«Το πιο όμορφο ρούχο που μπορεί να ενδυθεί μια γυναίκα είναι να την αγκαλιάζουν τα χέρια του άνδρα που αγαπά. Αλλά και γι’ αυτές που δεν είναι τόσο τυχερές, ώστε να έχουν αυτή την ευτυχία, εγώ είμαι εδώ». Σκεφτόμουν αυτά τα τρυφερά λόγια του Ιβ Σεν Λοράν, την ώρα που περίμενα στην ουρά των επισκεπτών, έξω από το νέο μουσείο που φέρει το όνομά του. Avenue Marceau, αριθμός 5, στην καρδιά της Πόλης του Φωτός, δίπλα στον Σηκουάνα. Στο κομψό αρχιτεκτόνημα, ο σχεδιαστής πέρασε πάνω από 30 χρόνια της ζωής του, οι τοίχοι έχουν ποτίσει από την ανάσα, την αγωνία της δημιουργικότητας, τις χαρές, τις ματαιοδοξίες του επαγγέλματος, την επιτυχία, την αμφισβήτηση.
Ηταν και ο χώρος, όπου κατηύθυνε τους εργαζομένους του οίκου, όπου μπαινόβγαιναν τα μοντέλα. Εκεί υποδεχόταν τις διάσημες πελάτισσες, τις φίλες, εκεί συνυπήρχε με τον σύντροφο της ζωής και συνεταίρο του, Πιερ Μπερζέ. Ο τελευταίος πέθανε λίγες εβδομάδες προτού ανοίξει τις πόρτες του το μουσείο, στις 3 Οκτωβρίου του 2017. Πρόλαβε, όμως, να επιβλέψει μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια. Κυριολεκτικά. Στο πωλητήριο υπάρχει βέβαια και το βιβλίο του για την κοινή τους διαδρομή από τις εκδόσεις Gallimard, με τίτλο «Γράμματα προς τον Ιβ». Διάβασα, στο πόδι, τις πρώτες σελίδες ενός συγκινητικού απολογισμού, που γράφτηκε μετά τον θάνατο του μόδιστρου το 2008.
Ολοι οι όροφοι του μουσείου, είναι μια θραυσματική πασαρέλα όχι μόνο για την καριέρα του στην υψηλή ραπτική αλλά και στην ίδια του τη ζωή. Από τη γενέτειρα πόλη του Οράν στο Παρίσι, στον οίκο Ντιόρ, στις πρώιμες ευθύνες, στην κατάταξη στον γαλλικό στρατό για τον πόλεμο της Αλγερίας, στην ψυχική κατάρρευση. Και μετά, στη δημιουργία του δικού του οίκου, στην επιτυχία και στην καινοτομία. Τα ρούχα που σημάδεψαν τη μόδα του 20ού αιώνα έχουν το όνομά του, από το φόρεμα Μοντριάν μέχρι το Le Smoking. Δεν είναι πια εκεί για να ντύσει τα μοντέλα του, αλλά δεν χρειάζεται. Ακόμα και έτσι, παγωμένα στον χρόνο, έχουν κάτι ζωντανό, όπως εκείνη τη στιγμή που θα ξεπροβόδιζε τις κοπέλες στις επιδείξεις.
Περιέργως, οι επισκέπτες δεν περνούν τόση ώρα μπροστά στα ενδύματα, στα υπέροχα σχέδιά του ή στα βίντεο για τη ζωή του, όσο παραμένουν σχεδόν ακίνητοι στο γραφείο του. Τα διάσημα γυαλιά του είναι εκεί διπλωμένα, λες και μόλις τα έβγαλε για να ξεκουράσει τα μυωπικά του μάτια. Τα βιβλία του για τους ξένους πολιτισμούς που τόσο τον ενέπνευσαν είναι στα ράφια πίσω του και ο μεγάλος καθρέπτης από τον έναν τοίχο στον άλλο, ήταν ο μεγαλύτερός του ανταγωνιστής και αντίπαλος. Οσο σκληρός και αν υπήρξε, όμως, με τον εαυτό του τόσο προστατευτικός και γενναιόδωρος ήταν με τις γυναίκες. Ηταν πράγματι εκεί, για να τις ντύσει ακόμα και όταν δεν είχαν το χάδι της αγάπης. Και αυτό θα του το χρωστούν για πάντα. Aλλωστε, όπως διαπίστωσα και με τα μάτια μου, η συντριπτική πλειονότητα των επισκεπτών ανήκει στο ασθενές φύλο.