Σεντ Μόριτζ: Η φωτεινή πλευρά της Ελβετίας

Σεντ Μόριτζ: Η φωτεινή πλευρά της Ελβετίας

10' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ταξιδεύουμε στο διάσημο τουριστικό θέρετρο των Ελβετικών Αλπεων, μαθαίνουμε πώς καθιερώθηκε ως προορισμός στα μέσα του 19ου αιώνα και διαπιστώνουμε ότι συνεχίζει να δεσπόζει στην κορυφή της χειμερινής Ευρώπης, προσαρμοσμένος απολύτως στις ανάγκες και τις επιθυμίες των νέων παραθεριστών του, των Ρώσων.

Πώς είναι άραγε ο παλαιότερος χειμερινός προορισμός της Ευρώπης; Με αυτή την απορία επιβιβάστηκα στην πρωινή πτήση της Swiss για Ζυρίχη. Σχεδόν τρεις ώρες μετά, και αφού προσγειωνόμαστε στη μεγαλύτερη πόλη της Ελβετίας, τα διαφημιστικά πόστερ του ξακουστού αλπικού θερέτρου στο αεροδρόμιο είναι γεμάτα υποσχέσεις. Σύμβολο του τουριστικού  οργανισμού του Σεντ Μόριτζ: ένας ολοστρόγγυλος λαμπερός ήλιος. Και απαραίτητη επεξήγηση: οι 322 ηλιόλουστες ημέρες το χρόνο, για τις οποίες «καμαρώνει». Ενδιαφέρον. Αλλά όχι και τόσο πειστικό ακόμα. Είναι Ιανουάριος, έχει κρύο, ψιλόβροχο, και από το παράθυρο του τρένου, που μας μεταφέρει στο κέντρο της πόλης, ο ήλιος απουσιάζει επιδεικτικά. Το ίδιο και σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή που ακολουθεί στο δεύτερο τρένο, από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Ζυρίχης μέχρι το Κουρ (Chur) στα νότια. Ησυχα και γκρίζα τα νερά της μεγάλης λίμνης στην αρχή, γυμνά τα αμπέλια στη συνέχεια· η μελαγχολική φύση του χειμώνα σε όλο το μεγαλείο της.

Μία ώρα και είκοσι λεπτά αργότερα αποβιβαζόμαστε στο σταθμό του Κουρ (που λογίζεται ως η παλαιότερη πόλη της Ελβετίας), όχι όμως για να τη δούμε, αλλά για να περάσουμε στη διπλανή αποβάθρα και να επιβιβαστούμε στο τρίτο και τελευταίο τρένο της πορείας μας. Η διαδρομή από το Κουρ μέχρι το Σεντ Μόριτζ είναι μέρος της περίφημης σιδηροδρομικής γραμμής Bernina, που συνδέει το αλπικό ελβετικό θέρετρο με τη μικρή πόλη Τιράνο της βόρειας Ιταλίας. Ανεβαίνει έως τα 2.253 μ. (θεωρείται η ψηλότερη σιδηροδρομική γραμμή της Ευρώπης), έχει μήκος 61 χιλιόμετρα και περνάει από 22 σταθμούς, 13 τούνελ και περισσότερες από 50 γέφυρες. Μάλιστα, τον Ιούλιο του 2008, μόλις συμπλήρωσε εκατό χρόνια λειτουργίας, μπήκε στη λίστα των Μνημείων Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Από εδώ και πέρα αρχίζει η ανάβαση: τα ψηλά βουνά, τα βαθιά φαράγγια, τα κρυσταλλωμένα νερά στα ποτάμια, οι παγωμένες λίμνες, τα χιόνια, η ομίχλη. Διασχίζουμε εντυπωσιακές γέφυρες και σκοτεινά τούνελ, ξαναβγαίνουμε στο ολόλευκο τοπίο, θέλουμε να ζητήσουμε από τον μηχανοδηγό να σταματήσει για μια φωτογραφία… Δύο ώρες γεμάτες μοναδικές εικόνες. Το Σεντ Μόριτζ αξίζει για το ταξίδι έως το Σεντ Μόριτζ – οι καβαφικές σκέψεις που έρχονται στο μυαλό, καθώς η ορεινή σιδηροδρομική διαδρομή φτάνει σιγά-σιγά στο τέλος της. Το περίφημο χειμερινό θέρετρο ξεδιπλώνει όλη του την αρχοντιά μπροστά στα αχόρταγα μάτια μας.

160 χρόνια ιστορίας

Το 1856 άνοιξε εδώ το πρώτο ξενοδοχείο της περιοχής, το Kulm. Ιδιοκτήτης του ήταν ένας χαρισματικός και πρωτοπόρος επιχειρηματίας, ο Johannes Badrutt, ο άνθρωπος που καθιέρωσε το Σεντ Μόριτζ ως χειμερινό προορισμό. Αρχικά το γραφικό ορεινό χωριό των Ελβετικών Αλπεων ήταν γνωστό για τις θερμές πηγές του (τις οποίες έχει ακόμα) και στα μέσα του 19ου αιώνα αποτελούσε τόπο παραθερισμού πλούσιων Αγγλων για τις καλοκαιρινές διακοπές τους. Με την τεράστια λίμνη στη μέση, τα καταπράσινα βουνά τριγύρω και την ατελείωτη ηλιοφάνεια σε υψόμετρο 1.822 μ., το Σεντ Μόριτζ έμοιαζε τόπος μαγικός. Κάπου τότε ο Johannes Badrutt σκέφτηκε ότι και το χειμώνα, με τα χιόνια και τον ήλιο, θα είναι εξίσου ωραία. Πώς όμως θα μπορούσε να πείσει τους πελάτες του να επισκεφτούν το Σεντ Μόριτζ χειμώνα; «Θα αποκλειστούμε από τα χιόνια εδώ πάνω», απαντούσαν όλοι στην πρότασή του. Και τότε ο έξυπνος επιχειρηματίας, και από τους πρώτους διδάξαντες του μάρκετινγκ, έκανε την κίνηση ματ: τους έταξε τζάμπα διακοπές. «Ελάτε χειμώνα, μείνετε όσο θέλετε δωρεάν, και αν σας αρέσει, διαδώστε το και καθιερώστε το». Δεν ξέρουμε αν το είπε ακριβώς έτσι ή κάπως έτσι, το αποτέλεσμα ήταν ότι οι Αγγλοι πήγαν στο Σεντ Μόριτζ Δεκέμβριο και έμειναν μέχρι τον Μάρτιο, ενώ έκτοτε ο Badrutt κατάφερε να έχει πελατεία όλο το χρόνο και το χωριό του να γίνει το πρώτο χειμερινό θέρετρο της Ευρώπης.

Η συνέχεια είναι λίγο έως πολύ γνωστή. Το Σεντ Μόριτζ από τη γένεσή του ως τουριστικός προορισμός μέχρι και σήμερα απευθύνεται πρωτίστως στους πολύ πλούσιους ταξιδιώτες αυτού του κόσμου, με εμβληματικά πεντάστερα ξενοδοχεία, όπως το Carlton St. Moritz, στο οποίο φιλοξενηθήκαμε με αφορμή τον εορτασμό των εκατοστών γενεθλίων του, το Kulm, που ύστερα από 150 και πλέον χρόνια λειτουργίας έχει επεκταθεί, ανακαινιστεί και αλλάξει ιδιοκτησιακό καθεστώς, αλλά και το ιστορικό και διεθνώς γνωστό Badrutt’s Palace, που άνοιξε το 1896 από τον εγγονό του Johannes Badrutt, Caspar. Στο ίδιο επίπεδο με τη λίμνη και δίπλα στις θερμές πηγές ξεχωρίζει επίσης το Kempinski Grand Hôtel des Bains.

Το Σεντ Μόριτζ έχει φιλοξενήσει τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1928 και του 1948 -και ακόμη δεσπόζουν γύρω τριγύρω οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις-, ενώ φιλοξενεί περί τις 5.500 μόνιμους κατοίκους, που την περίοδο αιχμής δεκαπλασιάζονται (!), και 160 καταστήματα, από τα οποία δεν απουσιάζει ούτε ένας από τους διασημότερους οίκους ένδυσης, υπόδησης, κοσμημάτων και ωρολογοποιίας, με εξαιρετικές πωλήσεις. Οχι από τους ντόπιους, φυσικά. Οι μόνιμοι κάτοικοι του Σεντ Μόριτζ, αν δεν είναι πολύ πλούσιοι, αναγκάζονται να ξενιτεύονται για να ψωνίσουν, είτε σε άλλες κοντινές ελβετικές πόλεις και χωριά είτε προς τη γειτονική βόρεια Ιταλία (το Μιλάνο βρίσκεται τρεις ώρες μακριά).

Νέα και παλιά πελατεία

Από εδώ έχουν παρελάσει όλοι: διάσημοι καλλιτέχνες, ηθοποιοί, τραγουδιστές, αθλητές και επιχειρηματίες με τις οικογένειες, τις παρέες και τις συντροφιές τους. Το μόνο ίσως που αλλάζει μέσα στα χρόνια είναι η προέλευση των επισκεπτών του. Γιατί εκτός από τη διεθνή σόουμπιζ, που, ως γνωστόν, ανανεώνεται συχνά, τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους και εδώ οι νέοι πλούσιοι του πλανήτη μας, οι Ρώσοι και οι Κινέζοι. Κάτι που κάνει τους παραδοσιακά πλούσιους, Ελβετούς, Γερμανούς κ.ά. να δυσανασχετούν με τους τρόπους, τις συνήθειες και ενδεχομένως τη φασαρία που κάνουν οι πρώτοι. Προβλήματα…

Οι επιχειρηματίες της γύρω περιοχής, πάλι, δεν δυσανασχετούν καθόλου. Με τους Ρώσους να αποτελούν το 40% της πελατείας τους τελευταία, έχουν προσαρμοστεί πλήρως σε όλες τους τις ανάγκες και απαιτήσεις.

Κατ’ αρχάς, στις 10 Ιανουαρίου, οπότε βρεθήκαμε εμείς εκεί, το Σεντ Μόριτζ είχε ακόμα Χριστούγεννα (δεδομένου ότι οι Ρώσοι είναι παλαιοημερολογίτες). Ξενοδοχεία, δρόμοι και βιτρίνες, όλα ήταν ολοστόλιστα και λαμπερά κι εμείς, έχοντας πάει απροετοίμαστοι για τη γιορτή που μας περίμενε, νιώσαμε ένα παράξενο déjà vu. Δύο φορές Χριστούγεννα το χρόνο δεν είναι άσχημα – ιδίως αν είναι ξέγνοιαστα και άνετα.

Κατά τ’ άλλα, και τασάκια είδαμε στους κοινόχρηστους χώρους του ξενοδοχείου (που δεν το περιμένει κανείς στην Ελβετία, αλλά συμβαίνει στη Ρωσία) και παιδάκια να πηγαινοέρχονται, να τρέχουν και να φωνάζουν (πράγμα που δεν συνηθίζεται σε τόσο ακριβά ξενοδοχεία, αλλά εμάς δεν μας ενόχλησε).

«Αργά ή γρήγορα, θα συνηθίσουμε ο ένας τον άλλο», μας λέει ο γενικός διευθυντής του Carlton St. Moritz, Dominic Bachofen, δίνοντας το στίγμα της πολιτικής που ακολουθείται συνολικά στην περιοχή, ενώ εμείς διαπιστώνουμε πώς ένας προορισμός -ακόμη και ο πλέον καθιερωμένος του κόσμου- προσαρμόζεται στις συνθήκες που επιβάλλει όχι μόνο η εκάστοτε εποχή, αλλά και το εκάστοτε πορτοφόλι. Απ’ όπου και αν προέρχεται το τελευταίο. Ετσι λειτουργούν εκεί τα πράγματα. Με όρους αγοράς. Ο Ξένιος Ζευς έπεται και πράττει… αναλόγως.


Βόλτες στο χωριό και apres ski. Το Σεντ Μόριτζ είναι ένα μικρό χωριό. Θα το καταλάβετε αμέσως μόλις βγείτε από το ξενοδοχείο σας και αρχίσουν να σας χαιρετούν οι περαστικοί. Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η λίμνη (Lej da San Murezzan), που τώρα το χειμώνα θα την πετύχετε παγωμένη, ενώ ο οικισμός είναι χτισμένος αμφιθεατρικά και λιάζεται ολημερίς! Και αυτό είναι που το κάνει ξεχωριστό. Η αρχιτεκτονική του δεν είναι σπουδαία, καθώς μέσα στα τόσα χρόνια της τουριστικής ανάπτυξης συναντάς πλέον τα πάντα. Ξεχωρίζουν, ωστόσο, τα εμβληματικά κτίρια των ξενοδοχείων Badrutt’s Palace και Carlton St. Moritz από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα αντίστοιχα, αλλά και το ιδιόρρυθμο κυκλικό σπίτι του διάσημου αρχιτέκτονα Sir Norman Foster, που για την επένδυση μόνο της εξωτερικής όψης του χρησιμοποιήθηκαν 25.000 κομματάκια από ξύλο λάρικος (είδος πεύκης).

Κατά τ’ άλλα, στη βόλτα σας στο χωριό, που δεν θα σας πάρει πολλή ώρα μέχρι να την ολοκληρώσετε, αλλά μπορεί να σας κουράσουν οι ανηφόρες και οι σκάλες, θα σας τραβήξει την προσοχή ένα καμπαναριό που γέρνει περισσότερο από τον πύργο της Πίζας (!), μια μοντέρνα καθολική εκκλησία και οι αμέτρητες βιτρίνες με τα πανάκριβα πολυτελή προϊόντα. Για καφέ και σοκολάτα ή για ένα ποτήρι ζεστό κρασί επιλέξτε μεταξύ του διάσημου Café Hanselmann (hanselmann.ch), κοντά στο δημαρχείο, ή του Hauser (www.hotelhauWser.ch) και του Stefani (www.steffani.ch), λίγο πιο κάτω.

Από τα δύο πρώτα μπορείτε να αγοράσετε και σοκολατάκια «made in St. Moritz», ενώ στο Hauser συγκεκριμένα υπάρχει και εξωτερικό μπαρ με σόμπες και μουσική, όπου έρχονται νεαροί χιονοδρόμοι για μια μπίρα μετά το σκι. Ενα μπαρ γεμάτο ανθρώπους με χρωματιστά μπουφάν, κασκόλ και σκουφιά, όπως επιτάσσει η μόδα του αθλήματος (και ευφραίνει το δικό μας μάτι). Παραδίπλα είναι ακουμπισμένα και τα εξαρτήματά τους, αμέτρητα πέδιλα και μπατόν. Πώς τα ξεχωρίζουν στ’ αλήθεια;

Χειμερινά σπορ και καλό φαγητό. Αν πάντως θέλετε να πάτε για σκι ή σνόουμπορντ, μία από τις πάμπολλες προτάσεις είναι να πάρετε το λεωφορείο από το Σεντ Μόριτζ έως το κοντινό και πολύ γραφικό χωριό Sils Maria (15 – 20 λεπτά η διάρκεια της διαδρομής) και να κατευθυνθείτε είτε προς το λιφτ για τις πίστες, είτε για cross country τριγύρω, είτε για χειμερινούς περιπάτους από τα σηματοδοτημένα μονοπάτια. Εμείς κάναμε μια σύντομη διαδρομή μισής ώρας από το Sils μέχρι το μοντέρνο καταφύγιο Kuhstall (T/ +41 081 838 73 73).

Η ανάβαση μας δυσκόλεψε, καθώς, αντί για το ωραιότατο βατό μονοπάτι, τραβήξαμε τη χιονισμένη απότομη ανηφόρα μιας πίστας, μας αποζημίωσε όμως στη συνέχεια το γεύμα στο Kuhstall: η φανταστική σούπα κάρι, το νοστιμότατο αρνί και οι Sisters of Mersy από τα ηχεία. Η κατάβαση με «ευχαριστημένο» στομάχι στο χιονισμένο δάσος ήταν αναζωογονητική, ενώ για όσους κάνουν ησυχία ο μόνος ήχος που ακούγεται σε τέτοια μέρη είναι μονάχα το χιόνι που σπάει κάτω από τα σκληρά παπούτσια των πεζοπόρων.

Μετάβαση

Αν πάρετε την πρωινή πτήση της Swiss από την Αθήνα για Ζυρίχη, θα είστε στο Σεντ Μόριτζ στις 2 το μεσημέρι (τοπική ώρα). Tο πρωινό αεροπλάνο αναχωρεί από το «Ελ. Βενιζέλος» στις 6.30 το πρωί και προσγειώνεται στην ελβετική μητρόπολη μετά από τρεις ώρες περίπου, στις 8.25 (τοπική ώρα).

Αφού πάρετε τη βαλίτσα σας, σειρά έχει το τρένο. Από τον σιδηροδρομικό σταθμό του αεροδρομίου θα φτάσετε σε λίγα λεπτά της ώρας στον κεντρικό σταθμό της πόλης και από εκεί θα αναχωρήσετε στις 10.37 για το Κουρ, στο οποίο θα φτάσετε στις 11.52, για να επιβιβαστείτε μέσα σε 6 λεπτά στο επόμενο και τελευταίο τρένο, το οποίο αναχωρεί στις 11.58 για το Σεντ Μόριτζ.

Μπορεί να ακούγεται κάπως κουραστικό το ανέβα-κατέβα σε τρία τρένα, η αλήθεια είναι όμως ότι, αν είστε καλά προετοιμασμένοι και έχετε μαζί σας μονάχα μία βαλίτσα με ροδάκια και το πολύ ένα σακίδιο ή τσάντα ώμου, δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα.

ΔΙαμονή – Φαγητό

Το Σεντ Μόριτζ είναι σε γενικές γραμμές ακριβός προορισμός. Για τη διαμονή σας, ωστόσο, υπάρχει μεγάλη γκάμα επιλογών: από δωμάτια που κοστολογούνται 50 ευρώ τη βραδιά, είτε στο ίδιο το θέρετρο είτε σε κάποιο κοντινό χωριό όπως το Sils Maria και είναι ζεστά και καθαρά, μέχρι σουίτες πολλών χιλιάδων ευρώ στο κέντρο του διάσημου προορισμού (τα πεντάστερα ξενοδοχεία τα αναφέρουμε στο κείμενο) με υπηρεσίες που ξεπερνούν κάθε φαντασία. Στα τελευταία, αν δεν μείνετε, αξίζει να τα επισκεφτείτε για καφέ, ποτό ή φαγητό. Για λίγη πολυτέλεια στον τόπο που την υπηρετεί πιστά εδώ και 160 χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρέπει να γνωρίζετε ότι γενικά στην Ελβετία, και όχι μόνο στο Σεντ Μόριτζ, το μεγάλο σας έξοδο θα είναι το φαγητό. Τι σημαίνει αυτό; Οτι, είτε δειπνήσετε στο εστιατόριο ενός ακριβού ξενοδοχείου, είτε σε ένα απλό εστιατόριο του χωριού, είτε στο καταφύγιο, θα φάτε μεν πολύ καλά (αυτό είναι γενικός κανόνας), αλλά για ένα πλήρες γεύμα με κρασί δεν θα πέσετε κάτω από τα 65 – 80 ευρώ το άτομο (80 – 100 φράγκα).

Παρεμπιπτόντως, στα περισσότερα καταστήματα του Σεντ Μόριτζ, όπως και στο τρένο, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ευρώ, αλλά το πιθανότερο είναι να σας δώσουν ρέστα σε φράγκα (1 ευρώ = 1,20 φράγκα).

Χρήσιμα

Μην παραλείψετε να πάρετε μαζί σας κατάλληλα παπούτσια για περπάτημα στο χιόνι, όπως επίσης γυαλιά ηλίου και αντηλιακό προσώπου. Τέλος, κάτι που αξίζει να γνωρίζετε είναι ότι με τόσα ποτάμια και πηγές το νερό στο Σεντ Μόριτζ είναι πόσιμο.

*Το ταξίδι στο Σεντ Μόριτζ ήταν προσφορά της αεροπορικής εταιρείας Swiss (www.swiss.com) και του ξενοδοχείου Carlton St. Moritz (www.carlton-stmoritz.ch), που φέτος γιορτάζει εκατό χρόνια παρουσίας στο διάσημο χειμερινό τουριστικό θέρετρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή