Εξωστρέφεια (με γεύση πορτοκάλι)

Εξωστρέφεια (με γεύση πορτοκάλι)

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι κοινό έχουν μια ανώνυμη εφαρμογή για γνωριμίες με μια κοινωνική επιχείρηση που χρησιμοποιεί e-learning για να εκπαιδεύσει τους αλιείς σε θέματα αειφορίας και μια εταιρεία γυαλιών ηλίου που επιστρατεύει τους ίδιους τους καταναλωτές στον σχεδιασμό των προϊόντων της με μία που ασχολείται με την αποδοτικότητα βιομηχανικών εγκαταστάσεων;

Πολύ λίγα – εκτός από τη συμμετοχή τους στον ένατο διαγωνισμό The Squeeze. Ο διαγωνισμός διεξήχθη στις 30 Μαρτίου, με τη στήριξη του Ιδρύματος Νιάρχου, στον χώρο της επιχειρηματικής θερμοκοιτίδας Orange Grove, που ίδρυσε πριν από τρία χρόνια η πρεσβεία της Ολλανδίας στη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου. Οκτώ εταιρείες συμμετείχαν στο The Squeeze, παρουσιάζοντας την ιδέα και το επιχειρηματικό τους σχέδιο μέσα σε πέντε λεπτά και απαντώντας σε ερωτήσεις των κριτών για άλλα πέντε. Στο τέλος, η Tesibit, η εταιρεία με το λογισμικό που χρησιμοποιεί δεδομένα σε πραγματικό χρόνο για να βελτιώνει την απόδοση ανεμογεννητριών και βιοαντιδραστήρων, κέρδισε το πρώτο βραβείο (15.000 ευρώ), ενώ η lalemou, η ανώνυμη εφαρμογή γνωριμιών που έχει λανσαριστεί στην Κύπρο και φιλοδοξεί να επεκταθεί στην Ελλάδα, πήρε το δεύτερο (10.000 ευρώ). 

Το «Κ» είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει τη μέρα πριν από τον διαγωνισμό με τους δύο ξένους κριτές (από τους τέσσερις συνολικά): τον Τζον Φοξ, senior μηχανικό λογισμικού της Netflix, και τον Αμος Τάλμπορ, επενδυτή κατά συρροή και ιδρυτή της ισραηλινής θερμοκοιτίδας The Lighthouse. Βρεθήκαμε στο Orange Grove και κουβεντιάσαμε περί start-ups, το πού θα οδηγήσει η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, το πόσο αληθοφανής είναι η κωμωδία Silicon Valley (πολύ, φαίνεται) και άλλα πολλά.

Ο Φοξ, που κατάγεται από τη Νέα Υόρκη, αλλά ζει εδώ και πολλά χρόνια στο Σαν Φρανσίσκο, αποτελεί ενσάρκωση της ακαταπόνητης εφευρετικότητας και της αλαφροΐσκιωτης αισιοδοξίας που χαρακτηρίζει τη Μέκκα της ψηφιακής επανάστασης. Πρωτοήλθε στην Ελλάδα πριν από τρία χρόνια και θεωρεί ότι τα πράγματα έχουν εξελιχθεί πολύ από τότε. «Υπάρχει πολύ περισσότερη δραστηριότητα σήμερα», λέει, επικαλούμενος  πρωτοβουλίες όπως το The Cube και το Stone Soup και αναφέροντας ότι οι εκκολαπτόμενοι Ελληνες επιχειρηματίες είναι πλέον πολύ καλύτεροι τόσο στις παρουσιάσεις όσο και στην κατάρτιση και στην υλοποίηση επιχειρηματικών σχεδίων.

Θα μπορούσε λοιπόν η Ελλάδα –όπως το Ισραήλ, μια μικρή χώρα χωρίς ιδιαίτερους φυσικούς πόρους, αλλά με πολυπληθή και δυναμική Διασπορά– να προσεγγίσει το επιτυχημένο ισραηλινό μοντέλο τεχνολογικής επιχειρηματικότητας; Ηδη κάποιες ελληνικές εταιρείες ακολουθούν το μονοπάτι των Ισραηλινών, μεταφέροντας την έδρα τους στις ΗΠΑ, όπου βρίσκονται οι χρηματοδότες τους, αλλά διατηρώντας την παραγωγή κατά το μεγαλύτερο μέρος στην Ελλάδα. 

Ο στρατός και η παιδεία

Ο Τάλμορ ωστόσο, που δραστηριοποιείται στο πλούσιο ισραηλινό οικοσύστημα των τεχνολογικών εταιρειών τα τελευταία 20 χρόνια, αναδεικνύει δύο παράγοντες που συνέβαλαν στο ισραηλινό θαύμα οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Ο πρώτος είναι ο ρόλος του στρατού. Σύμφωνα με τον Τάλμορ, πάνω από τις μισές ισραηλινές start-ups «πηγάζουν από τη στρατιωτική έρευνα», από καταστάσεις όπου υπάρχει ένα κρίσιμο πρόβλημα και πρέπει να βρεθεί μια λύση. 

Ο δεύτερος παράγοντας συνδέεται με την κουλτούρα της παιδείας στο Ισραήλ. Οι μαθητές και οι φοιτητές στη χώρα του, εξηγεί ο Τάλμορ, «ενθαρρύνονται να κάνουν ερωτήσεις, να αμφισβητούν τα πάντα, όχι απλώς να αποστηθίζουν γεγονότα». Η παιδεία είναι το κλειδί για να δημιουργηθεί μια κουλτούρα ρίσκου και εξωστρέφειας στις επιχειρήσεις, τονίζει ο Ισραηλινός επενδυτής, η θερμοκοιτίδα του οποίου, που ιδρύθηκε πέρυσι, φιλοξενεί 67 αναδυόμενες επιχειρήσεις. Τονίζει ιδιαίτερα, μάλιστα, τη σημασία μαθημάτων χρηματοοικονομικών στο σχολείο, αναφέροντας ότι ανέλαβε ο ίδιος εθελοντικά να παραδίδει τέτοια μαθήματα στο δημόσιο σχολείο των γιων του. «Πρέπει να φέρετε εδώ εξειδικευμένους μέντορες, που ξέρουν το θέμα τους, που ξέρουν πώς να εκπαιδεύουν τον κόσμο στο να θέτουν ερωτήσεις. Αν θέλετε να αλλάξετε το σύστημα εδώ, πρέπει να ξεκινήσετε χθες», καταλήγει.

Ο Φοξ απηχεί τα λεγόμενα του Τάλμορ και τονίζει ιδιαίτερα την καλλιέργεια ενός «πολύ σημαντικού προσόντος», που είναι το «να διεκδικείς συνέχεια επιτυχώς το δικαίωμα στην προσοχή του άλλου, σε μια εποχή που υπάρχουν τόσες ανταγωνιστικές πηγές πληροφόρησης. Μπορείς με ένα tweet ή μία σύντομη παράγραφο να περιγράψεις συνεκτικά την ιδέα σου; Είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα στον κόσμο».

«Ετσι είναι», συμφωνεί ο ιδρυτής του Lighthouse, το οποίο δεν θέτει χρονικό όριο παραμονής στις εταιρείες που φιλοξενεί. «Πρέπει να τους εκπαιδεύσεις βήμα-βήμα, για όσο καιρό χρειάζεται. Βλέπω κάποια από τα παιδιά των start-ups με τα οποία έχω δουλέψει – ιδιοφυή άτομα, γνωρίζουν τα πάντα για την τεχνολογία με την οποία ασχολούνται. Αλλά τη στιγμή που τους βγάζεις έξω στον κόσμο να μιλήσουν για πρακτικά πράγματα –πωλήσεις, το πώς θα λειτουργήσει η επιχείρηση– σβήνει η φωτιά από τα μάτια τους».

«Στην Ελλάδα συχνά εστιάζουμε στις διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ και στις νεότερες αποφάσεις του Eurogroup», σημειώνει στο «Κ» ο Κάσπαρ Βέλντκαμπ, ο Ολλανδός πρέσβης στην Ελλάδα. Αυτά είναι σημαντικά, παραδέχεται, αλλά πρέπει να δοθεί έμφαση και στη μικροοικονομία: «Οι οικονομίες που ανακάμπτουν πιο δυναμικά από οικονομικές κρίσεις είναι αυτές που καινοτομούν, όχι μόνο στην έρευνα και στην τεχνολογία, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν».

Το συμπέρασμα; Αφήστε χίλιους πορτοκαλεώνες να ανθίσουν! ■

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή