Το τελευταίο διάστημα μπορεί να έχετε παρατηρήσει ότι η τηλεόραση κατακλύζεται από διαφημίσεις για δύο κατηγορίες αντιδιαβητικών φαρμάκων: τους αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1 και τους αναστολείς του SGLT-2.
Γιατί διαφημίζονται τόσο έντονα αυτά τα φάρμακα; Το σίγουρο είναι ότι αυτά τα νέα φάρμακα έχουν φέρει σημαντικά έσοδα στις φαρμακευτικές εταιρείες. Επιπλέον, όμως, προσφέρουν περισσότερα οφέλη για την υγεία, πέραν του ότι κρατούν υπό έλεγχο το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα.
Eνα αυξανόμενο πρόβλημα
Ο διαβήτης τύπου 2 (ο συχνότερος τύπος, με διαφορά) παραμένει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας για πολλούς Αμερικανούς, ιδίως ηλικιωμένους. Περίπου 34,2 εκατομμύρια ενήλικες έχουν διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).
Βάσει των σημερινών τάσεων, το CDC προβλέπει ότι ένας στους πέντε ενήλικους Αμερικανούς θα έχει διαβήτη έως το 2025, ενώ η αναλογία αυτή θα μπορούσε να γίνει ένας στους τρεις έως το 2050.
Η λαμβανόμενη από το στόμα μετφορμίνη παραμένει το πρώτο φάρμακο που χορηγείται για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2. Διατίθεται ως γενόσημο και, έτσι, είναι πολύ οικονομική.
Επίσης, η μετφορμίνη δεν προκαλεί υπογλυκαιμία (χαμηλό επίπεδο σακχάρου στο αίμα) όταν χρησιμοποιείται μόνη της. Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι οι κοιλιακές ενοχλήσεις και οι ακανόνιστες συνήθειες του εντέρου.
Σύμφωνα με τις νέες κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας (ADA), οι γιατροί θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να προσθέσουν είτε έναν αγωνιστή των υποδοχέων του GLP-1 είτε έναν αναστολέα του SGLT-2, εάν το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα παραμένει πολύ υψηλό παρά τη λήψη μετφορμίνης ή εάν κάποιο άτομο έχει αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακή ή νεφρική νόσο.
Η ADA αναγνωρίζει ότι πολλοί ασθενείς σήμερα δεν θα είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν οικονομικά σε αυτά τα φάρμακα.
Τα δύο φάρμακα
Και οι δύο αυτές κατηγορίες φαρμάκων ρυθμίζουν το επίπεδο της γλυκόζης (σακχάρου), αλλά με διαφορετικό τρόπο. Μπορείτε να πάρετε είτε το ένα είτε το άλλο ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, και τα δύο. Ας δούμε πώς δρα το καθένα από αυτά.
Αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1. Τα φάρμακα αυτά μιμούνται μια ορμόνη που ονομάζεται παρόμοιο με γλυκαγόνη πεπτίδιο-1 (GLP-1). Τα άτομα με διαβήτη δεν παράγουν αρκετή από αυτή την ορμόνη.
Το GLP-1 απελευθερώνεται από το έντερο όταν τρώτε. Στέλνει σήμα στο πάγκρεας προκειμένου να αρχίσει να παράγει περισσότερη ινσουλίνη και δίνει εντολή στο ήπαρ να σταματήσει να παράγει γλυκόζη: και οι δύο αυτές ενέργειες ρυθμίζουν το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα.
Η ορμόνη «ενημερώνει» επίσης τον εγκέφαλο ότι φάγατε, έτσι ώστε να αποφύγετε την υπερφαγία.
Οι περισσότεροι αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1 χορηγούνται με ένεση. Υπάρχουν δύο τύποι: τα σκευάσματα βραχείας δράσης, τα οποία λαμβάνονται μία ή δύο φορές την ημέρα, και τα σκευάσματα μακράς δράσης, τα οποία λαμβάνονται μία φορά την εβδομάδα.
Στους βραχείας δράσης αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1 περιλαμβάνονται η εξενατίδη, η λιξισενατίδη, η λιραγλουτίδη και η σεμαγλουτίδη (η μόνη που διατίθεται και σε μορφή δισκίου).
Στα μακράς δράσης σκευάσματα περιλαμβάνονται η δαλαγλουτίδη, η εξενατίδη παρατεταμένης απελευθέρωσης και η σεμαγλουτίδη (με διαφορετική εμπορική ονομασία). Οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν ναυτία και άλλα γαστρεντερικά προβλήματα, όπως έμετο και διάρροια, αλλά αυτά συνήθως δεν διαρκούν πολύ.
Αναστολείς του SGLT-2. Τα φάρμακα αυτά, που λαμβάνονται καθημερινά από το στόμα, εμποδίζουν τους νεφρούς να επαναρροφήσουν τη γλυκόζη. Αντ’ αυτού, η περίσσεια σακχάρου αποβάλλεται από το σώμα με τα ούρα, με αποτέλεσμα τη μείωση του επιπέδου του σακχάρου στο αίμα.
«Με τον τρόπο αυτόν, ο οργανισμός δεν χρειάζεται να εργαστεί εντονότερα για τη ρύθμιση της γλυκόζης», δηλώνει η δρ Herzlinger-Botein, κλινική ερευνήτρια στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Διαβητολογικό Κέντρο Joslin. Οι ουσίες που διατίθενται σήμερα είναι η καναγλιφλοζίνη, η δαπαγλιφλοζίνη, η εμπαγλιφλοζίνη και η ερτουγλιφλοζίνη.
«Τα φάρμακα αυτά ενδέχεται να προκαλέσουν συχνουρία στην αρχή, αλλά η συχνότητα ούρησης μειώνεται με την πάροδο του χρόνου», αναφέρει η δρ Herzlinger-Botein. Τα φάρμακα αυτά μπορεί επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο ουρολοιμώξεων, αν και το πρόβλημα αυτό είναι λιγότερο συχνό στους άνδρες.
Οι αναστολείς του SGLT-2 έχουν ορισμένα μειονεκτήματα. Δεν είναι κατάλληλοι για άτομα με διαβήτη τύπου 1 ή για άτομα με διαβήτη τύπου 2 που ακολουθούν αυστηρή δίαιτα χαμηλών θερμίδων, χρειάζονται αιμοκάθαρση ή έχουν υποβληθεί πρόσφατα σε χειρουργική επέμβαση. Επίσης, είναι πιθανό να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης υπότασης.
Τα επιπλέον πλεονεκτήματα
Το πραγματικά εκπληκτικό με τους αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1 και τους αναστολείς του SGLT-2 είναι τα πρόσθετα οφέλη που παρέχουν για την υγεία, τόσο για τα άτομα με διαβήτη όσο και για τα άτομα χωρίς διαβήτη. Για παράδειγμα:
Απώλεια βάρους. Και τα δύο μπορούν να βοηθήσουν ένα άτομο με διαβήτη να χάσει βάρος. Ωστόσο, οι αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1 είναι περισσότερο αποτελεσματικοί στη μείωση του βάρους σε σύγκριση με τους αναστολείς του SGLT-2. Μάλιστα, δύο από τους αγωνιστές του υποδοχέα του GLP-1, η λιραγλουτίδη και η σεμαγλουτίδη, είναι εγκεκριμένοι από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ για τη μακροχρόνια διαχείριση του βάρους σε άτομα με παχυσαρκία που δεν έχουν διαβήτη.
Καρδιοπάθεια. Τα φάρμακα και των δύο αυτών κατηγοριών μειώνουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου στα άτομα με διαβήτη. Για τα άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια και διαβήτη, οι αναστολείς του SGLT-2 έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τις εισαγωγές στο νοσοκομείο και βελτιώνουν την επιβίωση. Χάρη σε αυτά τα οφέλη, οι γιατροί έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν τους αναστολείς του SGLT-2 ακόμη και σε μη διαβητικούς ασθενείς που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια.
Χρόνια νεφρική νόσος. Οι αναστολείς του SGLT-2 μπορούν να επιβραδύνουν την εξέλιξη της διαβητικής νεφρικής νόσου και ενδέχεται να συμβάλλουν στην πρόληψη της νεφρικής ανεπάρκειας που σχετίζεται με άλλες παθήσεις.