Η «μεγάλη» σημασία ενός «μικρού» αρχιτεκτονήματος

Η «μεγάλη» σημασία ενός «μικρού» αρχιτεκτονήματος

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σ​​υνηθίζω να επισκέπτομαι όποτε μπορώ αρχιτεκτονικά έργα άλλων, πότε παλαιά και ήδη γνωστά για την αξία τους και πότε νέα, ακόμη άγνωστα σε μένα –ιδιαιτέρως νέων αρχιτεκτόνων– που διαισθάνομαι από πληροφορίες ή δημοσιεύσεις ότι κάτι καλό έχουν να πουν. Ετσι, πριν από λίγες ημέρες είχα την τύχη δύο νέοι σπουδαστές της αρχιτεκτονικής, ο Σπύρος Γιωτάκης, τελειόφοιτος της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ και ο Αγις Μουρελάτος, τελειόφοιτος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Πατρών (μέχρι τότε και οι δύο άγνωστοι σε μένα), να με οδηγήσουν στο πρώτο πραγματοποιημένο τους έργο, που μόλις είχε τελειώσει και λειτουργούσε. Πρόκειται συγκεκριμένα για το «Κέντρο Πληροφόρησης του κοινού» για τα έργα ανέγερσης της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου, που βρίσκονται σε εξέλιξη στο «Δέλτα» Φαλήρου.

Πρώτα από όλα να πω ότι έχει γενικότερα μεγάλη σημασία το γεγονός ότι το έχουν μελετήσει και πραγματοποιήσει, ενώ ακόμη δεν έχουν πάρει καν το δίπλωμά τους. Οπως έχει σημασία και το ότι είναι δημόσιο έργο –έστω μικρό σε μέγεθος– που τους ανατέθηκε έπειτα από απονομή του πρώτου βραβείου στον σχετικό πανελλήνιο φοιτητικό αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Πράγμα που τους διασφάλισε και το τυπικό δικαίωμα να το υλοποιήσουν χωρίς την προϋπόθεση της κατοχής διπλώματος αρχιτέκτονα. Επιπλέον, είναι μια σπάνια ευτυχής συγκυρία όπου το αποτέλεσμα ενός τέτοιου διαγωνισμού δεν έμεινε στα χαρτιά, όπως συμβαίνει συνήθως, αλλά κατασκευάστηκε και μάλιστα σε ελάχιστο χρόνο.

Η πρώτη εικόνα του κτιρίου, κατά την «υπό γωνία» ανηφορική προσπέλαση προς αυτό από τις χαμηλότερες προς τις ψηλότερες στάθμες ενός τεχνητού υψώματος, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Αποκάλυψε μεμιάς την αρχιτεκτονική του ιδέα. Ηταν τοποθετημένο στέρεα –αλλά με ελαφράδα– πάνω στο έδαφος, προβάλλοντας το καθαρό ορθογωνικό σχήμα του με αρχαΐζουσα απλότητα. Η διαφάνεια των γυάλινων ορίων του άφηνε ανεμπόδιστη τη γαλάζια θαλάσσια ζώνη του Σαρωνικού να διαπερνά το σώμα του, ενώ το κάδρο αυτό πλαισίωναν οι δύο αιωρούμενες παράλληλες «φέτες» των πλακών της οροφής και του δαπέδου του. Ηταν μια πρώτη πολύ γρήγορη αρχιτεκτονική χειρονομία, που έλεγε όμως τα πάντα γι’ αυτήν την ιδέα, την καθαρότητα, τη δυναμική της, τη σχεδόν αρχετυπική διαχρονικότητά της και (μέσω όλων αυτών) το ήθος της.

Η πολύ κοντινή παρατήρηση που ακολούθησε, αποκάλυψε τις καλαίσθητες αναλογίες του συνόλου και των επιμέρους στοιχείων, τη σωστή διαστασιολόγησή τους, τον ρυθμό του φέροντος οργανισμού, τις πολύ ώριμες κατασκευαστικές λεπτομέρειες, την ακρίβεια του μονταρίσματός τους, την οικονομία στα εκφραστικά μέσα και το κόστος. Κυρίως αποκάλυψαν πως όλα αυτά μαζί εντάσσονταν σε ένα πλήρες αρχιτεκτονικό συντακτικό μιας εκδοχής της σύγχρονης αρχιτεκτονικής με ρίζες στον πρώιμο μοντερνισμό, αλλά και με βλέμμα προς το μέλλον.

Δεν διέκρινα εδώ μόνο νεανική ορμή και έμπνευση, αλλά και ιστορική, αισθητική, κατασκευαστική έρευνα και μαθητεία σε βάθος. Ολα αυτά που ο συνήθης σημερινός τρόπος θεώρησης και κριτικής της αρχιτεκτονικής ξεπερνά γρήγορα, χωρίς καν να τα αγγίζει.

Ρώτησα τους δύο συνεργάτες ποιες ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή οι κρίσεις του ευρύτερου κοινωνικού και ειδικότερα του αρχιτεκτονικού χώρου σε αναφορά με το πόνημά τους. Ξαφνιάστηκαν. Μου απάντησαν ότι δεν υπήρχε καμία ουσιαστική αναφορά, εκτός από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων. Επέμεινα, ρωτώντας αν έγινε τουλάχιστον κάποια συζήτηση μεταξύ των συμφοιτητών τους ή μεταξύ των διδασκόντων των Σχολών τους. Μου είπαν ότι η μοναδική παρατήρηση που είχε επανειλημμένα διατυπωθεί από μερικούς από τους πρώτους, ήταν ότι η πρότασή τους μάλλον αποτελούσε μίμηση του διάσημου «Περίπτερου της Βαρκελώνης» του μεγάλου Mies van der Rohe! Ως απλή «μίμηση» λοιπόν ερμηνεύτηκε μονοδιάστατα μια στοχαστική προσπάθεια συνέχειας και εξέλιξης της αρχιτεκτονικής από το παρελθόν προς το μέλλον της.

Σκέφτηκα ότι όλα τα παραπάνω συνιστούσαν ένα ακόμη δείγμα της γενικευμένης νεύρωσης της εποχής, δηλαδή της θεοποίησης και της καθημερινής αναζήτησης του «πρωτότυπου» και «πρωτοφανούς», που γεννιέται κάθε φορά εκ του μηδενός, ειδάλλως σιωπή, από αδιαφορία ή ακόμη και σκόπιμη. Επιπλέον, ειδικά η σιωπή από εμάς τους δασκάλους, φαίνεται ανεξήγητη. Γιατί ίσως δεν καταλαβαίνουμε ότι τέτοια έργα μαθητών μας δείχνουν και την αξία αυτών που τους διδάσκουν.

Υπήρξε ωστόσο (τουλάχιστον) μια εξαίρεση στο φαινόμενο. Ηταν τα επαινετικά συναδελφικά (!) λόγια που είπε για το κτίριο στους δημιουργούς του, ο διάσημος Renzo Piano, αρχιτέκτονας του έργου που κατασκευάζεται απέναντι (!!), ο οποίος, ως μέλος της επιτροπής κρίσεως του διαγωνισμού, είχε προτείνει τη βράβευσή τους (ευτυχώς)…

* Η κ. Σοφία Τσιράκη είναι επίκουρη καθηγήτρια Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή