Η θάλασσα είναι γαλάζια, οι ομπρέλες είναι κίτρινες και το δέρμα του Γκασπαρίνο Νορέλι, ο οποίος εργάζεται στην παραλία, έχει χρώμα καφετί. Φορώντας μαγιό και σαγιονάρες, μας δίνει ένα φυλλάδιο που εκθειάζει τις αρετές του παραθαλάσσιου καταστήματός του στην παραλία Γκουίτζια. Η διασκέδαση και η χαλάρωση είναι εγγυημένες, υπόσχεται ο οδηγός. Πώς θα μπορούσαν να μην είναι, δεδομένης της ομορφιάς αυτού του ασβεστολιθικού βράχου στη μέση της Μεσογείου.
Καθώς βρίσκεται πιο κοντά στην Τυνησία από ό,τι στη Σικελία, η Λαμπεντούζα, πρώην αποικία του Βασιλείου της Νεαπόλεως, κάποτε αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό για τους Άραβες και τους Ευρωπαίους θαλασσοπόρους. Το 1986 λίγο έλειψε να περάσει στη λήθη, αλλά μια πυραυλική επίθεση από τη Λιβύη του Καντάφι δεν πέτυχε τον στόχο της. Μετά την Αραβική Άνοιξη του 2011, αυτό το νησί, που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κόσμους, έχει γίνει πάνω απ’ όλα σύμβολο της μετανάστευσης χωρίς χαρτιά. Την ίδια στιγμή που χρησιμεύει ως στάση για τους μετανάστες που είναι έτοιμοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για να φτάσουν στην Ευρώπη, τα γαλαζοπράσινα νερά του προσελκύουν ολοένα και περισσότερους τουρίστες, των οποίων την περιέργεια κεντρίζει αυτός ο τόπος που γίνεται πρωτοσέλιδο κάθε φορά που συμβαίνει ένα ναυάγιο.
Από τις ξαπλώστρες του Γκασπαρίνο οι παραθεριστές έχουν στο οπτικό τους πεδίο τις βάρκες που μεταφέρουν ναυαγούς στον μόλο. Αλλά δεν θα δουν ούτε την αποβίβαση ούτε τη μεταφορά με λεωφορείο σε ένα κέντρο κράτησης καταχωνιασμένο στην ενδοχώρα. Αντίθετα, το φυλλάδιο του Γκασπαρίνο διαφημίζει την εξαιρετική του υποδοχή και αναφέρεται στην αλληλεγγύη και σε μια ατμόσφαιρα συμπερίληψης. Πόσους τουρίστες έχει προσελκύσει αυτό; Υπολογίζεται ότι είναι 250.000 ετησίως, για λίγο περισσότερους από 6.000 κατοίκους, σε ένα νησί έκτασης μόλις 20 τετραγωνικών χιλιομέτρων. «Είμαστε ο πιο φιλόξενος λαός στην ιστορία της ανθρωπότητας», λέει ο Φίλιπο Πουτσίλο, ένας από τους υπαλλήλους του. Γεννημένος στη Λαμπεντούζα, ο Φίλιπο έχει εμφανιστεί σε τέσσερις ταινίες του Εμανουέλε Κριαλέζε, συμπεριλαμβανομένης της Terraferma (2011), της ιστορίας μιας Αφρικανής που έχει ξεμείνει σε ένα νησί που έχει κατακλυστεί από τουρίστες.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, τους έδωσε ένα χεράκι ένας ντόπιος fixer, ο Τζουζέπε ντελ Βόλγκο. Ο ίδιος είχε βοηθήσει και τον ντοκιμαντερίστα Τζιανφράνκο Ρόζι, όταν ήρθε να κινηματογραφήσει την καθημερινή ζωή των κατοίκων που ζουν δίπλα στη θάλασσα που παίρνει ζωές, για το Fuocoammare (Φωτιά στη θάλασσα) του 2016. «Συνολικά, το μεταναστευτικό θέμα είναι υπό έλεγχο», λέει ικανοποιημένος ο Ντελ Βόλγκο όταν μας υποδέχεται στον ξενώνα του.
Το νησί που είναι ολόκληρο μια σκηνή
Η συγκέντρωση αστυνομικών, εργαζομένων στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας, μεταναστών και δημοσιογράφων σε ένα μικρό μέρος έχει δημιουργήσει αυτό που ο κοινωνιολόγος Πάολο Κουτίτα ονομάζει «συνοριακό θέαμα». «Η Λαμπεντούζα καθιστά δυνατή τη σκηνοθεσία δύο συμπληρωματικών αφηγήσεων, της καταστολής και της υποδοχής», λέει. Εδώ, ο Πάπας Φραγκίσκος έχει υπερασπιστεί τους μετανάστες. Εδώ, ο ηγέτης της ακροδεξιάς Ματέο Σαλβίνι έχει πολεμήσει μια υποτιθέμενη μεταναστευτική εισβολή. Εδώ, η λαϊκίστρια Τζόρτζια Μελόνι έχει σύρει την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και εδώ ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το 2011, όταν ήταν πρωθυπουργός, απέκτησε μια βίλα. Με το επίπεδο τοπίο του, το νησί λειτουργεί ως μια σκηνή, και στην παράσταση υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί.
«Η Λαμπεντούζα καθιστά δυνατή τη σκηνοθεσία δύο συμπληρωματικών αφηγήσεων, της καταστολής και της υποδοχής», λέει ο κοινωνιολόγος Πάολο Κουτίτα.
Στη βιβλιοθήκη του Ντελ Βόλγκο υπάρχουν διάφορες εκδόσεις του βιβλίου Tears of Salt του Πιέτρο Μπαρτόλο και της Λίντια Τιλότα. Είναι η ιστορία του Μπαρτόλο, ενός 68χρονου γιατρού από τη Λαμπεντούζα που φρόντιζε τους ναυαγούς, νεκρούς και ζωντανούς. Ο ίδιος, κεντρικός χαρακτήρας στο ντοκιμαντέρ Φωτιά στη θάλασσα, εκλέχθηκε στην Ευρωβουλή το 2019. Τον συναντήσαμε στη Βία Ρόμα, μια ζωντανή λεωφόρο στο κέντρο της πόλης. «Οι μετανάστες έκαναν το νησί διάσημο σε όλο τον κόσμο. Οι τουρίστες ήρθαν μετά», λέει.
Συνεχίζουμε κατά μήκος της Βία Ρόμα, όπου οι καλοκαιρινοί επισκέπτες συγκεντρώνονται καθώς πλησιάζει το βράδυ. Σε μια βεράντα, μια ομάδα 50άρηδων από το Πιεμόντε τραγουδάει παλιά τραγούδια. «Χάσαμε πρόσφατα κάποιους από τους αγαπημένους μας», λέει η Φεντερίκα. «Σκεφτήκαμε ότι η Λαμπεντούζα, με τη φιλοξενία και το όμορφο τοπίο της, θα μας έκανε καλό». Όχι πολύ μακριά, κράχτες διαφημίζουν εκδρομές με καραβάκι στη θάλασσα, με απεριτίφ στη δύση του ηλίου.
Λίγο πιο κάτω, στο πολιτιστικό κέντρο Porto M, ένα κουκλοθέατρο αναπαριστά την επικαιρότητα του νησιού. Στη διπλανή αίθουσα, αντικείμενα που κάποτε ανήκαν σε μετανάστες εκτίθενται μαζί με ένα ποίημα αφιερωμένο στον «θεό των ισοθερμικών κουβερτών». Ο συγγραφέας Τζιάκομο Σφερλάτσο είναι η ψυχή του Porto M. «Αγωνίζομαι για να μη γίνει το νησί μου στρατώνας», λέει.
Αυτή τη δήλωση μας εξηγεί η Τζούζι Νικολίνι, πρώην δήμαρχος από το 2012 έως το 2017, την οποία συναντάμε σε ένα καφέ: «Όλο το νησί βουίζει για το άνοιγμα ενός νέου κέντρου, από το οποίο θα απομακρύνονται άμεσα οι μετανάστες», λέει η πρώην δήμαρχος, η οποία είναι σαφώς αριστερή. «Η μαζική παρουσία των διωκτικών αρχών στηρίζει την οικονομία όσο και ο τουρισμός, αν όχι περισσότερο».
Το 2016, η Νικολίνι έγινε δεκτή στον Λευκό Οίκο από τον Μπαράκ Ομπάμα, μεταφέροντας το δράμα των μεταναστών. Δεν επανεξελέγη: «Μου ασκήθηκε κριτική ότι νοιαζόμουν πάρα πολύ για τους μετανάστες και όχι αρκετά για το νησί». Παρ’ όλα αυτά, η ίδια είναι υπεύθυνη για το κυριότερο αξιοθέατο της Λαμπεντούζα, καθώς ήταν για πολλά χρόνια επικεφαλής της προστατευόμενης περιοχής όπου βρίσκεται η Σπιάτζα ντέι Κονίγκλι – η «Παραλία των κουνελιών». Τα κρυστάλλινα νερά της τής χάρισαν τον τίτλο της πιο όμορφης παραλίας στον κόσμο από το Tripadvisor για το 2013, σε βαθμό που πλέον οι επισκέψεις γίνονται σε ομάδες, κατόπιν ρύθμισης.
Ο τραγουδιστής Ντομένικο Μοντούνιο, που έγινε διάσημος από την επιτυχία Nel blu dipinto di blu (γνωστότερη ως Volare), κατείχε το μοναδικό σπίτι στον κόλπο όπου βρίσκεται η παραλία, στην οποία είχε δώσει το παρατσούκλι «η πισίνα του Θεού».
Εκεί πέθανε από καρδιακή προσβολή το 1994. Η βίλα του, που έμεινε ανέγγιχτη, είναι τώρα διαθέσιμη στους επισκέπτες. Απέναντι από το πιάνο, ένας πίνακας απεικονίζει πολύχρωμες βάρκες από τις ημέρες που η Λαμπεντούζα ήταν απλώς ένα νησί ψαράδων.
«Θα πάμε στην κόλαση»
«Σχεδόν κανείς δεν βιοπορίζεται πια από το ψάρεμα», λέει ο εκπαιδευτής καταδύσεων Σιμόνε ντ’ Ιπόλιτο. Στα 58 του χρόνια, έχει γίνει μάρτυρας της μεταμόρφωσης του νησιού. Θυμάται την πρώτη αποβίβαση μεταναστών τον Οκτώβριο του 1992, την άφιξη των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους και του μαζικού τουρισμού στο γύρισμα της χιλιετίας και την άφιξη των VIP, στον απόηχο των συναυλιών που πραγματοποιήθηκαν στην παραλία Γκουίτζια μεταξύ 2003 και 2012. Σύμφωνα με τον ίδιο, η αντίθεση μεταξύ αυτών των γεγονότων μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: «Να υποδέχεσαι αυτούς που έχουν χρήματα, αλλά και αυτούς που δεν έχουν καθόλου». Πόσους μετανάστες, νεκρούς ή ζωνταντούς, έχει μεταφέρει με το σκάφος του για να βοηθήσει τις Αρχές; «Υπερβολικά πολλούς, δυστυχώς. Τον Οκτώβριο μετέφερα μικρά κορίτσια με τις μανάδες τους. Στον βυθό βλέπω σμέρνες και καρχαρίες, αλλά το πιο επικίνδυνο ον είναι ο άνθρωπος».
Η Γαλλο-ιταλίδα βιολόγος Ντανιέλα Φρέγκι ξέρει καλά τη θαλάσσια ζωή της περιοχής. Το 1990 άνοιξε το Lampedusa Turtle Rescue, μια κτηνιατρική κλινική για τις χελώνες, το εμβληματικό ζώο του νησιού. Έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των ψαράδων, οι οποίοι της παραδίδουν τα τραυματισμένα ζώα.
«Τις περισσότερες φορές αφαιρούμε απλώς ένα αγκίστρι», λέει. Η Φρέγκι διδάσκει επίσης φυσικές επιστήμες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. «Χάρη στον τουρισμό, οι οικογένειες των μαθητών μου είναι αρκετά εύπορες. Οι μετανάστες, από την άλλη πλευρά, φτάνουν σε απάνθρωπες συνθήκες. Αυτοί οι δύο κόσμοι διασταυρώνονται χωρίς να βλέπουν ο ένας τον άλλο. Θα πάμε στην κόλαση γι’ αυτό».
«Είμαστε τα μάτια της κοινωνίας»
Να δεις ή να μη δεις; Αυτό το δίλημμα απασχολεί τη Ρακέλε Τζιόρτζι. Το μικρό αεροπλάνο που ανήκει στη ΜΚΟ της, Sea-Watch, παρακολουθεί τη θάλασσα για σκάφη που βρίσκονται σε κίνδυνο. Το διασωστικό της σκάφος «Aurora» είναι αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Λαμπεντούζα. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2022, η κυβέρνηση της Μελόνι έχει περιορίσει τις δραστηριότητες των ΜΚΟ, όπως αυτή της Ρακέλε. «Είμαστε τα μάτια της κοινωνίας», δηλώνει η νεαρή από την Τοσκάνη. «Είμαστε τα μάτια της κοινωνίας των πολιτών στη Μεσόγειο. Αλλά οι κυβερνώντες κρατούν κρυφό αυτό που συμβαίνει εκεί».
«Χάρη στον τουρισμό, οι οικογένειες των μαθητών μου είναι αρκετά εύπορες. Οι μετανάστες, από την άλλη πλευρά, φτάνουν σε απάνθρωπες συνθήκες», λέει η βιολόγος Ντανιέλα Φρέγκι.
Ένα δανέζικο πλήρωμα του Frontex, του ευρωπαϊκού οργανισμού συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής, βρίσκεται στον μόλο όπου οι μετανάστες αποβιβάζονται χωρίς να είναι ορατοί. «Τους φέρνουμε, πηγαίνουν στο κέντρο κράτησης και αυτό είναι όλο», λέει ο καπετάνιος Τζασπάρ Σάμινγκ, το σκάφος του οποίου βρίσκεται δίπλα σε ένα πλωτό νεκροταφείο από μεταλλικά κύτη και παλιές ψαρόβαρκες, όπου κάποιοι έχουν γράψει με σπρέι αραβικές λέξεις. Στην επιφάνειά τους, άδεια μπουκάλια και κουρελιασμένα ρούχα υποδηλώνουν ότι πρόσφατα μετέφεραν μετανάστες.
Μόλις αποβιβαστούν, οι μετανάστες οδηγούνται στη μέση ενός πευκοδάσους. Παραμένουν εκεί, σε ένα χοτ σποτ που διαχειρίζεται ο Ιταλικός Ερυθρός Σταυρός για 24 έως 36 ώρες, πριν μετακινηθούν σε άλλα κέντρα στην Ιταλία. Ο Ιμάντ Νταλίλ, ο διευθυντής, περιγράφει το πρωτόκολλο υποδοχής: «Τους παρέχουμε βασική φροντίδα και τους βοηθάμε με τα χαρτιά τους. Προς το παρόν, είναι ήσυχα. Το απόγειο ήταν τον Σεπτέμβριο του 2023, με 12.000 άτομα σε 36 ώρες. Η βασική μας πρόκληση είναι να προσαρμοστούμε στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ροές».
Το τραμπολίνο της Μεσογείου
Ο άνεμος φυσάει στη Λαμπεντούζα, κάτω από τον γκρίζο ουρανό. Πίσω από το αεροδρόμιο, με την όψη στραμμένη προς τη θάλασσα, ένα άγαλμα με την ονομασία Πύλη προς την Ευρώπη έχει υψωθεί από το 2008. Μια παράξενη πύλη, καλυμμένη από καθημερινά αντικείμενα. Το μέρος γύρω είναι έρημο. Ύστερα εμφανίζεται ένας άνδρας. Ο Αχμέντ Ντιάλο, γεννημένος στη Σενεγάλη, γύρω στα τριάντα, εργάζεται στη Λαμπεντούζα ως πολιτισμικός διαμεσολαβητής. Αυτό περιλαμβάνει το να συνοδεύει την ακτοφυλακή στις επιχειρήσεις διάσωσης, να μεταφράζει, να εξηγεί. Στην ανοιχτή θάλασσα έχει δει τα χειρότερα. Ο Ντιάλο έφτασε στη Σικελία πριν από 14 χρόνια, αφού πέρασε από τη Λιβύη. Έχει γίνει φίλος με τους τελευταίους ψαράδες του νησιού και μερικές φορές συναντιέται μαζί τους σε μια παλιά ταβέρνα. «Για πολύ καιρό οι ντόπιοι ήταν πολύ ανοιχτοί», λέει. «Σήμερα η κατάσταση είναι πιο συγκεχυμένη, εργαλειοποιημένη από την πολιτική».
Αυτή η σύγχυση διαπερνά το τραγούδι Onda Alta, την πρόσφατη επιτυχία του Ντάργκεν Ντ’ Αμίκο. Μιλανέζος με καταγωγή από τη Σικελία, τραγουδάει για τους φόβους που μεταφέρουν τα μεταναστευτικά κύματα, αυτούς των προσφύγων κατά τη διέλευσή τους, καθώς και εκείνους των λαϊκιστών. «Καλώς ή κακώς, η Ιταλία ήταν πάντα το τραμπολίνο της Μεσογείου», μας λέει απ’ το τηλέφωνο. Είναι μια εικόνα που ταιριάζει στη Λαμπεντούζα, ένα νησί όπου τα πάντα εκτός από τις ξαπλώστρες των παραθεριστών κουνιούνται επικίνδυνα.
Στο ποίημά του Alì dagli occhi azzurri (Αλί με τα μπλε μάτια), το οποίο δημοσιεύτηκε το 1964, ο συγγραφέας και σκηνοθέτης Πιερ Πάολο Παζολίνι το είχε, ήδη, προβλέψει:
«Ένα από τα αναρίθμητα παιδιά των παιδιών /
θα κατέβει από το Αλγέρι, πάνω σε βάρκες /
με πανιά και κουπιά.
Εκεί θα είναι,
μαζί του, χιλιάδες άνδρες /
με άρρωστα σώματα και τα μάτια /
των φτωχών σκυλιών των πατεράδων τους /
στις βάρκες που θα εκτοξεύονται
στα βασίλεια της πείνας».