Ναζάν Ολτσέρ, διευθύντρια Μουσείου Σαμπαντζί: Η υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια ενός λαού είναι ο πολιτισμός

Ναζάν Ολτσέρ, διευθύντρια Μουσείου Σαμπαντζί: Η υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια ενός λαού είναι ο πολιτισμός

9' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέρα λαμπερή, με καθαρό ουρανό και τα νερά του Βοσπόρου να αντιφεγγίζουν τις ακτίνες του ήλιου. Απέναντί μας, η ασιατική ακτή διαγράφεται με διαύγεια, καθώς κατευθυνόμαστε παραλιακά από το Πέραν, βόρεια προς το Εμιργκάν. Μέσα στα 50 λεπτά της διαδρομής, αφήνουμε πίσω μας το ανάκτορο Ντολμαμπαχτσέ, το αριστοκρατικό ξενοδοχείο Τσιραγάν, το Ρουμελί Χισάρ, λιμανάκια και πολυτελείς κατοικίες. Αλλά και ο τελικός προορισμός είναι αντάξιος της πρότερης ομορφιάς. Το Σαμπαντζί, το σπουδαιότερο ιδιωτικό μουσείο της Κωνσταντινούπολης, βρίσκεται πάνω στην ευρωπαϊκή όχθη, σε μια υπέροχη βίλα του 19ου αιώνα με καταπληκτικό κήπο.

Εκεί μας περιμένει για γεύμα η διευθύντριά του, Ναζάν Ολτσέρ. Προσωπικότητα με διεθνή ακτινοβολία, έθεσε τις βάσεις της πολιτιστικής διπλωματίας και της εξωστρέφειας της Τουρκίας τις τελευταίες δεκαετίες. Πριν από το Σαμπαντζί, χρημάτισε διευθύντρια στο Ισλαμικό Μουσείο της Πόλης, ενώ εργάστηκε ως επιμελήτρια σε σπουδαία μουσεία στο Βερολίνο και στη Βιέννη. Μαζί με την ιδρύτρια της Μπιενάλε Κωνσταντινούπολης, Μπεράλ Μαντρά, θεωρούνται οι μεγάλες κυρίες της τουρκικής τέχνης. Με βαθιά γνώση της ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού, συχνή επισκέπτρια της Αθήνας και της Κρήτης όπου έχει στενούς φίλους, η κ. Ολτσέρ με υποδέχεται εγκάρδια παρότι με βλέπει πρώτη φορά. Και η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι η μεσογειακή φιλοξενία και ζεστασιά είναι κάτι που μας ενώνει αμέσως με τους Τούρκους. Υπάρχει ένας άμεσος συντονισμός στους ρυθμούς της εξοικείωσης.

Φιλοδοξία για διάκριση

Με ξεναγεί στους υπέροχους χώρους με τη συλλογή καλλιγραφίας αλλά και στην εντυπωσιακή έκθεση-αφιέρωμα στον σύγχρονο γλύπτη Ανις Καπούρ, έργα του οποίου φιλοξενούνται στη νέα πτέρυγα. Πρόκειται για το μεγαλύτερο αφιέρωμα στη δουλειά του, το οποίο στοίχισε εκατομμύρια δολάρια, γεγονός που δείχνει τη φιλοδοξία των γειτόνων να διακριθούν στην πολιτιστική αρένα. Το Σαμπαντζί πήρε το όνομά του από τη γνωστή επιχειρηματική οικογένεια της Τουρκίας και τον πατριάρχη της, Σακίπ, ο οποίος διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική και συλλεκτική του δράση. Εκείνος αποφάσισε να μετατρέψει τη βίλα όπου κατοικούσε σε εκθεσιακό χώρο, χαρίζοντας στην Κωνσταντινούπολη ένα από τα πιο κομψά της μουσεία.

Για να έχουμε μεγαλύτερη ησυχία, η κ. Ολτσέρ αποφασίζει να φάμε στο γραφείο της. Το εστιατόριο του Μουσείου διακρίνεται όχι μόνον για τα εξαιρετικά του εδέσματα, αλλά και για την υπέροχη θέα στον Βόσπορο, έχει όμως αρκετή φασαρία το μεσημέρι. Καθόμαστε σε ένα μικρό σαλόνι περιτριγυρισμένο από βιβλιοθήκες και μικροαντικείμενα. Σηκώνει το τηλέφωνο και παραγγέλνει: «Να, ένα πρώτο σημείο συνάντησης με τους Ελληνες» λέει γελώντας. «Το φαγητό είναι βασικό συστατικό της ζωής μας, των οικογενειακών συνάξεων και των φιλικών σχέσεων. Μοιάζουμε σε τόσα. Σε αυτά που μας κάνουν να γελάμε, ή να κλαίμε. Στους μορφασμούς και τις χειρονομίες. Στον τρόπο που περιποιούμαστε τους αγαπημένους μας. Στο συναίσθημα. Εχω αδελφικούς φίλους στη χώρα σας και τους νιώθω οικογένειά μου. Οσες φορές έχω βρεθεί σε συνέδρια παρατηρώ στενά τους συναδέλφους. Βλέπεις τους Βορειοευρωπαίους να σκέφτονται δύο – τρεις φορές πριν μιλήσουν και εκδηλωθούν. Οι Ελληνες είναι ζεστοί και αυθόρμητοι και τα βρίσκουμε αμέσως μεταξύ μας».

Η Ναζάν Ολτσέρ ανήκει στην κατηγορία των αποκαλούμενων «Λευκών Τούρκων», με βαθιά αστική παράδοση, μόρφωση και κοσμοπολιτισμό. Μιας ελίτ που έχει επίγνωση του σημαντικού της ρόλου για τη μοίρα της χώρας, όχι μόνον ως προνόμιο αλλά και ως ιστορικό χρέος. «Στην οικογένειά μου, τα περισσότερα μέλη είχαν ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα. Εγώ πήγα εσωτερική σε σχολείο με καθολικές καλόγριες και έμαθα γερμανικά από παιδάκι. Από νωρίς άρχισα να καταλαβαίνω τις πολιτισμικές διαφορές. Πήγα να σπουδάσω στη Γερμανία, σε μια εποχή όπου υπήρχαν πάρα πολλοί ξένοι εργάτες από την Ελλάδα, την Τουρκία και άλλες χώρες. Και σήμερα είμαι βέβαιη ότι οι Γερμανοί τους οφείλουν πολλά. Δεν αναφέρομαι στο οικονομικό επίπεδο αλλά στο πολιτισμικό βάθος που απέκτησε το σύγχρονο κράτος τους. Οι φτωχοί αυτοί εργάτες μεταμόρφωσαν τη χώρα. Εφεραν τη μουσική τους, τις διατροφικές τους συνήθειες, τη θρησκεία τους, τα ήθη και τα έθιμα. Κυρίως έφεραν την ανθρωπιά τους. Εβαλαν χρώμα και χαρά στην αυστηρή γερμανική ζωή που είναι γεμάτη κανόνες. Οι μετανάστες ήταν ο πλούτος της Γερμανίας, ας μην το ξεχνάμε αυτό».

Ενα ταξίδι χιλίων χρόνων από τα βάθη της Ανατολής

Ρωτάω την κ. Ολτσέρ πώς αισθανόταν ως γυναίκα και μάλιστα Τουρκάλα στη Γερμανία. «Παρότι είχα μεγαλώσει με ευρωπαϊκό τρόπο και μιλούσα τη γλώσσα, ένιωθα τρομερή μοναξιά. Στο πανεπιστήμιο οι συμφοιτητές μου το ’60 δεν με αντιμετώπιζαν με προκαταλήψεις. Ομως στην τριβή με απλούς ανθρώπους, υπήρχαν στερεότυπα για την Ανατολή και το Ισλάμ. Οταν άρχισα να εργάζομαι στον τομέα της τέχνης συνειδητοποίησα ότι ακόμα και σε διαφορετικές κουλτούρες υπάρχουν σημεία σύγκλισης και πρέπει κανείς να τα ανακαλύπτει. Τότε, οθωμανική τέχνη και πολιτισμός ήταν άγνωστες έννοιες στο ευρύ κοινό στην Ευρώπη. Από πολύ νωρίς είχα συνειδητοποιήσει ότι αυτή η έλλειψη γνώσης για την ιστορία και την προέλευση ενός λαού, για τη θρησκεία, τις αξίες του, επηρέαζαν βαθύτατα τον τρόπο που μας έβλεπαν οι άλλοι. Την εικόνα που είχαμε στα μάτια τους, ως Τούρκοι».

Η Ναζάν Ολτσέρ, με πείσμα έβαλε το δικό της λιθαράκι στην αλλαγή αυτή. Μέσα από τις θέσεις στις οποίες υπηρέτησε ως επιμελήτρια στο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης στο Βερολίνο και στο Μουσείο Εθνολογίας στη Βιέννη, καθώς και στο Ισλαμικό Μουσείο στην Πόλη, συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδειξη της λάμψης της τέχνης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. «Το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που έχω ακούσει στην καριέρα μου ήρθε από έναν Τούρκο μετανάστη στη Γερμανία. Μετά μια έκθεση με οθωμανική τέχνη, μου είπε ότι από τότε που την είδαν οι Γερμανοί γείτονές του, τον αντιμετωπίζουν διαφορετικά! Ο πολιτισμός είναι η αξιοπρέπεια και η υπερηφάνεια ενός λαού».

Ο σερ Νόρμαν Ρόζενταλ που επιμελήθηκε την έκθεση του Καπούρ στο Σαμπαντζί, όταν ήταν επικεφαλής της Βασιλικής Ακαδημίας στο Λονδίνο είχε διοργανώσει το 2005 την εμβληματική έκθεση: «Τούρκοι. Ενα ταξίδι χιλίων ετών» που αναβάθμισε ιδιαίτερα τους γείτονες στη διεθνή πολιτιστική σκηνή. Επιμελήτρια ήταν η Ναζάν Ολτσέρ και ιδέα της υλοποίησης ήταν ένα δικό της όνειρο που έγινε πραγματικότητα. «Εξηγούσα τότε στον Νόρμαν ότι για να καταλάβει κανείς τη σημερινή Τουρκία πρέπει να φανταστεί ένα ταξίδι που ξεκίνησε στην Ανατολή πριν από πολλούς αιώνες. Του είπα ότι μοιάζει με δρομολόγιο λεωφορείου που κράτησε χίλια χρόνια. Ολο αυτό το πολιτιστικό αλισβερίσι με το Βυζάντιο, τους Βενετούς, τους Αψβούργους και όχι μόνον, αυτά τα στοιχεία που πήραμε στη διαδρομή από τους άλλους που ήρθαμε σε επαφή, χωρίς όμως να χάσουμε την αίσθηση του τελικού προορισμού, είναι η καρδιά της σημερινής μας κουλτούρας».

Ο Ερντογάν, οι διαδηλωτές και οι μαυροφορεμένες της Πόλης

Κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα διότι έρχονται οι δίσκοι με τα εδέσματα. Το εστιατόριο του Μουσείου έχει κερδίσει πολλές εγχώριες και διεθνείς διακρίσεις για τις πρωτότυπες γεύσεις, που είναι «πειραγμένη» πολίτικη κουζίνα. Το ενδιαφέρον είναι ότι σε κάθε έκθεση το μενού διαφοροποιείται έτσι ώστε να υπάρχουν και πιάτα που να μοιάζουν με έργα του καλλιτέχνη. Την περίοδο που εγώ το επισκέφθηκα, ο φόρος τιμής ήταν στον Ανις Καπούρ, με γλυπτικές δημιουργίες. Η κ. Ολτσέρ είχε επιλέξει μια δροσερή σαλάτα και δύο ελαφρά κυρίως πιάτα καθώς και επιδόρπια.

Δράττομαι της ευκαιρίας, για να φέρω τη συζήτηση στη σύγχρονη Τουρκία και τους κατοίκους της. Στις πολιτικές αναταράξεις του καλοκαιριού (η συνάντησή μας έγινε πριν από τις τελευταίες αποκαλύψεις για τη διαφθορά και την κρίση στην κυβέρνηση Ερντογάν) αλλά και στο γεγονός ότι ποτέ άλλοτε δεν είχα δει τόσες γυναίκες με μαντίλες στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, ένα θέαμα δυσάρεστο για οποιαδήποτε Ευρωπαία που το βλέπει ως έκρηξη του νεοσυντηρητισμού. Η αντίδραση της Ναζάν Ολτσέρ με εντυπωσιάζει: «Καταλαβαίνω ότι βρίσκετε την ένδυση αυτή υποτιμητική για το φύλο μας. Ομως επειδή δεν ζείτε εδώ, πρέπει να δείτε και την άλλη πλευρά. Ολες αυτές οι μαυροφορεμένες γυναίκες ήρθαν στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους άνδρες τους από κάποια επαρχία στα βάθη της Τουρκίας όπου οι μαντίλες είναι επιβεβλημένες από τα κοινωνικά ήθη. Για να μπορούν να βγουν από το σπίτι στην Πόλη, να πάνε για ψώνια ή να εργαστούν, αισθάνονται ότι πρέπει να είναι ντυμένες έτσι. Αυτή είναι η άμυνά τους, η πανοπλία τους. Καλύτερα όμως να είναι έτσι ντυμένες εδώ και να κοινωνικοποιούνται σταδιακά, παρά να είναι κλεισμένες στο σπίτι σε ένα χωριό μαζί με τους συγγενείς. Η επαφή με την αστική κουλτούρα θα τους ανοίξει το μυαλό και έτσι οι κόρες τους, που στο μεταξύ θα μεγαλώνουν εδώ θα έχουν κατακτήσει μεγαλύτερο βαθμό κοινωνικής ελευθερίας. Ξέρετε, είναι ουτοπικό να νομίζει κανείς ότι μπορεί να αλλάξει τη νοοτροπία από τη μια ημέρα στην άλλη. Οι αλλαγές έρχονται αργά. Και μπορεί εσείς να το θεωρείτε έκρηξη νεοσυντηρητισμού, εγώ όμως αισιοδοξώ ότι στο μέλλον τα πράγματα θα είναι καλύτερα για αυτές και κυρίως για τα παιδιά τους».

Η κ. Ολτσέρ συμπληρώνει «Κατανοώ ότι οι ξένοι βλέπουν την Τουρκία πάντα μέσα από στερεότυπα, όχι μόνο λόγω της θρησκείας αλλά και λόγω της πολιτικής. Η χώρα μου, γεωγραφικά και πολιτισμικά, είναι το κατώφλι για την Ανατολή με τους δικούς της άγνωστους κώδικες, τα ήθη και τα έθιμα. Ακόμα και στο εσωτερικό του κράτους, στον ίδιο τον πληθυσμό υπάρχουν πολλές διαφορετικές αναγνώσεις των ίδιων γεγονότων. Ξέρω ότι ο ξεσηκωμός του καλοκαιριού έβαλε στο στόχαστρο τον Ερντογάν και την κυβέρνηση, στην Τουρκία και στο εξωτερικό. Την θεώρησαν αυταρχική και υπερσυντηρητική. Νομίζω ότι τεράστιο ρόλο έπαιξε η βίαιη αντίδραση της αστυνομίας, που μετέτρεψε μια διαμαρτυρία σε μια κλιμακούμενη συνεχή ένταση. Αναγνωρίζω ότι ως πολίτης αισθάνομαι δυσφορία όταν κάποιος μου υπαγορεύει τι πρέπει να κάνω και τι όχι στην κοινωνική μου ζωή, όπως σχεδιαζόταν μέσα από μια σειρά από νομοθετήματα για το αλκοόλ, τις εκτρώσεις, τα δημόσια φιλιά κ.λπ.» λέει.

Μεγαλύτερη ανεκτικότητα

Συνεχίζει: «Εγώ δεν θα σταθώ τόσο στα αρνητικά της κυβέρνησης όσο σε κάποια θετικά που δεν έχουν προβληθεί τα τελευταία χρόνια. Από το 2002 και μετά έχουν γίνει ανοίγματα στην Τουρκία προς τις θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες και πραγματοποιείται ένας διάλογος που πριν απουσίαζε. Ως άνθρωπος του πολιτισμού, διακρίνω μεγαλύτερη τάση ανεκτικότητας και καλής πρόθεσης σε μια σειρά από λεπτά ζητήματα. Η παρουσία του Ερντογάν στο τιμόνι της χώρας έδωσε στον κόσμο μια αίσθηση αυτοπεποίθησης και εθνικής υπερηφάνειας που είχε εξατμιστεί με την οικονομική κρίση. Ανέδειξε την Τουρκία σε έναν ισχυρό παράγοντα στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, την έκανε εξωστρεφή και δυναμική. Η οπτική των ανθρώπων για το μέλλον τους, τον εαυτό τους, τον κόσμο και την πόλη άλλαξε. Η νεολαία απέκτησε άλλη οντότητα. Και αυτό είναι σπουδαίο επίτευγμα, σας διαβεβαιώ. Ο,τι και να γίνει με την πατρίδα μου, εγώ προσωπικά διατηρώ την αισιοδοξία μου και μπορώ να σας εξηγήσω τους λόγους: Οπως και εσείς έτσι και εμείς έχουμε ιστορικό βάθος. Εχουμε ζήσει ανόδους και πτώσεις, νίκες και ήττες. Ο χρόνος μας έχει διδάξει να διαχειριζόμαστε τις καταστάσεις και να διαβάζουμε τα συμφραζόμενα, είτε είμαστε απλοί πολίτες είτε έχουμε θέσεις ευθύνης. Εχουμε την τέχνη του βίου. Η Τουρκία μέσα στις επόμενες δεκαετίες θα βρει τον βηματισμό της, όπως ελπίζω και η Ελλάδα. Αλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε συμπορευτεί για αιώνες και είναι σαν να μας δένουν αόρατα δεσμά…».

Η συζήτηση τελειώνει με αυτά τα λόγια. Η Ναζάν Ολτσέρ όχι μόνο με συνοδεύει μέχρι την έξοδο του Μουσείου, αλλά επιμένει να με γυρίσει πίσω στο ξενοδοχείο μου ο οδηγός της, καθώς είναι δύσκολο να βρω ταξί. Λέμε καλή αντάμωση για την Ελλάδα και με αποχαιρετά με την ίδια ζεστασιά που με υποδέχθηκε.

Η συνάντηση

Παραγγείλαμε μια δροσερή σαλάτα με ρόκα, κεράσια, κουκουνάρι και κατσικίσιο τυρί. Εγώ έφαγα κοτόπουλο με κους κους και εκείνη μπιφτεκάκια ψητά (με αρνίσιο και μοσχαρίσιο κιμά). Για το τέλος πήραμε κρέμα καραμελέ με τζίντζερ και κέικ σοκολάτας με ένα λεπτό άρωμα περγαμόντου. Το όνομα του εστιατορίου είναι Muzedechanga και όλα τα πιάτα του είναι υπέροχα. Και η θέα του στον Βόσπορο, καταπληκτική. Αξίζει η ωριαία διαδρομή από το κέντρο της Πόλης έως εκεί. Δεν πλήρωσα τον λογαριασμό, αλλά υποψιάζομαι ότι θα ήταν αλμυρός.

Oι σταθμοί της

1942

Γεννιέται στην Κωνσταντινούπολη.

1960

Πηγαίνει στο Μόναχο όπου σπουδάζει Εθνολογία, Αρχαία Ιστορία και Ιστορία της Τέχνης.

1972

Εργάζεται ως επιμελήτρια στο Μουσείο Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης στην Κωνσταντινούπολη.

1974 – 1979

Συμμετέχει σε πολλές ανασκαφές στην Τουρκία.

1975 – 1978

Επισκέπτρια επιμελήτρια στο Μουσείο Εθνολογίας της Βιέννης και στο Ισλαμικό Μουσείο Βερολίνου.

1976 – 1984

Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Γιλντίζ στην Κωνσταντινούπολη.

1978 – 2003

Διευθύντρια στο Μουσείο Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης της Πόλης.

2003

Αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Μουσείο Σαμπαντζί.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή