Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά

Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεύτερος μήνας στη Βοστώνη και το εξ αποστάσεως ταξίδι μας με την Τζίνα και τη Ρόσα μάς έχει εμβυθίσει σε μια νέα πραγματικότητα. Ίσως το ρήμα «εμβυθίζω» να ηχεί παράξενα, αλλά αυτή είναι η ελληνική μετάφραση –την οποία και ο καθηγητής Μπαμπινιώτης θα με προέτρεπε να χρησιμοποιήσω– της αγαπημένης λέξης των Αμερικανών «immerse». Μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις πολλαπλά, από το να προτρέψεις κάποιον να συγκεντρωθεί σε αυτό με το οποίο καταπιάνεται μέχρι να αποτυπώσεις το συναίσθημα που νιώθεις όταν σε ρουφάει η εικονική πραγματικότητα.

Έτσι, λοιπόν, εγώ έχω εμβυθιστεί σε έναν μικρόκοσμο. Γνωρίζω με ακρίβεια πώς είναι ένα βοστωνέζικο κουνούπι, πόσες αποχρώσεις έχει η παγωνιά, πού πάει το χιόνι όταν το μαζεύουν τα φορτηγά από τους δρόμους, πόσα κέρματα χρειάζεσαι στο λεωφορείο και από πού να τα προμηθευτείς, και πολλές άλλες λεπτομέρειες που όταν κυνηγάς τα αξιοθέατα σου διαφεύγουν. Χάνεις δηλαδή το πιο σημαντικό κομμάτι του ταξιδιού: τις φλέβες μέσα στις οποίες κυλά η ζωή της πόλης. Την καθημερινότητα. 

Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά-1

Η εστιασμένη εμπειρία μου στη Βοστώνη ίσως βέβαια και να προέκυψε από την πλήρη αδιαφορία που εκδηλώνουν οι μικρές συνταξιδιώτισσές μου για τα αξιοθέατά της. Έκανα live αναμετάδοση από τον κατεψυγμένο ποταμό Charles με τις ξυλιασμένες πάπιες, κορδώθηκα μπροστά στους ουρανοξύστες, βυθίστηκα σε τρία μέτρα χιόνι στο σπουδαίο πάρκο Boston Commons. Τίποτα δεν βρήκαν πιο εντυπωσιακό από την επαυξημένη πραγματικότητα του Facetime! «Αχ, πολύ ωραίο το χιόνι, ναι, κι εμείς τόσο είχαμε τις προάλλες, μπορείς τώρα να βάλεις τον ελέφαντα;» μου είπε η Τζίνα με κάποια διακριτικότητα και προκειμένου να κερδίσει λίγες στιγμές ψυχαγωγίας κατά τη διάρκεια των πληκτικών για την ηλικία της βιντεοκλήσεών μας. 

Το πήρα κι εγώ απόφαση και κάθε μέρα βάζω και βγάζω animoji (εικονικές «μάσκες» που προσαρμόζονται στις εκφράσεις του χρήστη) με διαφορετικές περσόνες: ξανθά κοριτσάκια με κοτσίδες, ελέφαντες, τίγρεις και δράκους. Δίκιο έχουν. Όταν βγάζω τα animoji κι εμένα μου φαίνομαι αφόρητα πληκτική. Η Τζίνα ούτως ή άλλως αποφεύγει να με κοιτάζει – την ενδιαφέρουν περισσότερο τα μαγικά σχέδια που ξεφυτρώνουν χαϊδεύοντας το κινητό. Ο κοινός μας χώρος είναι πλέον ένα υβρίδιο από μάσκες και animation. Σε εκείνες δίνουν ένα κάπως χαρούμενο χρώμα στον αποχωρισμό, σε εμένα πάλι προκαλούν το σύνδρομο του θλιμμένου κλόουν.

Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά-2

Αντίδοτο στην καταναγκαστική ψηφιακή επικοινωνία των ημερών που διανύουμε και λόγω πανδημίας, μου φάνηκε η επίσκεψη στο Isabella Stewart Gardner Museum. Αυτή η εκπληκτική γυναίκα και ιδρύτρια του μουσείου οραματίστηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα έναν χώρο που θα φιλοξενούσε έργα σπουδαίων καλλιτεχνών, τα οποία δεν θα συνοδεύονταν από επεξηγηματικές ετικέτες. Οι επισκέπτες θα απολάμβαναν την τέχνη με το προσωπικό τους κριτήριο, χωρίς να τους επιβάλλεται η αξία ενός μεγάλου ονόματος. 

Πίστευα ότι θα έβρισκα ανθρώπους να περιπλανιούνται ανέμελοι και προστατευμένοι από αυτή τη σφοδρή εισροή πληροφοριών μέσα στην οποία ζούμε σήμερα. Γελάστηκα. Γιατί η Isabella Stewart μπορεί να το οραματίστηκε, οι διαχειριστές του έργου της όμως έβαλαν τη δική τους πινελιά: ταμπέλες με QR codes που τις διαβάζεις στο κινητό. Έτσι, στην εντυπωσιακή αυλή του μουσείου συνάντησα τη γνώριμη εικόνα του είδους μας: ανθρώπους με κυρτωμένα σώματα πάνω από οθόνες κινητών και τεντωμένα χέρια για πιο επιτυχημένες σέλφι. Εγώ πάντως ακολούθησα το όραμά της και εμβυθίστηκα κυριολεκτικά σε αυτόν τον αντισυμβατικό χώρο, ακολουθώντας το ένστικτό μου. Και η αλήθεια είναι πως το απόλαυσα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως.

Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά-3

Με αυτή τη συναισθηματική δυναμική να με παρασύρει, αλλά κι επειδή οι γονείς ποτέ δεν πρέπει να παραιτούμαστε από τις εμμονές μας, αποφάσισα να στείλω ένα μήνυμα στη νέα γενιά ότι ο χειροπιαστός κόσμος, μακριά και έξω από κάθε ηλεκτρονικό μέσο, έχει γοητεία. Αγόρασα λοιπόν την πιο όμορφη καρτ ποστάλ για να την ταχυδρομήσω. Με αυτή την κίνηση θα τους έδειχνα πως το γραμματόσημο της καρτ ποστάλ και το ποστάρισμα είναι ακριβώς το ίδιο. Πιστοποιούν την παρουσία μας σε ένα σημείο μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Θα τόνιζα μάλιστα πως η μόνη διαφορά είναι η ταχύτητα με την οποία ταξιδεύει η πληροφορία. Και πως η αναμονή αυτή έχει μια γλυκύτητα, που θα την καταλάβουν όταν ερωτευτούν. 

Το χαμόγελο της επιτυχίας πάγωσε όταν η υπάλληλος με ενημέρωσε πως η καρτ ποστάλ για να φτάσει στην Ελλάδα θα χρειαζόταν τουλάχιστον τρεις εβδομάδες. Το χρονικό χάσμα μεταξύ του ενός δευτερολέπτου για να ποστάρω μια φωτογραφία έναντι των 13 εκατομμυρίων δευτερολέπτων που θα χρειάζονταν για να φτάσει η καρτ ποστάλ, μου φάνηκε ξαφνικά αγεφύρωτο. «Τσουκαρέλα*, παραδώσου στο πνεύμα της εποχής», μουρμούρισα. Έκανα την καρτ ποστάλ ηλεκτρονικό μήνυμα, έβαλα τα αγάλματα (δήθεν) να τραβήξουν τις δικές τους σέλφι και τράβηξα και μια δικιά μου με μάσκα ελέφαντα, για να ικανοποιήσω τις παραλήπτριες. Για μια στιγμή θυμήθηκα τις φωτογραφίες στα οικογενειακά άλμπουμ με τα ταξίδια των γονιών μου. Σε πρώτο πλάνο να βρίσκονται τα τοπόσημα της κάθε πόλης και κάπου στο βάθος να διακρίνεις τις σιλουέτες τους. Ζήτησα από έναν περαστικό να με βγάλει φωτογραφία μπροστά στο μουσείο. Η δική μου σύντομη νεκρολογία στην αναπαράσταση των ταξιδιών μας.  

* «Τσούκα» στη γλώσσα των Βλάχων της Ηπείρου σημαίνει «κορυφή». Η Τσουκαρέλα (2.295 μ.), η Τσούκα Ρόσα (1.987 μ.) και η Τσούκα Τζίνα (1.833 μ.) είναι τρεις κορυφές των βουνών της Πίνδου με βοσκότοπους, ορεινές διαδρομές και περιπάτους που αξίζει κανείς να ανακαλύψει. 

Στο μουσείο Isabella Stewart Gardner της Βοστώνης επιβεβαίωσα ότι τα ταξίδια μας έχουν γίνει υβριδικά-4
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

⬤ Η Αμερικανίδα Isabella Stewart (1840-1924) ήταν μια παθιασμένη συλλέκτρια έργων τέχνης, φιλάνθρωπος και προστάτιδα των τεχνών. Παρότι μεγάλωσε σε μια ευκατάστατη οικογένεια, υπήρξε ένθερμη υποστηρίκτρια των Αφροαμερικανών, των Εβραίων και των ομοφυλόφιλων. Εκκεντρική και αντισυμβατική, αγαπούσε τα ταξίδια, το κάπνισμα, το τρέξιμο, ενώ το αγαπημένο της θέαμα ήταν το μποξ. 
⬤ Το μουσείο που η ίδια δημιούργησε είναι μια εντυπωσιακή ρεπλίκα ενός βενετσιάνικου palazzo του 15ου αιώνα, αφού η Βενετία ήταν ο αγαπημένος της προορισμός. Εντυπωσιακή και η επέκτασή του διά χειρός του αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο, η οποία σήμερα φιλοξενεί σύγχρονες εκθέσεις. 
⬤  Ο κήπος με τα αγάλματα και τα λουλούδια είναι πραγματική όαση, ενώ στις αίθουσες εκτίθενται περισσότερα από 2.500 έργα τέχνης –πίνακες, ταπισερί, γλυπτά, έπιπλα, χειρόγραφα, σπάνια βιβλία, διακοσμητικά αντικείμενα–, όπως η ίδια επιθυμούσε. Η συλλογή της Stewart περιλαμβάνει έργα των Botticelli, Tiziano, Fra Angelico, Rembrandt, Vermeer, Velázquez και άλλων. 
⬤ Το μουσείο είναι ακόμα γνωστό για τη θρυλική διάρρηξη του 1990, που παραμένει ανεξιχνίαστη. Κλάπηκαν έργα των Rembrandt, Vermeer, Degas και Manet, συνολικής αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων. Πρόσφατα, το χρονικό της ληστείας έγινε μίνι σειρά ντοκιμαντέρ στο Netflix (με τίτλο «This is a Robbery: The World’s Biggest Αrt Heist»).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή