Ενα «ροκ» πανηγύρι στην Κύθνο

Ενα «ροκ» πανηγύρι στην Κύθνο

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρασκευή στις 22 Αυγούστου γύρω στις δύο, χτυπάει το τηλέφωνο μου και η πρόταση του φίλου μου Γιώργου για το Σαββατοκύριακό , πέφτει σαν βαρίδι στο καλά οργανωμένο μου πρόγραμμα για φωτογράφιση στην γοητευτική και άδεια ακόμα Αυγουστιάτική Αθήνα.

"Σε τρεις ώρες φεύγουμε για Κύθνο. Θα μείνουμε σπίτι μου, και θα είμαστε μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι από Αθήνα. Σήμερα είναι το πανηγύρι  της Παναγίας της Φλαμπουριανής και όλο το νησί θα είναι στα Φλαμπούρια- Έρχεσαι;"

 Όσο πρόβαλα τις αντιστάσεις μου, προστατεύοντας την φωτογραφική παραμονή μου σε μια ειδυλλιακά άδεια πόλη , ο φίλος μου συνέχιζε να με βομβαρδίζει με εικόνες. "Δεν έχεις ξαναδεί τέτοιο νησιώτικο πανηγύρι . Μιλάμε για rock n roll κατάσταση. Παραδοσιακός Μπάλος σε ένα πανηγύρι με Διονυσιακές προεκτάσεις που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα.

 Τι γοητευτικό σκέφτηκα  που είναι το  συναίσθημα που μας κατακλύζει , όταν αίφνης αλλάζουμε ρότα  στις ρουτίνες μας , ακολουθώντας χωρίς δεύτερη σκέψη  ένα φευγαλέο μας ένστικτο.

Η απόφαση μου πάρθηκε σε ένα ανοιγόκλεισμα των ματιών, και η επόμενη εικόνα μου ήταν στην γέφυρα του πλοίου, να  αγναντεύω το πέλαγος,ταξινομώντας και βιώνοντας τις προσδοκίες μου για αυτά που θα προβάλλω στην οθόνη του μυαλού μου σε δύο μέρες.

Η διαδρομή από το λιμάνι του Μέριχα έως τον κόλπο των Φλαμπουρίων συμπύκνωνε ασφυκτικά στο  βλέμμα όλων μας την επιβλητική  θέα του βουνού, την μυρωδιά της θάλασσας σε κάθε μας ανάσα  και μια μοναδική αίσθηση πληρότητας από τον απέραντο ουρανό της Κύθνου που μας περιέβαλε.

Η ώρα είχε πάει εννιά μισή και έπρεπε να βιαστούμε.Ο περίβολος της εκκλησίας  σε λίγο θα ήταν ασφυκτικά γεμάτος από κόσμο και θα έπρεπε να έχουμε πάρει την θέση μας, στο τραπέζι που είχαν φροντίσει οι φίλοι. Όση ώρα περπατούσαμε στην αμμουδιά προς το μικρό ύψωμα που ήταν η εκκλησία μάθαινα πληροφορίες για την διοργάνωση .

Η φροντίδα και η οργάνωση του πανηγυριού γίνεται από εκκλησιαστική επιτροπή, την ευθύνη της οποίας αναλαμβάνει για δύο χρόνια, μια οικογένεια από τα Φλαμπούρια. Από το πρωί της Παρασκευής προετοιμάζονται τα φαγητά , προσφορά της "επιτροπής" στους καλεσμένους και στήνονται τα τραπέζια και οι πάγκοι από τους ντόπιους λίγο πριν ξεκινήσει το πανηγύρι.  Ανηφορίσαμε τα σκαλοπάτια προς την εκκλησία. Διασχίσαμε μια στενή διαδρομή αγκαλιασμένη  απ’ αριστερά και από δεξιά της με πικροδάφνες και πεύκα και φτάσαμε στην κορυφή. Η μυρωδιά της θάλασσας παρούσα σε κάθε μας βήμα. Γιρλάντες με λάμπες πάνω από τα κεφάλια μας,  δίνανε τον απαραίτητο τόνο χαράς,στολίζοντας γιορτινά την  νύχτα. Περιμετρικά της εκκλησία ήταν αρμονικά τοποθετημένα τα τραπέζια και οι πάγκοι. Δυο στημένες εξέδρες για τους οργανοπαίχτες από την μπροστινή και την πίσω πλευρά της εκκλησίας  και ο απαραίτητος ελεύθερος χώρος μπροστά τους.

 Το φαγητό και κρασί που ήταν η φροντίδα και προσφορά  των διοργανωτών ξεκίνησε να μοιράζεται απλόχερα σε όλους . Πέραν όμως από αυτό, κάθε οικογένεια ή παρέα είχε μαζί της και τις δικές τις επιπλέον λιχουδιές. Τα κεράσματα και τα τσουγκρίσματα  ανάμεσα στα τραπέζια φέρναν ψυχές και σώματα πιο κοντά ,προμηνύοντας την εκρηκτική συνέχεια του πανηγυριού.  Εκεί που νόμιζα ότι θα ξεκινήσει η μουσική και ο χορός ,βλέποντας τους  οργανοπαίχτες να παίρνουν θέση, ξεπετάγονται ομάδες νεαρών και αρχίζουν να λένε εφυείς μαντινάδες με θέμα τι άλλο, από τον πληγωμένο, ανεπίδοτο και ζηλόφθονο Έρωτα.  

 Οι  μαντινάδες  λειτούργησαν σαν σπινθήρας πάθους για όλους τους παρευρισκόμενους.Και αυτό φάνηκε στα αειθαλή βλέμματα των χορευτών του Μπάλου, μόλις ξεκίνησε η μουσική με τον  Κύθνιο βιολιτζή Γ. Μπέλλη να δίνει τον τόνο και να κρατάει το μέτρο της παράδοσης .

 Η έξυπνη ιδέα των δύο ανεξάρτητων ορχηστρών,έκανε  όλους μας , με κέντρο αναφοράς την εκκλησία να περιστρεφόμαστε συνεχώς για όλο το βράδυ , να αλλάζουμε θέση ,παρέα και παρτενέρ για τον  επόμενο χορό. Και όλα αυτά με τους ντόπιους να γυρνάνε με ένα μπουκάλι και δύο ποτήρια στο χέρι και να κερνάνε κρασί και λόγια από καρδιάς  σε φίλους και επισκέπτες. 

 Το ιδιαίτερο αυτό πανηγύρι έσβησε σιγά σιγά με το πρώτο φώς της ημέρας, αφήνοντας μας τις καλύτερες εντυπώσες, και ως τελευταία προσφορά της επιτροπής, ένα ποτήρι με το παραδοσιακό "Ζουμί". Την βραστή γίδα που σιγόβραζε ερήμην μου όλο το βράδυ.Αποχαιρέτησα τις νέες μου γνωριμίες με την βεβαιότητα ότι και του χρόνου θα είμαι εκεί.

* Ο κ. Βασίλης Α. Πουλαρίκας είναι φωτογράφος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή