Πρόκειται για το συχνότερο παράπονό μας τα τελευταία χρόνια. Η μεγάλη όμως ερώτηση είναι τι φταίει στην πραγματικότητα; Ο ψηφιακός μας εαυτός που όλο κάτι ζητάει; Η κίνηση; Οι ώρες στο γραφείο; Τελικά, πού πήγε ο χρόνος μας και πώς προσπαθούμε να τον κερδίσουμε πίσω; Ένας συντάκτης του «Κ» προσπαθεί να βρει τη λύση στο μυστήριο, σε μία πρωτοπρόσωπη αφήγηση γεμάτη καθημερινές στιγμές, στατιστικά στοιχεία και διαπιστώσεις ειδικών.
«Το πρώτο πράγμα που κάνω όταν ξυπνάω, είναι να κοιτάξω το κινητό μου. Ναι, το ξέρω ότι αποτελεί τη χειρότερη δυνατή λύση για να ξεκινήσει κανείς τη μέρα του – από την επίδραση του blue light στα μάτια μέχρι το υπερβολικό στρες που προκαλεί μια τέτοια αγχώδης συνήθεια –, αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Πρακτικά, όλη μου η ζωή βρίσκεται εκεί μέσα: τα μέιλ της δουλειάς, οι εφαρμογές πληρωμών (από λογαριασμούς και ψώνια μέχρι «ψηφιακά δανεικά»), το ημερολόγιο με τις οικογενειακές υποχρεώσεις, οι φωτογραφίες και τα βίντεο από την προσωπική μου ζωή, ο καιρός, οι ειδήσεις, τα αθλητικά, το app γυμναστικής που δεν χρησιμοποιώ ποτέ – κυριολεκτικά, τα πάντα. Μια κακή συνήθεια, μια σύγχρονη αναγκαιότητα.
Παλιότερα είχα λίγο προσωπικό χρόνο για μένα το πρωί, τώρα προτεραιότητα έχει το παιδί: να φάει πρωινό, να ντυθεί, να γίνει η αλλαγή της πάνας του (μία φορά αν είμαι τυχερός, δύο όταν είμαι άτυχος), να του μαγειρέψω μεσημεριανό, να παίξει χωρίς να χτυπήσει. Υπολογίστε στο ενδιάμεσο ότι, όπως είναι λογικό, κάτι θα πάει στραβά και ίσως γκρινιάξει – κι άλλος χρόνος που σπαταλιέται εκεί στα χαριτωμένα πείσματα ενός βρέφους. Όλα αυτά, λίγο πριν πάω στη δουλειά. Υπάρχουν μέρες που αντιμετωπίζω τα πάντα με ψυχραιμία και αισιοδοξία, και άλλες που απλώς θα ήθελα να λείπω από τη ζωή μου».
Διαβάστε περισσότερα στο νέο τεύχος του «Κ» που κυκλοφορεί σήμερα με την «Καθημερινή της Κυριακής».