις έτσι; «Υπάρχει κάτι που μου φαίνεται συγκινητικό και ειλικρινές στο μουσικό μας παρελθόν, με αγγίζει περισσότερο ο τρόπος που γράφονταν, ενορχηστρώνονταν και ερμηνεύονταν τα πράγματα. Δεν σημαίνει όμως ότι δεν με αφορά το παρόν, δεν είμαι παρελθοντολάγνος, ζω στο τώρα. Χαίρομαι κάθε φορά που ένα νεόκοπο τραγούδι βγαίνει στο φως, γιατί, όπως και να το κάνουμε, είναι μια δημιουργία. Και η δημιουργία μοιάζει πάντα με μικρή νίκη. Είναι μια κατάφαση στο νέο, το καινούργιο, το άγνωστο και απάτητο».

Ομολογεί πως, μέχρι να προκύψουν οι δύο υποψηφιότητές της για το βραβείο Μελίνα Μερκούρη, δεν είχε αγωνία για το πώς τη βλέπουν οι άλλοι. «Όταν συνειδητοποίησα ότι οι επιλογές μου έχουν ένα βάρος, άρχισα να υποφέρω. Όταν τελικά βυθιστείς σε αυτές τις σκέψεις, απομακρύνεσαι από την ουσία της δουλειάς. Από αυτό το άγχος απελευθερώθηκα όταν έφτιαξα τα Δανεικά παπούτσια (σ.σ. μια δικιά της μουσική παράσταση). Όταν δηλαδή ανέλαβα την ευθύνη της δουλειάς, κατάλαβα ότι το σημαντικό δεν βρίσκεται στην απόδοση. Δεν είναι κούρσα η τέχνη. Δεν μιλάω για προχειρότητα συνθήκης ή προσέγγισης, αλλά το να παρουσιάσεις κάτι αληθινό, στο οποίο να καθρεφτίζεσαι και να έχεις δώσει ό,τι περισσότερο μπορείς πάνω στη σκηνή».

Καλοκαίρια και απεργίες

Η Χριστίνα ήταν καλή μαθήτρια, πήγαινε «κουρδισμένη» για ιατρική, δεν υπήρχε καλλιτεχνικό μικρόβιο στην οικογένεια ή στο ευρύτερο περιβάλλον. Ωστόσο, μια μέρα στη Β΄ Λυκείου, γυρνώντας σπίτι από το φροντιστήριο, το ξεκαθάρισε: «Δεν το έχουμε, δεν γίνεται». Ο πατέρας της είπε ότι θα είναι πάντα δίπλα της και η μητέρα της είπε πως το περίμενε. Χρόνια αργότερα, δίνοντας συνεντεύξεις, συνειδητοποίησε πως, αν έπρεπε να υποδείξει τους «ενόχους», θα μιλούσε για τον Σάμη και τον Ζακίνο Γαβριηλίδη. «Οικογενειακοί μας φίλοι, τους συναντούσαμε στο Πόρτο Ράφτη. Ήταν τα σπίτια μας δίπλα δίπλα και ήταν πάντα ορθάνοιχτα και σαν ένα. Ήταν τα καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας. Πάντα με μια κιθάρα στο χέρι, μας οργάνωναν, φτιάχναμε ραδιοφωνικούς σταθμούς, κατασκευές, παιχνίδια θησαυρού. Τους χρωστάω, νομίζω πως αυτοί φύτεψαν τον σπόρο». 

Πηγαίνεις πλέον διακοπές; «Όταν δεν δουλεύω, βασανίζομαι και βασανίζω και τους γύρω μου. Αν ξέρω πως κάτι με περιμένει, είμαι καλά για 10-15 μέρες, αλλά όλο κάτι θέλω να φτιάχνω, τρώγομαι». Και οι ώρες στο σπίτι πώς περνάνε; «Ακούω πολύ Δεύτερο Πρόγραμμα ή Τρίτο, τώρα με έπιασε και ξαναδιαβάζω Μάτση Χατζηλαζάρου. Συνήθως, όταν δημιουργείται ένα κενό, μια μικρή ανάπαυλα μέσα στη μέρα, ο πρώτος που αναζητώ είναι ο Γιόζεφ Ροτ». Τηλεόραση; «Γίνονται και ωραία πράγματα στην τηλεόραση. Τα Καλύτερά μας χρόνια είναι μια πολύ καλή παραγωγή, με εξαιρετική αισθητική, casting, ακόμη και οι μουσικές επιλογές είναι φροντισμένες. Δεν έχει τύχει να κάνω η ίδια, δεν είμαι αρνητική όμως. Φέτος δοκίμασα για πρώτη φορά την εμπειρία της κάμερας». Αναφέρεται στη Φόνισσα, την κινηματογραφική μεταφορά της νουβέλας του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που σκηνοθετεί η Εύα Νάθενα – η Χριστίνα κρατά τον ρόλο της Ρηνιώς, μιας νεαρής γυναίκας που κακοποιείται και πεθαίνει. Αξιοποιώ την ευκαιρία όταν μου περιγράφει τον ρόλο της και τη ρωτώ για τις βάναυσες, ακραίες συμπεριφορές στο θέατρο. «Δεν σοκαρίστηκα, δεν φανταζόμουν βιασμούς, αλλά γνώριζα πως υπάρχουν έντονοι άνθρωποι στον χώρο που δημιουργούσαν μια ιδιαίτερα φορτισμένη ατμόσφαιρα στην πρόβα. Με την ανοχή όλων, γιατί όταν ακούγονται βρισιές και πέφτει ξύλο σε μια συνθήκη εργασίας και δεν μιλά κανείς, αυτά τα περιστατικά πολλαπλασιάζονται». 

Κλείνοντας τη ρωτώ και για το προεδρικό διάταγμα που υποβαθμίζει τα πτυχία των καλλιτεχνικών σχολών. «Ας ξεκινήσω λέγοντας πως, όταν απεργεί ένα θέατρο, δεν ιδρώνει το αυτί κανενός. Αν σταματούσαν να προβάλλονται τα σίριαλ για μία εβδομάδα στην τηλεόραση, αυτό ίσως να έκανε μεγαλύτερη αίσθηση. Από την άλλη, ας πάρουμε ως δεδομένο ότι η αναγνώριση των επίπονων σπουδών μας και η μετέπειτα κατάταξη του επαγγέλματός μας είναι ένα σοβαρότατο ζήτημα χρόνων, το οποίο θα έπρεπε να είναι λυμένο και, ακριβώς επειδή δεν είναι, αυτό έχει πυροδοτήσει μια αλληλουχία κινήσεων. Οι σπουδαστές των δραματικών σχολών διεκδικούν ένα καλύτερο παρόν και ένα ακόμα καλύτερο μέλλον, όχι μόνο για τη γενιά τους, αλλά και για τις επόμενες. Κι εμείς συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις και στις δράσεις ως ένδειξη συμπαράστασης και διαμαρτυρίας. Αυτή είναι ίσως η πρώτη φορά που συντονίζεται τόσο μεγάλος αριθμός ανθρώπων για τόσο μεγάλο διάστημα και φαίνεται να είναι και η μόνη οδός για να καταστεί σαφές ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά, αρνούμαστε να εφαρμοστεί το σχέδιο, αγωνιζόμαστε να το αποτρέψουμε και να κερδίσουμε αυτό που μας αναλογεί».

ΙΝFO
☞ Τα τραγούδια της Σωτηρίας, στο Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛΥΦΑ, Κορυτσάς 39, κάθε Δευτέρα έως 10/04
☞ Ανεμοδαρμένα ύψη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, έως 02/04, dithepi.gr

Και προσεχώς:
☞ Στον κύκλο των μελοποιημένων ποιητών, στο Θέατρο Σταθμός, στις 21/03, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Ο Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης στο πιάνο και η Χριστίνα Μαξούρη στην ανάγνωση ποιημάτων και στο τραγούδι.
☞ Εκάβη, του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Ιώς Βουλγαράκη, στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023, aefestival.gr
☞ christinamaxouri.com

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή