Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού

Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σκέψου καζούρα που θα έτρωγα αν τολμούσα να πω σε καμιά παρέα ότι το ωραιότερο μπάνιο του καλοκαιριού το έκανα σε μια λίμνη. Έχοντας όμως για ανάχωμα τη σελίδα του περιοδικού, μπορώ να γράψω ευθαρσώς ότι η Τσουκαρέλα είναι κορίτσι των βουνών με αιτία. Στις ορεινές λίμνες έχει δροσιά, δεν καραδοκούν μέδουσες, δεν κολλάει το αλάτι πάνω σου και, το κυριότερο, παρέχει (δωρεάν) θεραπεία κατά της αγοραφοβίας.

Είναι χάρμα τα βουνά μέσα στον καύσωνα. Από την παραλία Ακράτας ανηφορίζουμε προς την ορεινή Αχαΐα και τον Χελμό, στις υπώρειες του οποίου βρίσκεται η αγαπημένη μας λίμνη Τσιβλού. Σχεδόν ειδυλλιακή, περιστοιχίζεται από ένα πυκνό δάσος με καστανιές, πεύκα και έλατα. «Τρέξε», μου φωνάζει η επτάχρονη Τζίνα, «τα ζώα μάς φωνάζουν να κολυμπήσουμε». Πράγματι, δεκάδες ατρόμητα ψαράκια μάς κοιτάζουν επίμονα, στραμμένα προς την ακτή, μικρά πουλάκια πετάνε προς αναζήτηση τροφής, τα τζιτζίκια ξελαρυγγιάζονται, ενώ ένας νεαρός κάνει καγιάκ παρέα με τον σκύλο του, που γαβγίζει στις δεκάδες λιβελούλες που πετάνε γύρω τους. Λίγο πιο πέρα, δύο slackline στις όχθες της λίμνης δοκιμάζουν τους επιτήδειους ισορροπιστές, που πέφτουν στο νερό πριν ολοκληρώσουν την προσπάθειά τους. 

Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού-1

Βουτάμε με τη μία στη ζέστη του μεσημεριού. Η καημένη η Τζίνα, που δεν ξέρει να κολυμπάει ακόμη καλά καλά, αγωνίζεται να παραμείνει στην επιφάνεια, ενώ η εντεκάχρονη Ρόσα κολυμπάει ανάσκελα με τα πόδια ψηλά. «Δεν μου αρέσει να μη βλέπω τα πόδια μου μέσα στο νερό», γκρινιάζει. «Α, ναι;» λέω κάπως αόριστα, για να αποφύγω την ανάλυση «τι φοβάσαι;», άσε που εγώ νιώθω εξαίσια, αφού ο δικός μου τρόμος είναι να μη μου φάει τα πόδια κανένας καρχαρίας. Η τελευταία σκηνή από την ταινία του Σπίλμπεργκ «Τα Σαγόνια του Καρχαρία» που είδα όταν ήμουν στην ηλικία της Ρόσας έχει στιγματίσει διαχρονικά τον ύπνο και τον ξύπνιο μου.

Καταλήγουμε ξαπλωμένες στη σκιά ενός πλατανιού. Οργανώνουμε πάρτι, προγραμματίζουμε διακοπές και κάνουμε όνειρα για τη νέα σχολική χρονιά. Νομίζω θα σκάσω από οικογενειακή ευτυχία όταν πια τα κορίτσια πιάνουν τα κόμικς τους και εγώ διαβάζω ανέμελη εφημερίδες στο κινητό μου. Αχ, καλοκαιράκι! Καθώς σκρολάρω, εμφανίζεται η φωτογραφία ενός χιμπατζή. «Τι γλυκούλης!» κρυφοκοιτάζει την οθόνη μου η Τζίνα. Επιμένει να διαβάσει την είδηση. «Ξέρω να διαβάζω», μου τραβάει το κινητό, «δεν με έχεις ακούσει σε άγνωστο κείμενο», επιμένει. Διαβάζω διαγώνια την είδηση του χιμπατζή Μπαζού που εξολοθρεύτηκε στο Αττικό Ζωολογικό Πάρκο όταν το έσκασε από τον χώρο όπου φυλασσόταν. Δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια «διανθισμένη» με κάθε λεπτομέρεια περιγραφή του συμβάντος, και έτσι της το δίνω. Συλλαβίζει δύσκολες προτάσεις, με ρωτάει άγνωστες λέξεις, μετά κουράζεται και μου ζητάει να της διαβάσω εγώ το υπόλοιπο. Με ρωτάει κάπως διαδικαστικά γιατί τον σκότωσαν, της αναλύω αυτά που γράφει το άρθρο, χωρίς να παραλείψω να εκφράσω τη δυσαρέσκειά μου για τους ζωολογικούς κήπους, τους οποίους αντιπαθώ και ποτέ δεν έχουμε επισκεφτεί.  

Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού-2

Κι ενώ πιστεύω πως η ανάλυση τελείωσε και θα επιστρέψουμε στην ευτυχία κάτω από τον πλάτανο, η Τζίνα έχει γυρίσει μπρούμυτα και κλαίει απαρηγόρητη. «Τι σκέφτεσαι;» τη ρωτάμε ξανά και ξανά. «Ο Μπαζού είναι σαν ένας αθώος άνθρωπος που τον έβαλαν φυλακή και, μόλις αυτός βγήκε από την πόρτα ελεύθερος, εκείνοι τον σκότωσαν. Είναι άδικο!» καταφέρνει να ψελλίσει ανάμεσα στους λυγμούς της. Κρατώντας τη στην αγκαλιά μου, προσπαθώ να καταλάβω γιατί δεν αισθάνομαι απολύτως τίποτα για τον χιμπατζή, εκτός ίσως από κάποια νεύρα για το συμβάν. Φέρνω στο μυαλό μου τόσα γεγονότα του τελευταίου καιρού, από την πανδημία μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία, που θα έπρεπε να μας κάνουν να χάνουμε τον ύπνο μας. Το κλάμα αυτού του μικρού κοριτσιού είναι το μέτρο της κατάντιας μας ως ανθρώπινου είδους. Η αναισθησία του ενηλίκου που πακετάρεται ως αίσθημα επιβίωσης είναι τελικά ο λόγος που δεν αγωνιζόμαστε ενάντια στη φρίκη.

Της εξηγώ πως ο Μπαζού είναι ένα άγριο ζώο, πως ίσως δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τον ακινητοποιήσουν και ίσως σκότωνε κάποιον άνθρωπο στην κατάσταση που βρισκόταν, και στο τέλος συμφωνήσαμε πως το πιο σημαντικό θα ήταν τα ζώα να ζουν στο φυσικό τους περιβάλλον αντί να είναι εκθέματα. Πως τα βλέπουμε ωραιότατα σε βιβλία και ντοκιμαντέρ και τίποτα παραπάνω δεν έχει να μας προσφέρει το περιβάλλον του ζωολογικού κήπου. 

Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού-3

Την πήρα από το χέρι και μπήκαμε πάλι στο νερό να ξεπλύνουμε τη λύπη. «Εγώ πάντως φοβάμαι τα άγρια ζώα και θα φοβόμουν να δω τον Μπαζού. Κι εδώ που είμαστε, φοβάμαι τους λύκους και τις αρκούδες», είπε η Ρόσα. «Κι εγώ φοβάμαι τους καρχαρίες», εξομολογήθηκα. «Όλοι φοβόμαστε τα άγρια ζώα, αλλά, αν σεβόμαστε τον χώρο τους, μπορούμε να ζούμε όλοι μαζί». Δυστυχώς από το 1975 που σκότωσαν τον καρχαρία Μπρους, για να γίνει πιο πειστική η σκηνή του νεκρού κήτους στην ταινία του Σπίλμπεργκ, μέχρι σήμερα, που ένα άγριο ζώο δολοφονήθηκε για να μην επιτεθεί στους επισκέπτες ενός ζωολογικού κήπου, δεν ξέρω πόσα έχουν αλλάξει στην ψευδαίσθηση υπεροχής του ανθρώπου απέναντι στην άγρια ζωή. Είναι, πάντως, μια πρόοδος πως ο ζωολογικός κήπος γίνεται μπανάλ.

Ο ήλιος πια πέφτει και αισθάνομαι μια γλυκιά ευχαρίστηση καθώς φοράω μακρυμάνικο την ώρα που σκέφτομαι τους φίλους μου ακίνητους κάτω από τον ανεμιστήρα. Η Τζίνα έχει πια συνέλθει και παίζει κρυφτό με μια σαύρα. Την ακολουθώ. «Αν σκότωναν μια σαύρα, θα έκλαιγες το ίδιο;» τη ρωτάω παιχνιδιάρικα. «Θα έκλαιγα πιο λίγο, γιατί η σαύρα είναι πιο μικρή», μου απαντά. Ο παιδικός σουρεαλισμός ανακουφίζει κάπως τον οίκτο που νιώθω όλη μέρα για όσα δεν έχω καταφέρει να αλλάξω. Ευτυχώς που υπάρχουν τα παιδιά για να μας υπενθυμίζουν ότι ο αγώνας να γινόμαστε καλύτεροι συνεχίζεται. 

* «Τσούκα» στη γλώσσα των Βλάχων της Ηπείρου σημαίνει «κορυφή». Η Τσουκαρέλα (2.295 μ.), η Τσούκα Ρόσα (1.987 μ.) και η Τσούκα Τζίνα (1.833 μ.) είναι τρεις κορυφές των βουνών της Πίνδου με βοσκότοπους, ορεινές διαδρομές και περιπάτους που αξίζει κανείς να ανακαλύψει. 

Τσουκαρέλα, Ρόσα και Τζίνα μιλούν για τον καρχαρία Μπρους και τον χιμπατζή Μπαζού στη λίμνη Τσιβλού-4
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

◆ Η λίμνη Τσιβλού βρίσκεται σε υψόμετρο 780 μ. και απέχει γύρω στα 28 χλμ. από την παραλιακή πόλη της Ακράτας, στην Αχαΐα. Έχει έκταση περίπου 80 στρέμματα, βάθος 30 μ. και η περίμετρός της είναι 1.900 μ. (πηγή: naturagraeca.com). Μπορεί κανείς εύκολα να κάνει τον γύρο της λίμνης με τα πόδια ή με ποδήλατο μέσα από τον κυκλικό χωματόδρομο ή απλώς να απολαύσει ένα πικνίκ στα ξύλινα τραπεζάκια. 
◆ Στην Τrekking Hellas Αχαΐας (τηλ. 6942-010853/Γιάννης Χουλιάρας) και στην πλατφόρμα unlimited-adrenaline.gr μπορείτε να νοικιάσετε καγιάκ ή να κάνετε άλλες δραστηριότητες.
◆ Πολύ κοντά στη λίμνη βρίσκεται η οικογενειακή ταβέρνα Πέτρινο, που περιστοιχίζεται από έναν πανέμορφο φυτεμένο κήπο με λουλούδια και δέντρα. Μητέρα και γιος συνεργάζονται για να προσφέρουν στους επισκέπτες προζυμένιο ψωμί ψημένο στον ξυλόφουρνο, μαγειρευτά και ψητά της ώρας με ντόπια κρεατικά. 
◆ Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται τα χωριά Ζαρούχλα, Σόλος, Μεσορούγι και Περιστέρα, που αξίζει να ανακαλύψετε σε μια βόλτα με αυτοκίνητο, το καθένα με τα δικά του όμορφα σημεία και στάσεις.   
◆ Στα «Σαγόνια του Καρχαρία» χρησιμοποιήθηκαν τέσσερις μηχανικοί καρχαρίες, που ο Σπίλμπεργκ ονόμασε Μπρους, από το όνομα του δικηγόρου του, κι ένας αληθινός καρχαρίας, που δολοφονήθηκε για χάρη των γυρισμάτων. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή