Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά

Το ένα νησί κοσμοπολίτικο, το άλλο χαμηλών τόνων. Και τα δύο έχουν να αφηγηθούν τις δικές τους ιστορίες από τον κόλπο της Νάπολης.

12' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κείμενο: Jason Horowitz c.2021 The New York Times Company
Απόδοση: Ελευθερία Αλαβάνου

Τα απεριτίφ έφτασαν τη στιγμή που ένα ζευγάρι συζητούσε στη βεράντα για το πόσο ήσυχο έχει γίνει πια το νησί, ενώ ο ήλιος του Κάπρι βουτούσε σε μία πορτοκαλιά φέτα ουρανού πάνω από τον Κόλπο της Νάπολης. Το ξενοδοχείο έμοιαζε άδειο. Ο μπάρμαν, ντυμένος κομψά με σακάκι και γραβάτα, διέκοπτε την αφήγησή του για την ένδοξη εποχή πριν την πανδημία, για να διώξει έναν γλάρο είχε σταθεί δίπλα του. «Τα πουλιά λιμοκτονούν», εξήγησε. Μετά από περισσότερο από έναν χρόνο λοκντάουν, τα ιταλικά νησιά στα ανοιχτά της Νάπολης είναι κι αυτά πεινασμένα για επισκέπτες αλλά και για μια επιστροφή στις πολύβουες θερινές περιόδους, οι οποίες τροφοδοτούν την οικονομία τους. 

Τον Μάιο, το λαμπερό Κάπρι και η μικρότερη αδελφή του, Προτσίντα που περισσότερο μοιάζει με γειτονιά της Νάπολης που έχει παρασυρθεί στη θάλασσα, κατάφεραν να γίνουν από τα πρώτα πλήρως εμβολιασμένα νησιά της χώρας. Ο πρωθυπουργός, Μάριο Ντράγκι, παρότρυνε τους ταξιδιώτες «να κλείσουν τις διακοπές τους στην Ιταλία». Δηλαδή να εκμεταλλευτούν μία μοναδική ευκαιρία και να ζήσουν ένα καλοκαίρι με λιγότερα πλήθη, εξαιρετικό καιρό και πιο κινητοποιημένους (και εμβολιασμένους) οικοδεσπότες. 

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-1
Άποψη του ψαροχωριού Corricella με τα χαρακτηριστικά χρωματιστά σπίτια, στο νησί Προτσίντα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα δύο νησιά είναι πανομοιότυπα ούτε ότι θέλουν τα ίδια πράγματα. Στο Κάπρι, οι ιδιοκτήτες των πολυτελών ξενοδοχείων και εστιατορίων διψούν για μία επιστροφή στη VIP κανονικότητα, την ίδια στιγμή που ένα μέρος των κατοίκων βλέπει την έλλειψη των κρουαζιερόπλοιων ως μία ευκαιρία να επανεκτιμήσει το νησί τη βιοποικιλότητα και την τοπική κουλτούρα του. Στην Προτσίντα, με το παστέλ ψαροχώρι του 17ου αιώνα όπου γυρίστηκαν ταινίες όπως «Ο Ταλαντούχος Κύριος Ρίπλεϊ» και «Ο Ταχυδρόμος», οι κάτοικοι είναι ταυτόχρονα αισιόδοξοι και διστακτικοί. Οι ταχείς εμβολιασμοί τους και η ανακήρυξη-έκπληξη του νησιού σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ιταλίας για το 2022 θεωρούν ότι θα καταστήσουν την Προτσίντα υπερβολικά δημοφιλή.  

Λαχτάρα για Αυθεντικότητα

Παρότι έχω επισκεφθεί σχεδόν κάθε γωνιά της Ιταλίας, δεν είχε τύχει να βρεθώ σε κανένα από τα δύο νησιά. Τα μεν πλήθη και η φήμη του Κάπρι ανέκαθεν με τρόμαζαν. Η δε Προτσίντα διέφυγε του ραντάρ μου, εξαιτίας του μεγαλύτερου, γειτονικού νησιού Ίσκια. Όμως, το covid-free καθεστώς, η εγγύτητά τους στο σπίτι μου στη Ρώμη και η ανάγκη μου να δραπετεύσω μετά από μία βάρβαρη χρονιά, συνετέλεσαν στο να πάρω την απόφαση να τα επισκεφθώ.   

Αυτή την πρώτη νύχτα στο Κάπρι, η γυναίκα μου κι εγώ περπατήσαμε σε μονοπάτια πλημμυρισμένα από το άρωμα της μπουκαμβίλιας, χωρίς να στριμωχνόμαστε ανάμεσα σε καταναλωτές πολυτελών ειδών ή πλήθη που μεθούν με λιμοντσέλο. Κοιτούσαμε νευρικά όλα τα κλειδαμπαρωμένα εστιατόρια και τα ρολόγια στα τηλέφωνά μας. Εκείνη την περίοδο, η απαγόρευση κυκλοφορίας ξεκινούσε στις 10 μ.μ. Όπως οι γλάροι, έτσι κι εμείς, πεινούσαμε. Βρεθήκαμε στο κέντρο της πόλης και ακολουθήσαμε κάποιες φωνές δίπλα από μία παμπ. Οι ντόπιοι συζητούσαν για το σχολείο και τα παιδιά έτρεχαν γύρω τριγύρω. Διστακτικά, παραγγείλαμε μπέργκερ και, ως άλλοι ήρωες μυθιστορήματος της Πατρίσια Χάισμιθ, πέσαμε πάνω σε φίλους από τη Ρώμη των οποίων η ρομαντική απόδραση είχε εξελιχθεί σε ξεκαθάρισμα ως προς το εάν εκείνος ενδιαφέρεται περισσότερο για εκείνη ή για το ιστιοπλοϊκό του. Έπειτα, ο φίλος τους, γιος ενός Ιταλού διπλωμάτη που επί δεκαετίες έκανε διακοπές στην οικογενειακή βίλα στο Κάπρι, εμφανίστηκε από τη γωνία με τη γυναίκα του. Ξαφνικά, είχαμε γίνει μία παρέα. «Το Κάπρι επιστρέφει διαφορετικό, πιο δυνατό», μου εξήγησε ο βετεράνος, Lorenzo Fornari. Μιλούσε με ενθουσιασμό για τους πορτοκαλανθούς που φυτρώνουν στο ψηλότερο σημείο του νησιού, το βουνό Solaro, τους οποίους χρησιμοποιεί για να δώσει γεύση στο Solaro, το χειροποίητο τζιν που παρασκευάζει με ντόπιους αγρότες. 

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-2
Το ερειπωμένο Palazzo D’Avalos του 16ου αιώνα, που από το 1830 έως το 1988 χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή, πρόκειται να μετατραπεί σε πολιτιστικό κέντρο.

Δυο μέρες αργότερα τον επισκέφθηκα στον ταρατσόκηπό του, τον γεμάτο ακτινίδια, σύκα, λεμόνια (ένα, εκ των οποίων, το χρησιμοποίησε σαν υδρόγειο για να μου εξηγήσει τη γεωγραφία του νησιού), άγριο μάραθο, ακόμα και μπανανόφυλλα. «Σε αυτό το νησί φυτρώνουν τα πάντα, το ορκίζομαι», είπε, την ώρα που έφτανε μία παρτίδα οινοπνευματωδών από το αποστακτήριο για δοκιμή. Έριξε ένα κλαδάκι δεντρολίβανου μέσα σε ένα ποτήρι πριν από την τελική γευσιγνωσία. Έδειξε να επιδοκιμάζει το αποτέλεσμα, μιλώντας παράλληλα για το πόσο το Κάπρι χρειάζεται περισσότερα τέτοια πρότζεκτ αειφορίας και πώς ο ίδιος συνεργάστηκε με ντόπιους τεχνίτες και με έναν συνεταιρισμό αγροτών στο Anacapri, το πολύ μεγαλύτερο και λιγότερο λαμπερό κομμάτι του νησιού, που, όπως είπε, «έχει πολλά να προσφέρει».    

Μία εξωφρενικά ακριβή κούρσα με ταξί κατά μήκος του νησιού με έφερε στο Anacapri, όπου μια ομάδα στοιχισμένων μαθητών με στολές ευχόταν «buon appetitο» στον κόσμο που γευμάτιζε στον κήπο του εστιατορίου Da Gelsomina. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα μαγαζιά στο νησί που σέρβιρε τα διάσημα ravioli alla Caprese, ζυμαρικά γεμιστά με τυρί και ντομάτες από τον κήπο τους. Όσο ένας σερβιτόρος εξηγούσε σε ένα γκρουπ τουριστών ότι το νησί ήταν συνήθως υπερπλήρες, η αδελφή του, Gelsomina Maresca, ευχόταν φωναχτά «να έρθουν πίσω οι Αμερικάνοι». Απλώς να μην είναι πάρα πολλοί, πρόσθεσε, καθώς η μητέρα της έκοβε baby αγκινάρες στην κουζίνα. «Το Anacapri γίνεται όλο και πιο δημοφιλές, αλλά ελπίζουμε ότι ποτέ δεν θα φτάσει τα επίπεδα της πόλης του Κάπρι. Είναι πολύ εμπορικό. Εμείς είμαστε αυθεντικοί». Η αυθεντικότητα, φυσικά, δεν είναι το ίδιο πράγμα για όλους. Κάποιοι, στο μοδάτο κέντρο του νησιού, πιστεύουν ότι το Κάπρι έχει στο αίμα του τον τουρισμό και τη φιλοξενία, που άρχισαν με τον Αυτοκράτορα Τιβέριο 2.000 χρόνια πριν. Και ότι παρά τη φυσική ομορφιά του, το νησί είναι ταυτισμένο με τους πλούσιους επισκέπτες του. «Πόσο χαίρομαι που σας ακούω», έλεγε ο 64χρονος Nicolino Morgano -ιδιοκτήτης του πολυτελούς μπουτίκ ξενοδοχείου Scalinatella- στο τηλέφωνο. Μιλούσε σε μία παλιά γνώριμή του πελάτισσα, στην οποία υποσχέθηκε το συνηθισμένο της δωμάτιο, μαζί με άψογη περιποίηση. Το Κάπρι, της είπε, «είναι έτοιμο να σας προσφέρει τις γνωστές συγκινήσεις».  

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-3
Το εστιατόριο Da Gelsomina, στο Κάπρι, φημίζεται για την παραδοσιακή τοπική κουζίνα του.

«Πελάτες τηλεφωνούν συνέχεια, μας λένε ότι έρχονται και να “τους κρατήσουμε το τραπέζι τους’’», εξήγησε ο 55χρονος Francesco De Angelis, στου οποίου την οικογένεια ανήκει το αξιοσέβαστο εστιατόριο La Capannina. Μέρες πριν την επαναλειτουργία, τέσσερις γενιές της οικογένειας, όλοι εμβολιασμένοι, κάθισαν στην  ήσυχη τραπεζαρία, περιτριγυρισμένοι από καθαρά ποτήρια και φωτογραφίες διάσημων πελατών τους, όπως ο Ντάστιν Χόφμαν, και θυμήθηκαν ιστορίες άλλων, όπως οι Μάικλ και Κερκ Ντάγκλας. Ένιωθαν ήδη την ενέργεια του Κάπρι να επιστρέφει με τον De Angelis να επισφραγίζει το πνεύμα της συνάθροισης, φωνάζοντας: «Αυτό είναι χαρά, χαρά, χαρά!».  

Η Χρονιά της Αναγέννησης

Το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλίας είχε, επίσης, κατά νου την αναγέννηση όταν επέλεξε την Προτσίντα, ένα ηφαιστειογενές νησί σχεδόν 4 τ.χλμ. και 10.000 κατοίκων, ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα του 2022. Η Προτσίντα «θα μας συνοδεύσει σε αυτό το έτος της αναγέννησης», ανέφερε ο Υπουργός Πολιτισμού, ενώ ο δήμαρχος του νησιού Raimondo Ambrosino χαρακτήριζε την απόφαση ως μία «έκρηξη χαράς».   

Ο Ambrosino, που έπαιξε κομπάρσος στην ταινία «Ο Ταλαντούχος κ. Ρίπλεϊ», ανέφερε ότι η Προτσίντα, δηλαδή το πρώτο νησί της Ιταλίας που εμβολιάστηκε πλήρως, έχει προγραμματίσει ένα πυκνό πρόγραμμα πολιτιστικών δρώμενων που συμπεριλαμβάνουν την «αναγέννηση» εγκαταλελειμμένων κτιρίων. Το ερειπωμένο Palazzo D’Avalos του 16ου αιώνα, που από το 1830 έως το 1988 χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή στην οποία εξέτισαν την ποινή τους μερικοί από τους πιο διαβόητους κακοποιούς της Ιταλίας, θα γίνει πολιτιστικό κέντρο, ενώ ο παλιός φάρος θα μπορούσε να μετατραπεί σε μουσείο με θέμα τη θαλάσσια ζωή της περιοχής. Η μεσαιωνική πόλη Terra Murata, στο βόρειο κομμάτι του νησιού, όπου βρίσκεται η μονή Abbazia San Michele Arcangelo με τη σκηνή της Γεννήσεως φτιαγμένη από κοχύλια, έχει περιθώριο να αναβαθμιστεί. Αλλά, πραγματικά, είπε, δεν είχαν πρόθεση να κάνουν μεγάλες αλλαγές.

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-4

Η μονή Abbazia San Michele Arcangelo, στην Προτσίντα.  

«Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα καινούριο», είπε ο Ambrosino, γέρνοντας πάνω σε ένα παράθυρο του Δημαρχείου. Ενδεχομένως, η ευρύτερη προσοχή που λαμβάνει τώρα το νησί, μαζί με τα κυβερνητικά κονδύλια και τα δολάρια των τουριστών να μπορούσαν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για να ανακαινιστούν πολλά κατεστραμμένα κτίρια και να μετατραπούν σε Airbnb. Αλλά δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για πολυτελή ξενοδοχειακά συγκροτήματα. «Προσπάθησαν να χτίσουν ένα κάποτε, αλλά το εγχείρημα δεν ευοδώθηκε», είπε. 

Αν το Κάπρι κουβαλάει το στίγμα της χλιδής, η Προτσίντα έχει παντρευτεί τον μαρασμό της. Κι όμως, υπάρχει ένας ρομαντισμός α λα Αβάνα στη φθορά της. Στα σκονισμένα καθίσματα των εκκλησιών. Στους πεσμένους σοβάδες που ίπτανται πάνω από την Αγία Τράπεζα. Στις ηλικιωμένες Ιταλίδες που διπλώνουν τα χέρια τους πάνω στα τζάμια, ενώ κοιτάζουν ασάλευτες τη θάλασσα. Στις γκρι κηλίδες που λεκιάζουν τις παστέλ προσόψεις και μοιάζουν με το τεστ Ρόρσαχ (σ.σ. τεστ ψυχολογικής διάγνωσης με τη χρήση κηλίδων μελάνης) ως προς το ποια Ιταλία βλέπει ο καθένας πάνω τους. Την περίληψη ή το όλον; Κάτι το οποίο πρέπει να αλλάξει ή κάτι που πρέπει να μείνει ως έχει με κάθε κόστος; 

Η Προτσίντα μοιάζει να μην έχει την απάντηση. Ο δήμαρχος αναγνωρίζει ότι η πολιτιστική διάκριση θα προσελκύσει περισσότερους τουρίστες, για τη μεταφορά των οποίων, όμως, υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός ακτοπλοϊκών δρομολογίων. Την ίδια στιγμή, οι ίδιοι οι κάτοικοι του νησιού δεν δείχνουν να θέλουν να αλλάξουν, αντιθέτως προτιμούν να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν, ώστε «να αφηγηθούμε στους νέους μας το παρελθόν για να καταλάβουν το μέλλον τους».  

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-5
Tα περίφημα ravioli alla Caprese του εστιατορίου Da Gelsomina, στο Κάπρι. 

Ο δήμαρχος προσεγγίζει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Προτσίντα σαν μια ιστορία αυθεντικότητας, με έντονο ναυτικό χρώμα, όπου οι γιοι θα ακολουθήσουν τα βήματα των πατεράδων και των παππούδων τους, θα γίνουν ψαράδες ή καπεταναίοι. Μετά από μεγάλα, συχνά καλοπληρωμένα, ταξίδια, θα επιστρέψουν στους αγριόκηπους του τόπου τους, να ζήσουν ανάμεσα στα λεμονόδεντρα που φύτεψαν οι πρόγονοί τους για να προστατευθούν από το σκορβούτο. Τα πράγματα, βέβαια, δεν είναι ακριβώς έτσι. Οι σημερινοί κάτοικοι προτιμούν τις πορτοκαλιές και τις βερικοκιές, τα σπάρτα και τα λουλούδια μπρουγκμάνσια. Βολτάρουν αμέριμνοι στα –όχι και τόσο ασφαλή- στενά, τα χωρίς πεζοδρόμια και γεμάτα βέσπες, τρίκυκλα που εκτελούν παραδόσεις τσιμέντου και εκατοντάδες ηλεκτρικά ποδήλατα με μία έξτρα θέση για το παιδί ή τα ζαρζαβατικά. Το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν οι ντόπιοι θα ήταν να φρακάρει το νησί τους από τουρίστες που γεμίζουν τις ντίσκο, τις παμπ και τα μπουτίκ ξενοδοχεία. Θεός φυλάξοι, κανείς δεν τόλμησε να προτείνει μία πιο εμπορική προσέγγιση στον τομέα του τουρισμού. «Θέλουν να είναι οι φιλοξενούμενοι, όχι οι οικοδεσπότες. Γι’ αυτό οι ρυθμοί είναι χαλαροί. Δεν υπάρχει βιασύνη».    

Φιδογυριστές σκάλες, φασαριόζικοι κόκορες

Προσωπικά, βιαζόμουν. Ήθελα και εγώ και τα παιδιά μου να δούμε την Προτσίντα προτού καταφτάσουν τα πλήθη, προτού το νησί γίνει ένα ακόμη Κάπρι. Ομολογουμένως, δεν απογοητευτήκαμε. Το παράθυρο του ταπεινού Airbnb μας ήταν διακοσμημένο με μία γραφομηχανή, αφού εδώ φέρεται να ήταν το μέρος όπου η σπουδαία Ιταλίδα συγγραφέας Elsa Morante έγραψε το μυθιστόρημα Arturo’s Island (1957). «Οι κάτοικοι είναι κακόκεφοι, λιγομίλητοι», παρατηρούσε η Morante. «Η άφιξη ενός ξένου δεν διεγείρει την περιέργεια, αλλά περισσότερο την καχυποψία. Αν αρχίσει να κάνει ερωτήσεις, οι απαντήσεις που θα πάρει θα είναι φειδωλές, γιατί οι άνθρωποι του νησιού μου δεν εκτιμούν την παραβίαση της ιδιωτικότητάς τους».

Εγώ, πάντως, το μόνο που κατασκόπευσα από το παράθυρο του δωματίου μου ήταν ένα τσούρμο κοτόπουλα κι έναν φασαριόζικο κόκορα, που είχαν κουρνιάσει πάνω σε μια πορτοκαλιά. Ένα μονοπάτι μέσα από τα λεμονόδεντρα του κήπου οδηγούσε σε ένα ερειπωμένο παρατηρητήριο με πεσμένους σοβάδες ζωγραφισμένους με κλήματα, που έβλεπε στις σκοτεινές παραλίες της Chiaia. Για να φτάσουμε ως εκεί, περπατήσαμε μέσα από στενά σοκάκια, μεταλλικές σκάλες και απότομα τσιμεντένια σκαλιά.  

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-6

Tο ξενοδοχείο πολυτελείας Scalinatella, στο Κάπρι, αγαπημένο του διεθνούς τζετ σετ. 

Κάναμε μία βαρκάδα γύρω από το νησί, με στάση για βουτιά στην παγωμένη θάλασσα. Για να είμαι ειλικρινής, η όλη εμπειρία ήταν πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από μία παρόμοια βαρκάδα στο Κάπρι. Δεν υπήρχε θαλάσσια σπηλιά σαν το Blue Grotto. Τα βράχια της Προτσίντα είναι απλά βότσαλα συγκριτικά με τα επιβλητικά βράχια του Κάπρι, στο οποίο ο σκίπερ μάς υπέδειξε το σημείο πάνω από το οποίο έμενε ο αυτοκράτορας Τιβέριος και την Casa Malaparte, μία βίλα «με παράθυρα-πίνακες». Στον αντίποδα, ο σκίπερ μας στην Προτσίντα κούνησε το κεφάλι του στη θέα ενός τσιμεντένιου κτίσματος με δύο μικροσκοπικά παράθυρα πάνω από έναν μικρό μεσογειακό θαμνότοπο. «Το έχτισε ένας καταπατητής, εν μία νυκτί. Είναι μία παρωδία», είπε.   

Στη ψαροχώρι της Corricella, πήραμε φρέσκο χυμό πορτοκαλιού και λεμονιού από το μπαρ La Locanda del Postino, όπου γυρίστηκε η ταινία Ο Ταχυδρόμος. Οι λόφοι από λευκά και καφέ δίχτυα και οι επίμονοι, σκληροτράχηλοι ηλικιωμένοι άντρες έδειχναν σαν σκηνικά αντικείμενα μιας ακόμα ταινίας. Όμως, ο τσακωμός δύο ψαράδων για το ποιος άφησε έναν κουβά στη βάρκα ήταν πέρα για πέρα αληθινός. «Οι άνθρωποι έχουν τρελαθεί», είπε ο σεφ του εστιατορίου Caracalé όταν επιτέλους επιθεώρησε την ψαριά με τους μπακαλιάρους. Το φαγητό σε όλο το νησί –από τις σφολιάτες με κρέμα σε σχήμα γλώσσας βοδιού μέχρι το κρασί nespolino από μούσμουλα- είναι αξιομνημόνευτο και συγκριτικά με το Κάπρι, πολύ πιο οικονομικό.  

Στο Caracalé η σούπα από φασόλια και μύδια ήταν τόσο καλή που ρώτησα αν το μυστικό ήταν στο βούτυρο («το μυστικό είναι στην κρέμα από τα φασόλια», μου εξήγησε η σερβιτόρα κοιτώντας με σαν να είμαι τρελός). Στο εστιατόριο Da Girone, όπου ο διάσημος ιδιοκτήτης με τη λευκή γενειάδα χόρευε με τους πελάτες όσο η κόρη του έπαιρνε παραγγελίες, τα μακαρόνια με πέστο λεμονιού και μύδια σχεδόν μας απέσπασαν την προσοχή από το ηλιοβασίλεμα και τη θέα. Στο εστιατόριο La Conchilglia da Tonino, το πλήθος κατέφτασε για ωμό ψάρι και μακαρονάδα με σαρδέλες και πράσινες πιπεριές. «Ελπίζουμε ότι ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας θα βοηθήσει να βελτιωθούν τα πράγματα», είπε η 28χρονη σερβιτόρα, Sabrina Bevere. «Θέλουμε η Προτσίντα να βγει πιο δυνατή και να μην θεωρείται πιο ένα μικρό, δευτεροκλασάτο νησί πίσω από την Ίσκια και το Κάπρι». Υπάρχουν ήδη μερικά χαριτωμένα μπουτίκ ξενοδοχεία. Αλλά η αλλαγή δεν έρχεται εύκολα εδώ.

Κάπρι και Προτσίντα: Τόσο κοντά, τόσο διαφορετικά-7
Κομψές μπουτίκ και μπουκαμβίλιες στην εμπορική ζώνη του Κάπρι.

«Φοβόμαστε», εξομολογήθηκε η 86χρονη Nunzia Frontino, που μένει πάνω στο λιμάνι της Corricella. Πέρασε το πρωινό της μπροστά στη μικρή αυλή, κοιτώντας ένα ζευγάρι παντελόνια να στεγνώνουν. Θυμήθηκε την εποχή όπου υπήρχε μόνο ένα καφέ, στο λιμάνι κυκλοφορούσαν μόνο ψαράδες και η άμμος έμπαινε πιο βαθιά μέσα στον κόλπο. Σήμερα, έχουν ανοίξει μοντέρνα μπαρ που σερβίρουν χειροποίητη μπίρα και ροζ κοκτέιλ. Ένα μαγαζί με υφάσματα από την Ινδία και ένα κατάστημα από τη Ρώμη πουλάνε φουστάνια και τσάντες. Η πανδημία πάγωσε στιγμιαία τα πράγματα, αλλά το καλοκαίρι δίνει υποσχέσεις για ανάσες αισιοδοξίας.  

Πάντως, ο δήμαρχος Ambrosino δεν έδειχνε πρόθυμος να διαφημίσει υπερβολικά την πόλη του. Ρωτώντας τον ποια είναι τα πιο ελκυστικά μέρη, κούνησε το κεφάλι του. «Τα μυστικά μας πρέπει να τα φυλάμε. Αυτό που πρέπει να κάνεις εδώ είναι να αφεθείς», εξήγησε. Κάτι που δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Ένα απόγευμα, πηγαίνοντας για βραδινό, οι πλαϊνοί καθρέφτες από βέσπες και ηλεκτρικά ποδήλατα σχεδόν μας έβγαλαν από τον κεντρικό δρόμο. Ακολουθήσαμε το Google Maps και βρεθήκαμε σε έναν λαβύρινθο από μικρά στενά, για να συνειδητοποιήσουμε ότι είχαμε χαθεί. Τελικά, καταφέραμε να βρούμε το εστιατόριο Pergola, το οποίο, όμως, βρισκόταν απέναντι από την ιδιοκτησία ενός δύστροπου άντρα, όπως καταλάβαμε από την αντίδραση των ντόπιων όταν εμφανίστηκε. Ο οδηγός του ταξί που σταμάτησε για να μας πάρει κυριολεκτικά κρύφτηκε πίσω από την πόρτα του αμαξιού του όταν τον είδε. Εξηγήσαμε την κατάσταση στον ιδιοκτήτη, ο οποίος, απρόθυμα, άνοιξε τις πύλες και μας επέτρεψε να περάσουμε για να πάμε στο εστιατόριο. Προτού μας αφήσει να φύγουμε, έκανε μία σύντομη παράκαμψη στον κήπο με τα λεμονόδεντρα. Ανέβηκε σε ένα από αυτά, έκοψε ένα μεγάλο και παραμορφωμένο σαν μπάλα του φούτμπολ και το έδωσε στον γιο μου. Ακόμα το έχει.  

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή