Leasing ή αγορά αυτοκινήτου;

Συμφέρει να είναι κανείς ιδιοκτήτης οχήματος ή μήπως είναι προτιμότερη η ενοικίαση; Τα πλεονεκτήματα της κάθε επιλογής, το κόστος και οι προϋποθέσεις.

9' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η φράση λέγεται συχνά πυκνά στους υποψήφιους αγοραστές καινούργιου αυτοκινήτου, όχι τόσο για να τους αποθαρρύνει, αλλά για να τους κάνει να δουν κατάματα την πραγματικότητα: «Να ξέρεις ότι, μόλις διανύσεις τα πρώτα χιλιόμετρα φεύγοντας από την αντιπροσωπεία, το αυτοκίνητο της επιλογής σου θα θεωρείται ήδη μεταχειρισμένο και θα έχει απολέσει ένα μέρος της αρχικής του αξίας». Αυτό δεν συνιστά κανενός είδους μομφή για όσους επιλέγουν να αποκτήσουν την κυριότητα ενός καινούργιου οχήματος. Είναι όμως σαφές ότι η αγορά ενός αυτοκινήτου δεν συνιστά επένδυση, αλλά μια δαπάνη που αποσκοπεί στο να καλυφθεί η βασική ανάγκη της μετακίνησης. Είναι επίσης προφανές ότι ένα όχημα χάνει χρόνο με τον χρόνο την αξία του, άλλοτε γραμμικά –όσο μεγαλύτερη η χρήση τόσο μεγαλύτερη και η απομείωση της αρχικής αξίας– και άλλοτε εκθετικά, κάτι που συμβαίνει σε περίπτωση ενός έκτακτου συμβάντος, όπως ένα ατύχημα στον δρόμο.

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ LEASING 

Για τους ιδιώτες ή και τις επιχειρήσεις που θέλουν να καλύψουν την ανάγκη της μετακίνησης χωρίς να υπάρχει η έννοια της «ιδιοκτησίας», θεσπίστηκε ο θεσμός του leasing ή της μακροχρόνιας μίσθωσης. Πρόκειται για θεσμό ο οποίος το τελευταίο χρονικό διάστημα –και με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας που δεν προσφέρεται για εξαγωγή συμπερασμάτων όσον αφορά τα συναλλακτικά ήθη– βρίσκεται σε άνθηση. Τα βασικά πλεονεκτήματα του leasing είναι τα εξής: Δεν απαιτείται να δαπανηθεί αρχικό κεφάλαιο ή να εκταμιευτεί ένα καταναλωτικό δάνειο για την αγορά του αυτοκινήτου. Ο χρήστης του οχήματος δεν «κουβαλάει» το ρίσκο του μηδενισμού της αξίας του σε περίπτωση τροχαίου, ενώ δεν υπάρχουν απρόοπτα κατά τη χάραξη του μηνιαίου προϋπολογισμού είτε του νοικοκυριού είτε της επιχείρησης, ακριβώς διότι οι δαπάνες συντήρησης και χρήσης του οχήματος είναι «κλειδωμένες», με μόνη ίσως εξαίρεση την τιμή του καυσίμου. Αυτά τα πλεονεκτήματα θα τα επικαλούνταν κάποιος και πέρυσι και πρόπερσι, και πριν από την πανδημία, ενδεχομένως και πριν από την είσοδο της χώρας στα μνημόνια. 

Στην παρούσα χρονική συγκυρία υπάρχει και ένας καινούργιος αστάθμητος παράγοντας, ο οποίος λαμβάνεται σοβαρά υπόψη κατά τη λήψη της τελικής απόφασης είτε για την αγορά είτε για τη μακροχρόνια ενοικίαση: η ενεργειακή μετάβαση και η κλιματική κρίση. Ήδη υπάρχει ένα πρώτο χρονικό ορόσημο: από το 2030 και μετά, σχεδιάζεται να μπει τέλος στην πώληση οχημάτων με καυστήρες εσωτερικής καύσης. Ή, πιο απλά, από το 2030 και μετά, αν δεν υπάρξει αλλαγή προγραμματισμού, δεν θα επιτρέπεται να αγοράσουμε ένα καινούργιο αυτοκίνητο που να καίει πετρέλαιο ή αμόλυβδη. Προφανώς δεν θα απαγορευτεί η χρήση των υφιστάμενων οχημάτων. Ωστόσο, ουδείς γνωρίζει αν οι κυβερνήσεις –όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς– θα υιοθετήσουν άλλα μέτρα για να ενθαρρύνουν τη χρήση φιλικότερων προς το περιβάλλον μορφών ενέργειας ή για να αποθαρρύνουν τις μετακινήσεις που αφήνουν βαρύ ενεργειακό αποτύπωμα. Και τι σημασία έχει αυτό για έναν ιδιοκτήτη αυτοκινήτου; Πολύ απλά, εκτοξεύει τον βαθμό αβεβαιότητας όσον αφορά τη μελλοντική αξία μεταπώλησης του οχήματος. Ένα πετρελαιοκίνητο όχημα που αποκτάται σήμερα σε μια τιμή «α» μπορεί να μη θέλει κανείς να το αγοράσει «δεύτερο χέρι» ύστερα από τέσσερα-πέντε χρόνια, αν εν τω μεταξύ έχει αλλάξει η πολιτική φορολόγησης του πετρελαίου ή αν έχουν θεσπιστεί περιορισμοί στις μετακινήσεις με πετρελαιοκίνητα. Και από την άλλη, ένα ηλεκτροκίνητο όχημα που αποκτάται σήμερα έναντι πολλών χιλιάδων ευρώ, αλλά εξασφαλίζει μια αυτονομία «α», ποιος θα θέλει να το αποκτήσει ως μεταχειρισμένο ύστερα από μερικά χρόνια, όταν η τεχνολογία θα έχει προχωρήσει και οι σύγχρονες μπαταρίες θα εξασφαλίζουν αυτονομία «2α» και μικρότερο χρόνο επαναφόρτισης;

ΤΟ LEASING ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΦΘΗΝΟΤΕΡΟ

Για όσους υιοθετούν το επιχείρημα ότι το περιβάλλον είναι αρκετά αβέβαιο για να επιλέξει κάποιος να γίνει ιδιοκτήτης ενός οχήματος, η λύση του ενοικιαστή φαντάζει μονόδρομος. Από τα πρώτα επιχειρήματα που θα προβάλει και ένας πωλητής εταιρείας μακροχρόνιας μίσθωσης, είναι ακριβώς αυτό: επιλέγεις ένα όχημα, το χρησιμοποιείς για δύο-τρία χρόνια (ήδη υπάρχουν πλέον και πιο ευέλικτα προγράμματα που επιτρέπουν ακόμη μικρότερες χρονικές δεσμεύσεις, φυσικά με το ανάλογο τίμημα) και, αν εν τω μεταξύ αλλάξουν οι ανάγκες ή οι συνθήκες στην αγορά, η αντικατάσταση γίνεται εύκολα, χωρίς να μπει κάποιος στην επίπονη διαδικασία της αναζήτησης αγοραστή για το παλιό όχημα. Φυσικά, με καθαρά οικονομικούς όρους, το leasing δεν συνιστά «φθηνότερη» λύση. Αν κάποιος πολλαπλασιάσει τα μισθώματα που θα κληθεί να πληρώσει (μαζί με τον ΦΠΑ 24% που αναλογεί), θα διαπιστώσει ότι ύστερα από μία τετραετία ή πενταετία θα έχει δαπανήσει ποσό αντίστοιχο με αυτό που θα ξόδευε για να αγοράσει το αυτοκίνητο. Η διαφορά είναι ότι στο τέλος της τετραετίας ή της πενταετίας, με το leasing δεν θα έχει στην κατοχή του κάποιο περιουσιακό στοιχείο να ρευστοποιήσει. Άρα, το leasing δεν είναι φθηνότερη λύση, ακόμη και αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι με τις μακροχρόνιες μισθώσεις είναι «όλα πληρωμένα» (σέρβις, αλλαγή ελαστικών, τέλη κυκλοφορίας, ασφάλεια, και μάλιστα μεικτή, που σημαίνει ότι καλύπτεται και η ευθύνη σε ενδεχόμενο τροχαίου). Είναι όμως λύση με μικρότερο ρίσκο, καθώς δεν υπάρχει ο κίνδυνος της καταστροφής του οχήματος (ακόμη και με την ασφάλεια δεν καλύπτεται πάντοτε η ζημιά σε πραγματικούς όρους), μιας βλάβης που θα σημειωθεί εκτός εγγύησης ή μιας ριζικής αλλαγής που θα αφορά τη χρήση του οχήματος εξαιτίας, για παράδειγμα, μιας αλλαγής στο καθεστώς φορολόγησης των καυσίμων ή των οχημάτων.

Leasing ή αγορά αυτοκινήτου;-1
© Getty Images/ Ideal Image 

Σύγκριση κόστους

Το τι σημαίνει leasing μπορεί να γίνει κατανοητό με ένα απλό παράδειγμα: Επιλέγετε το αυτοκίνητο της αρεσκείας σας. Ένα βενζινοκίνητο που εξασφαλίζει χαμηλή κατανάλωση έχει τιμή λιανικής με το κλειδί στο χέρι 21.400 ευρώ. Όποιος επιλέξει να το αγοράσει θα πρέπει να καταβάλει εφάπαξ αυτό το ποσό ή να το εξασφαλίσει μέσω ενός δανείου, το οποίο όμως θα ανεβάσει τον τελικό λογαριασμό λόγω των τόκων. Επίσης, η επιλογή της αγοράς συνεπάγεται ότι θα πρέπει να καταβάλλονται η ασφάλεια του αυτοκινήτου, τα τέλη κυκλοφορίας και τα έξοδα συντήρησης του οχήματος. Για το ίδιο όχημα, αν ο ενδιαφερόμενος επιλέξει το leasing, θα πρέπει να πληρώσει μια προκαταβολή της τάξεως των 4.100 ευρώ, αλλά και μηνιαίο μίσθωμα 265 ευρώ για τέσσερα χρόνια. Στην περίπτωση της αγοράς, αν υποτεθεί ότι το ετήσιο κόστος για ασφάλεια, τέλη κυκλοφορίας και έξοδα συντήρησης (πλην καυσίμων) είναι 1.000 ευρώ τον χρόνο, τότε ο τελικός λογαριασμός θα βγει, στην τετραετία, περίπου στα 25.400 ευρώ. Με το leasing, στο ίδιο χρονικό διάστημα ο καταναλωτής θα έχει καταβάλει περίπου 17.000 ευρώ. Αυτά είναι τα οικονομικά δεδομένα και βάσει αυτών λαμβάνονται οι τελικές αποφάσεις:

Στην περίπτωση της αγοράς, ο οδηγός έχει πληρώσει περισσότερα χρήματα (25.400 ευρώ έναντι 17.000 ευρώ), αλλά στο τέλος της τετραετίας έχει ένα όχημα στην πλήρη κατοχή του, το οποίο μπορεί είτε να συνεχίσει να το χρησιμοποιεί είτε να το πουλήσει. Η αξία μεταπώλησης εξαρτάται από τις συνθήκες που θα επικρατούν στην αγορά και από την κατάσταση του οχήματος. Ένα όχημα που θα έχει εμπλακεί σε τροχαίο θα έχει σαφώς μικρότερη αξία μεταπώλησης σε σχέση με ένα καλά συντηρημένο όχημα. Επίσης, σε περίπτωση που ο οδηγός επιλέξει να κρατήσει το όχημα και με δεδομένο ότι έχει εξοφλήσει το τίμημα της αγοράς, το μηνιαίο κόστος συντήρησης θα περιορίζεται πλέον στην ασφάλεια και στα τέλη κυκλοφορίας – εννοείται και στο καύσιμο.

Στην περίπτωση του leasing, ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να καταβάλει «μπροστά» μόνο το ποσό της προκαταβολής, δηλαδή τα 4.100 ευρώ, και τίποτα περισσότερο. Άρα, υπάρχει το πλεονέκτημα της μικρότερης ανάγκης για αρχικό κεφάλαιο. Από εκεί και πέρα, υπάρχει η υποχρέωση μόνο για καταβολή του μηνιαίου τιμήματος και τίποτα περισσότερο (εννοείται και του καυσίμου, μια δαπάνη που είναι δεδομένη είτε μιλάμε για αγορά είτε για μίσθωση). Το κόστος της ασφάλισης, των τελών κυκλοφορίας, των ελαστικών και του σέρβις ενσωματώνεται στο τίμημα. Στη λήξη της τετραετίας, ο οδηγός μένει χωρίς αυτοκίνητο. Αυτό του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να συνάψει μια καινούργια σύμβαση, επιλέγοντας ένα διαφορετικό όχημα που θα καλύπτει τις ανάγκες εκείνης της περιόδου. Εννοείται ότι το ρίσκο πιθανής ζημιάς του δεν το αναλαμβάνει ο ενοικιαστής, αλλά ο ιδιοκτήτης του οχήματος, ο οποίος έχει μεικτή ασφάλεια και σε περίπτωση τροχαίου με δική του υπαιτιότητα επιβαρύνεται μόνο με το ποσό της λεγόμενης «απαλλαγής» (συνήθως 300 ευρώ ανά συμβάν).
Επί της ουσίας, αυτά είναι τα δεδομένα βάσει των οποίων γίνεται η σύγκριση και η λήψη της τελικής απόφασης. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένες λεπτομέρειες που εξαρτώνται από την ιδιότητα του ενδιαφερομένου.

→ Μπορεί ένα φυσικό πρόσωπο να κάνει σύμβαση leasing; 

Μπορεί, είναι η απάντηση, αρκεί να το επιτρέπουν τα οικονομικά του δεδομένα. Η εταιρεία θα ζητήσει στοιχεία δηλωθέντος εισοδήματος, προκειμένου να ελέγξει κατά πόσο ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ανταποκριθεί στην καταβολή του μηνιαίου τιμήματος. Οποιοσδήποτε λοιπόν μπορεί να επιλέξει τη λύση της μίσθωσης. Εννοείται βέβαια ότι η φορολογική νομοθεσία περί τεκμηρίων δεν παύει να εφαρμόζεται και ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να δικαιολογεί με τα εισοδήματά του τα ποσά που καταβάλλει για τα μισθώματα.

→ Τι συμβαίνει αν το όχημα σας το παραχωρεί η εταιρεία στην οποία εργάζεστε;

Είναι πολύ συνηθισμένο τη σύμβαση για τη μίσθωση του οχήματος να τη συνάπτει η εταιρεία-εργοδότης για λογαριασμό του εργαζομένου. Αυτό, με βάση τη φορολογική νομοθεσία, συνιστά «παροχή σε είδος» και φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία στο όνομα του εργαζομένου. Ακόμη και η εταιρεία να είχε αγοράσει το όχημα, δεν θα άλλαζε κάτι. Ο χρήστης εκτιμάται ότι απολαμβάνει μιας παροχής για την οποία πρέπει να φορολογηθεί. Η φορολογική επιβάρυνση υπολογίζεται βάσει της τιμής λιανικής προ φόρων του οχήματος, αλλά και της παλαιότητάς του. Όσο μεγαλύτερη η αξία του οχήματος, τόσο μεγαλύτερη και η φορολογική επιβάρυνση. Ωστόσο, η νομοθεσία προβλέπει και εξαιρέσεις: η παραχώρηση του εταιρικού οχήματος απαλλάσσεται από τη φορολογία εφόσον παραχωρείται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και η τιμή λιανικής προ φόρων δεν υπερβαίνει τα 17.000 ευρώ. Χρήση για επαγγελματικό σκοπό εκτιμάται ότι κάνει ο πωλητής ή ο τεχνικός μιας εταιρείας. Το διευθυντικό στέλεχος, από την άλλη, φορολογείται κανονικά.

→ Και αν η σύμβαση γίνεται στο όνομα ελεύθερου επαγγελματία;

Ο ελεύθερος επαγγελματίας, ο αυτοαπασχολούμενος, αυτός που διαθέτει ατομική επιχείρηση έχει ένα επιπλέον κίνητρο να καλύψει τις ανάγκες μετακίνησης με ένα μισθωμένο όχημα, καθώς η δαπάνη εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα, μειώνοντας τον φόρο εισοδήματος. Έτσι, αν ένας επαγγελματίας έχει φορολογητέα κέρδη 20.000 ευρώ και αποφασίσει να συνάψει μια σύμβαση leasing με ετήσια δαπάνη 4.000 ευρώ, θα φορολογηθεί στο τέλος του έτους για κέρδη 16.000 ευρώ, γλιτώνοντας τον φόρο που αναλογεί σε αυτά τα 4.000 ευρώ (περίπου 880 ευρώ). Προσοχή: δεν αναγνωρίζεται ως δαπάνη ο ΦΠΑ που αναλογεί, παρά μόνο η καθαρή αξία. Η φορολογική νομοθεσία θέτει ορισμένες προϋποθέσεις: η δαπάνη να αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή και να πραγματοποιείται προς το συμφέρον του επαγγελματία. Αν όμως υπάρχει η σχετική πληρωμή μέσω τράπεζας, η εφορία δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δαπάνη, καθώς η μετακίνηση είναι αυτονόητη ανάγκη ενός επαγγελματία. Το γεγονός ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας εξασφαλίζει μια έκπτωση φόρου δηλώνοντας τα μισθώματα ως επαγγελματική δαπάνη, δεν σημαίνει ότι απαλλάσσεται και από την υποχρέωση να καλύψει το τεκμήριο. Έτσι, αν η σύμβαση παραπέμπει σε μίσθωση, τότε θα πρέπει να δηλώνονται στη φορολογική δήλωση τα μισθώματα που καταβάλλονται σε ετήσια βάση, ενώ, αν η σύμβαση είναι χρηματοδοτική (αυτό σημαίνει ότι στο τέλος της σύμβασης θα παραμείνει στον ελεύθερο επαγγελματία η κυριότητα του αυτοκινήτου), θα πρέπει να δηλώνεται και το ποσό που καταβάλλεται κάθε χρόνο για τη δαπάνη τοκοχρεoλυτικής απόσβεσης των δανείων. Ο ελεύθερος επαγγελματίας που κάνει μια σύμβαση leasing, σε αντίθεση με έναν υπάλληλο εταιρείας που του παραχωρείται ένα όχημα, δεν φορτώνεται με «παροχή σε είδος», κάτι που σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζει ενδεχόμενο προσαύξησης του φορολογητέου εισοδήματός του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή