Νίκος Κούλης: O επίμονος κοσμηματοποιός

Νίκος Κούλης: O επίμονος κοσμηματοποιός

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μαύρο σμάλτο πλαισιώνει σμαράγδια Κολομβίας και κωνικά διαμάντια κοπής baguette σε ένα δαχτυλίδι, ενώ διαμάντια-emerald, που μοιάζουν να αιωρούνται, έχουν «ψηθεί» σε διαφανές σμάλτο για να ενωθούν σε ένα κολιέ. Οι δημιουργικές ανατροπές μέσα από μικρές, μεγάλες και συχνά πειραματικές λεπτομέρειες φέρουν την υπογραφή του Νίκου Κούλη. «Δεν μου αρέσουν τα πράγματα που βρίσκει κανείς εύκολα. Για παράδειγμα, σπάνια χρησιμοποιώ στρογγυλά διαμάντια», λέει ο σχεδιαστής κοσμημάτων μιλώντας στο «Κ».

Τη μοναδική ματιά του 40χρονου  Έλληνα δημιουργού χαιρετίζει φέτος η μεγαλύτερη ένωση Αμερικανών κοσμηματοπωλών, η Jewelers of America, καθώς ο Κούλης είναι ο ένας από τους τρεις υποψηφίους στην κατηγορία του Σχεδιασμού Κοσμήματος στα 2018 Gem Awards της  Ένωσης, που θα απονεμηθούν στη Νέα Υόρκη στις 19 Ιανουαρίου. 

«Το κόσμημα είναι μια κούρσα: Αρχικά σχεδιάζεις. Μετά πας σε σπάνιες, πολύ όμορφες πέτρες με πεντιγκρί. Ύστερα θες να κόψεις ο ίδιος τις πέτρες για να δημιουργήσεις τα δικά σου σχήματα. Κατόπιν επιθυμείς να τις τιθασεύσεις όλες μαζί με τρόπους που δεν είναι πάντα εφικτοί», συνεχίζει.

Νίκος Κούλης: O επίμονος κοσμηματοποιός-1

 

Δημιουργική τελειομανία

Ο επίμονος κοσμηματοποιός -σε μια περίπτωση χρειάστηκε έξι μήνες για να εντοπίσει 20 πολύτιμες πέτρες για ένα περιδέραιο- πολλές φορές «παιδεύει» τους έμπειρους τεχνίτες με δημιουργικά αιτήματα, όπως το κάρφωμα πολύχρωμων λίθων (εκτός από διαμάντια) σε τιτάνιο – μια ιδέα που τελικά παρέμεινε στον πάγκο λόγω τεχνικών δυσκολιών. «Όταν έχεις ελευθερία στη χρήση υλικών και δεν έχεις περιορισμό, δηλαδή να σχεδιάσεις βάσει κοστολογίου, κάτι που δεν έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου, αυτό σε απελευθερώνει και δημιουργεί ένα ωραίο αποτέλεσμα», σημειώνει. «Η παραγωγικότητα των τελευταίων πέντε ετών στο δικό μου brand θα μπορούσε σε άλλη περίπτωση να αντικατοπτρίζει ολόκληρη την πορεία μιας άλλης εταιρείας».

Μέλος οικογένειας κοσμηματοποιών, ο Κούλης γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Γεμολογία και Γλυπτογραφία (χαρακτική λίθων) στο Gemological Institute of America, ενώ ξεκίνησε τη δική του επιχείρηση το 2006. Το πρώτο κατάστημα άνοιξε στη Μύκονο το 2014, για να ακολουθήσει λίγους μήνες αργότερα η Αθήνα. Στην πολύβουη πλατεία Κολωνακίου, η «ήρεμη» μπουτίκ του Κούλη, διακριτική αλλά και δυναμικά επικοινωνιακή, όπως και ο ίδιος, δημιουργήθηκε σε συνεργασία με το Stage Design Office των Σταύρου Παπαγιάννη και Γιώργου Κυριαζή.

Βαδίζοντας σταθερά ανάμεσα στην υψηλή κοσμηματοποιία (high jewelry) και την κατηγορία του fine jewelry, ο σχεδιαστής μοιράζει τη δουλειά του ανάμεσα σε (μοναδικά) κομμάτια «ατελιέ» και σε συλλογές, όπως η νυφική «Oui» και η «Lingerie». Η πρώτη, βασισμένη στην αγαπημένη του Αρ Ντεκό, είχε ως εφαλτήριο ένα one of a kind κολιέ εμπνευσμένο από το κτίριο Εμπάιρ Στέιτ της Νέας Υόρκης, ενώ στη δεύτερη μαργαριτάρια και διαμάντια έρχονται μαζί σαν κεντημένη δαντέλα. Σε όλες τους τις μορφές, τα κοσμήματα παρουσιάζουν στοιχεία αρχιτεκτονικής και μια διάθεση αφαίρεσης.

Νίκος Κούλης: O επίμονος κοσμηματοποιός-2Εσωτερική βιτρίνα στην μπουτίκ του Νίκου Κούλη στην Αθήνα.

 

Μετά το πάρτι

Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής εκτελείται στην Ελλάδα, ενώ κάποια «χέρια» δραστηριοποιούνται και στην Μπανγκόκ και στην Ιταλία. Τα κοσμήματα κατόπιν διοχετεύονται σε διεθνή σημεία πώλησης, όπως το Bergdorf Goodman της Νέας Υόρκης, όπου δύο φορές τον χρόνο ο Έλληνας κοσμηματοποιός παρουσιάζει τη δουλειά του σε μορφή trunk show, αλλά και σε καταστήματα στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Μόσχα, στην Κωνσταντινούπολη, στο Αλμάτι και στο Ντουμπάι, μεταξύ πολλών άλλων. «Δεν έχω μάθει πώς είναι το μεγάλο πάρτι, εμείς κάναμε ό,τι κάναμε μέσα στην κρίση», λέει ο σχεδιαστής, ο οποίος «βγήκε» στο εξωτερικό το 2008. «Η κρίση έχει αγγίξει χαμηλότερα τιμολογιακά προϊόντα, γιατί το κοινό έχει εκλείψει γι’ αυτά, ενώ υπάρχει υπερπροσφορά». Συγχρόνως, όμως, πολιτικοοικονομικά σκαμπανεβάσματα σε αγορές όπως της Ρωσίας και του Κατάρ, π.χ., δημιουργούν ένα συναίσθημα «ακροβασίας», όπως λέει ο ίδιος.

Την ίδια στιγμή, η «γρήγορη» τεχνολογία αναδεικνύει την παγκόσμια εμβέλεια του ελληνικού brand. Πάνω από 47.000 είναι εκείνοι που ακολουθούν τον σχεδιαστή στο Instagram, όπου ψηφιακά στιγμιότυπα περιλαμβάνουν τη Σάλμα Χάγιεκ με Nikos Koulis στο πάρτι του περιοδικού W, με αφορμή τις πρόσφατες Χρυσές Σφαίρες, αλλά και την Όπρα Γουίνφρι, τη Λόρα Ντερν και τη Ράνια της Ιορδανίας. Μελανό σημείο της ιντερνετικής προβολής, λέει ο δημιουργός, είναι οι αντιγραφές. Σύμφωνα με τον Κούλη, οι ίδιοι οι πελάτες του πολλές φορές αναγνωρίζουν την πνευματική κλοπή.

Κάποιοι από αυτούς είναι συλλέκτες κοσμημάτων που αγοράζουν κομμάτια του ως επένδυση. «Στην Αμερική δίνουν πολλή σημασία σε αυτό γιατί ο συλλέκτης έχει να κερδίσει από τον νέο δημιουργό, όπως ακριβώς συμβαίνει και στον χώρο της τέχνης. Μου το λένε και οι ίδιοι: “Θέλουμε να σε υποστηρίξουμε και υπολογίζουμε σ’ εσένα”».

Πρόκειται για ένα παγκόσμιο κοινό που δεν αναζητά την «ασφάλεια» των μεγάλων οίκων, αλλά κάτι πιο προσωπικό, με «φρέσκο» χαρακτήρα. Πόσο φίλος πρέπει να γίνει κανείς με τους πελάτες του; «Καθόλου», σημειώνει ο Κούλης. «Ο πελάτης έρχεται αρχικά σ’ εσένα γιατί επιθυμεί να αγοράσει το προϊόν σου. Αυτή είναι η συνταγή και πιστεύω ότι οποιαδήποτε περαιτέρω προσωπική σχέση περνάει το όριο και τη χαλάει».  

Μια συνταγή που παραμένει αναλλοίωτη είναι το αδιάκοπο «κυνήγι» της πέτρας, το οποίο σύμφωνα με τον σχεδιαστή έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια και μια πιο ηθική διάσταση. «Σήμερα ελέγχω από πού θα πάρω τα διαμάντια, ποια είναι η πηγή τους», λέει ο ίδιος, εξηγώντας ότι απέκτησε το «μικρόβιο» μέσα από τη συνεργασία του με τον οίκο Gemfields, έναν «υπεύθυνο» προμηθευτή σμαραγδιών και ρουμπινιών, του οποίου έγινε πρεσβευτής πριν από δύο χρόνια. 

Νίκος Κούλης: O επίμονος κοσμηματοποιός-3

 

Πέρα από την κρίση

Στο μεταξύ, στην Ελλάδα των συνεχιζόμενων δυσκολιών, ο Κούλης αντιμετωπίζει τη βαριά φορολογία αλλά και καθημερινά θέματα στον τομέα των εισαγωγών-εξαγωγών, μεταξύ άλλων. «Όλα αυτά είναι χρονοβόρα και σου ρουφάνε την ενέργεια, σε πρακτικό επίπεδο. Όμως, σε δημιουργικό επίπεδο η κρίση δεν με απασχολεί καθόλου. Είναι επιλογή μου να ζω εδώ και δεν το αλλάζω με τίποτα», σημειώνει. «Με ενοχλεί όμως που εμείς οι Έλληνες, λόγω της κατάστασης, έχουμε κάνει εκπτώσεις, συμβιβαστήκαμε αισθητικά. Και έχουμε χρέος να πάμε παραπέρα, σε όλους τους τομείς».

Στη δική του διαδρομή, η ελληνική ρίζα ταξιδεύει μέσα από συλλογές όπως η «Spectrum», όπου τα κοσμήματα μεταφράζουν το μεσογειακό φως που περνάει μέσα από μια πέργκολα, αλλά και η συμβολική «Medusa» που εστιάζει στο φιδίσιο μοτίβο.

«Σε κάθε αγορά υπάρχει ένα κοινό που αναζητά το “δύσπεπτο”. Έχω τη συναίσθηση ότι δεν είναι πάντα εύπεπτα τα κομμάτια μου», σημειώνει. «Ακόμα και σε μέρη όπως η Ντόχα και το Μπαχρέιν έχουμε συγκεκριμένη πελατεία. Έρχονται κάθε χρόνο, είναι συλλέκτες, τους συναντάμε στη Μύκονο και στην Αμερική, αισθητικά είναι διεθνείς».

Η απονομή των βραβείων στη Νέα Υόρκη πλησιάζει. Η υποψηφιότητά του, που έρχεται να προστεθεί σε ένα πλούσιο βιογραφικό διακρίσεων και βραβείων, είναι ιδιαίτερα τιμητική, λέει ο ίδιος, καθώς τα Gem Award είναι «κλαδικά». Λίγο πριν από τη μεγάλη βραδιά, ο Κούλης μοιράζεται τις σκέψεις του κάνοντας τη δική του αναδρομή. Τι αγαπάει περισσότερο στη δουλειά του; «Τη διαδικασία, από το χαρτί στην υλοποίηση. Έχω τέτοια ανυπομονησία και χαρά να δω κάτι τελειωμένο. Γι’ αυτό και πιέζω τους συνεργάτες μου και πολλές φορές γίνομαι φορτικός. Και, μόλις το δω, το μυαλό μου ήδη τρέχει στο επόμενο». ■

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή