Σχεδόν ένα στα 11 άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω έχει κολπική μαρμαρυγή, μια διαταραχή του καρδιακού ρυθμού που χαρακτηρίζεται από κρίσεις γρήγορων, ακανόνιστων καρδιακών παλμών (φτερούγισμα).
Αυτά τα απρόβλεπτα επεισόδια –τα οποία μπορεί να είναι φευγαλέα ή να διαρκούν για εβδομάδες ή και περισσότερο– μπορεί να προκαλούν συμπτώματα όπως ζάλη και δύσπνοια, αλλά όχι πάντα.
Η μεγαλύτερη απειλή, ωστόσο, από την κολπική μαρμαρυγή προέρχεται από τον αυξημένο κίνδυνο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου που συνοδεύει αυτή την πάθηση. Επειδή οι άνω κοιλότητες της καρδιάς (οι κόλποι) δεν συσπώνται κανονικά, υπάρχει κίνδυνος να λιμνάσει αίμα στον αριστερό κόλπο και να σχηματισθούν θρόμβοι. Εάν ένας θρόμβος διαφύγει, μπορεί να ταξιδέψει στον εγκέφαλο και να προκαλέσει αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Αυτή η ενδεχομένως καταστροφική εξέλιξη εξηγεί τις συνεχείς προσπάθειες για εύρεση μιας αξιόπιστης και μη δαπανηρής μεθόδου για την ανίχνευση της κολπικής μαρμαρυγής – ιδίως της «σιωπηλής» κολπικής μαρμαρυγής, η οποία δεν προκαλεί συμπτώματα και συχνά δεν γίνεται αντιληπτή.
«Το ζητούμενο είναι να εντοπίσουμε την κολπική μαρμαρυγή αρκετά έγκαιρα, ώστε ο ασθενής να αρχίσει να λαμβάνει αντιθρομβωτικά φάρμακα, που θα βοηθήσουν να αποφευχθεί ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο», δηλώνει ο δρ Peter Zimetbaum, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής Κλινικής Καρδιολογίας στο Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess.
Διαλείπων έλεγχος
Σήμερα, οι γιατροί ελέγχουν για κολπική μαρμαρυγή στο πλαίσιο των εξετάσεων ρουτίνας, ρωτώντας τους ασθενείς για τυχόν συμπτώματα κολπικής μαρμαρυγής και ορισμένες φορές πραγματοποιώντας επίσης ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ), δηλαδή μια σύντομη καταγραφή της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς.
Επειδή, όμως, η κολπική μαρμαρυγή είναι συνήθως παροδική, πολλά περιστατικά διαφεύγουν με αυτή τη μέθοδο. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες μεθόδους διαλείποντος ελέγχου, όπως η απλή παρακολούθηση του παλμού κάποιου στον καρπό ή στον αυχένα για ένα ολόκληρο λεπτό, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχει γρήγορος ή ακανόνιστος ρυθμός.
Τα πιεσόμετρα για κατ’ οίκον χρήση ορισμένες φορές ανιχνεύουν την κολπική μαρμαρυγή, καθώς μετρούν επίσης την καρδιακή συχνότητα του χρήστη.
Κάποια έξυπνα ρολόγια και συσκευές παρακολούθησης δραστηριότητας που φοριούνται στον καρπό διαθέτουν προγράμματα ηλεκτροκαρδιογραφικής καταγραφής.
Ο χρήστης ενεργοποιεί την εφαρμογή, πατά τους αισθητήρες στη συσκευή και τότε αυτή καταγράφει τον καρδιακό ρυθμό για 30 δευτερόλεπτα. Εάν ανιχνευθεί κολπική μαρμαρυγή, ο χρήστης λαμβάνει μια ειδοποίηση και μια αναφορά, την οποία μπορεί να δώσει στον γιατρό του.
Σημερινοί περιορισμοί
Ακούγεται απλό, έτσι δεν είναι; Στην πραγματικότητα είναι πιο πολύπλοκο από ό,τι θα νόμιζε κανείς. Κατ’ αρχάς, οι αλγόριθμοι για την ανίχνευση της κολπικής μαρμαρυγής δεν είναι εντελώς ακριβείς και ορισμένες αναφορές ενδέχεται να μην μπορούν να ερμηνευτούν.
Διάφοροι παράγοντες μπορούν να αποσυντονίσουν την καταγραφή, όπως η κίνηση (είτε του προσώπου είτε της συσκευής), το χρώμα του δέρματος ή οι περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως το φως και η θερμοκρασία.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι το εξής: οι αναφορές μπορεί να απαιτούν έναν τεράστιο όγκο εργασίας από τους γιατρούς, ιδίως εάν πρέπει να ξεσκαρτάρουν τα άχρηστα δεδομένα. «Δεν διαθέτουμε ένα σύστημα που να διαχειρίζεται όλες αυτές τις πληροφορίες», εξηγεί ο δρ Zimetbaum.
Ακόμη και αν η συσκευή αναγνωρίσει σωστά ένα επεισόδιο κολπικής μαρμαρυγής, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι χρειάζεστε θεραπεία. Προς το παρόν, οι ειδικοί δεν γνωρίζουν ποιος βαθμός κολπικής μαρμαρυγής (δηλαδή, ποια συχνότητα και ποια διάρκεια) απαιτεί την έναρξη αντιθρομβωτικής αγωγής, γεγονός που μας οδηγεί σε ένα άλλο θέμα.
«Δεν έχει νόημα να εξετάζουμε ανθρώπους που δεν έχουν συμπτώματα κολπικής μαρμαρυγής, παρά μόνο αν είναι έτοιμοι να δεχθούν το ενδεχόμενο να λαμβάνουν αντιπηκτικά για το υπόλοιπο της ζωής τους», δηλώνει ο δρ Zimetbaum.
Για τα άτομα με υψηλό κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή (ιδίως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με υποκείμενη καρδιοπάθεια), οι γιατροί μπορεί να χρησιμοποιήσουν συσκευές που παρέχουν πιο μακροχρόνια ΗΚΓ παρακολούθηση.
Ένας εμφυτεύσιμος καταγραφέας βρόγχων –μια συσκευή σε μέγεθος κλειδιού, η οποία τοποθετείται κάτω από το δέρμα στον θώρακα– παρακολουθεί τον καρδιακό σας ρυθμό για διάστημα έως τριών ετών. Ωστόσο, αυτή η σχετικά επεμβατική και δαπανηρή διαδικασία χρησιμοποιείται συνήθως μόνο σε άτομα με ανεξήγητα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ή κρίσεις λιποθυμίας. Μια άλλη επιλογή είναι ένα επίθεμα σε μέγεθος τσιρότου, το οποίο φοράτε στον θώρακα για δύο εβδομάδες. Ωστόσο, εάν το επίθεμα δεν ανιχνεύσει κολπική μαρμαρυγή στη διάρκεια αυτής της περιόδου, αυτό δεν εγγυάται ότι δεν έχετε κολπική μαρμαρυγή.
Υπάρχει ελπίδα για το μέλλον;
«Μέσα στα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια, φορητές συσκευές όπως το Apple Watch ή το Fitbit θα είναι πιθανότατα σε θέση να ανιχνεύσουν σωστά την κολπική μαρμαρυγή, χωρίς να δίνουν ψευδείς συναγερμούς. Ακόμη όμως δεν έχουμε φτάσει εκεί», σχολιάζει ο δρ Zimetbaum.
Ακόμη και το smartphone σας μπορεί κάποια μέρα να μπορεί να ανιχνεύσει την κολπική μαρμαρυγή, καταγράφοντας τον παλμό σας όταν πατάτε το δάχτυλό σας στην κάμερα, προσθέτει. Όμως, έως ότου αυτές οι εύχρηστες συσκευές και τα συνοδευτικά προγράμματα ή οι εφαρμογές γίνουν διαθέσιμα σε προσιτές τιμές, ο εκτεταμένος προληπτικός έλεγχος δεν είναι εφικτός.
Στο μεταξύ, για να μειώσετε τον κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή, φροντίστε να διατηρείτε υγιές βάρος, να αποφεύγετε το αλκοόλ (ή να καταναλώνετε χαμηλές έως μέτριες ποσότητες) και να ελέγχετε καλά την αρτηριακή σας πίεση. Σε περίπτωση που ροχαλίζετε δυνατά, ελέγξτε μήπως έχετε άπνοια ύπνου, καθώς αυτή η συχνή διαταραχή του ύπνου συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή.