Το εστιατόριο «Ουράνιο Συντριβάνι» απέχει επτά λεπτά, τρέχοντας, από τον σταθμό «Τροκαντερό» του μετρό. Λέω «τρέχοντας» γιατί είχα καθυστερήσει στο ραντεβού, κανονισμένο για τη 1 το μεσημέρι, και δεν ήθελα επ’ ουδενί να νιώσει άβολα η προσκεκλημένη. Επειδή για κανένα λόγο δεν αφήνουμε τη Νάνα Μούσχουρη να περιμένει. Ειδικά στο Παρίσι. Εκεί όπου την εκτιμούν, τη θαυμάζουν, τη λατρεύουν. Περισσότερο από μια εικόνα ή μια διασημότητα, είναι μέρος της ζωής των Γάλλων. Τα βιβλία της, οι συναυλίες της, οι δηλώσεις της έχουν ευρεία κάλυψη από τα ΜΜΕ και το κοινό την ακολουθεί παντού. Το εκπληκτικό είναι ότι το ίδιο συμβαίνει και στη Γερμανία, την Ιαπωνία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ισπανία.
Ευτυχώς δεν είχε φθάσει ακόμη, έτσι, βρήκα χρόνο για να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου. Αλλά η αναμονή δεν ήταν μεγάλη. Μετά μόλις μια γουλιά νερό, εισέρχεται στο μικρό κινέζικο εστιατόριο της οδού Σεφέρ. Συνοδεύεται από τον Αντρέ Σαπέλ, τον σύζυγο, διευθυντή, μόνιμο σύντροφό της. Οι πελάτες γυρίζουν τα κεφάλια, της χαμογελούν, ορισμένοι σηκώνονται να την χαιρετήσουν. Ολοι την αναγνωρίζουν καθώς το στυλ της δεν έχει αλλάξει καθόλου εδώ και 56 χρόνια, όσα και τα έτη της καριέρας της. Χαρακτηριστικά είναι τα τετράγωνα μαύρα γυαλιά οράσεως, όπως το χρώμα των ίσιων, επιτήδεια χτενισμένων μαλλιών, με χωρίστρα στη μέση, η μοναδική αύρα της και το χαμόγελο στα χείλη της. Η Νάνα Μούσχουρη δεν είναι μια σταρ και οι άνθρωποι το γνωρίζουν. Είναι απλή, διασκεδάζει με τα πάντα, ακόμα και με το στυλ της. «Οι παραγωγοί μου δοκίμασαν τα πάντα για να με κάνουν να το αλλάξω. Δεν γίνεται να ακολουθούμε συνέχεια τη μόδα στα ρούχα όπως στις μουσικές τάσεις. Δεν θέλω να προδώσω το κοινό μου».
Καθισμένη απέναντί μου, τρώει μικρές μπουκιές από κινέζικα πατατάκια με γεύση γαρίδας και, προτού παραγγείλει χωρίς να κοιτάξει το μενού, ζητεί επανειλημμένως συγγνώμη για την καθυστέρηση. Ξέρει τι θέλει να φάει: μια κινεζική σαλάτα και ένα σουβλάκι από μοσχάρι με λαχανικά. Ενώ της αρέσει η ατμόσφαιρα του εστιατορίου με τις κόκκινες κουρτίνες, τις ξύλινες καρέκλες και τα λευκά τραπεζομάντιλα, με δυσκολία καταφέρνει να χαλαρώσει εκείνη την ημέρα. Η Νάνα κατακλύζεται από φόβο. Σε λίγες ώρες ένα ταξί θα τη μεταφέρει «σπίτι της», όπως λέει. Το «σπίτι της» δεν είναι η κατοικία της, είναι η σκηνή. «Μια παράσταση δεν είναι ποτέ ρουτίνα, πρόκειται για μια μοναδική στιγμή που συμβαίνει μόνο μία φορά. Κάθε βράδυ εμφανίζεσαι μπροστά σε διαφορετικό κοινό, το οποίο θα πρέπει να κατακτήσεις. Είμαι τρομοκρατημένη πριν από κάθε συναυλία, επειδή θέλω να δώσω στο κοινό όλο μου το είναι».
Εκανε το ψεγάδι προσόν
Εχοντας ψεγάδι στις φωνητικές χορδές, το οποίο περίτεχνα μετέτρεψε σε προσόν, και διακρινόμενη από μια πρώιμη επιθυμία να τραγουδήσει, αυτή η νεαρή φτωχή και ντροπαλή κοπέλα, άνθισε μέσα από τη σκηνή και δεν το κρύβει. «Συνειδητοποίησα ότι πάνω στη σκηνή, παρόλο που δεν είχα τέλειες σωματικές αναλογίες, ήταν το μέρος όπου θα μπορούσα να ζήσω όπως ήμουν, δίχως κριτική και ερωτήσεις. Ξέρετε, κανείς δεν πίστευε σ’ εμένα. Στην Αθήνα ο ιμπρεσάριός μου, Τάκης Καμπάς, δυσκολευόταν να με κοιτάξει: τα γυαλιά μου, ήμουν παχουλή και όχι σέξι. Αργότερα, άλλοι προσπάθησαν να με κάνουν να αποχωριστώ τα γυαλιά μου, αλλά δεν θα ήμουν πλέον εγώ. Μόνο το τραγούδι, ο έρωτας και η γαλήνη με βοήθησαν. Ηταν δύσκολα, αλλά άξιζε τον κόπο, η ζωή δεν είναι ένας προορισμός, είναι ένα ταξίδι».
Αυτήν τη φορά θα εμφανιστεί, για δεύτερο βράδυ, στη σκηνή του καταξιωμένου Théâtre du Châtelet, στις όχθες του Σηκουάνα, κοντά στην Παναγία των Παρισίων. Εδωσε συναυλία εκεί το προηγούμενο βράδυ -τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί από νωρίς- όπου χιλιάδες άνθρωποι την επευφημούσαν όρθιοι για περισσότερο από ένα τέταρτο της ώρας. Τραγουδάει στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά. Με την κόρη της, Λενού, στο πλευρό της και τη μουσική ως συνεχώς ανανεούμενη πηγή συναισθημάτων, δεν δείχνει να θέλει να σταματήσει, παρά την αποχαιρετιστήρια περιοδεία της, η οποία έληξε το 2009. «Στην ηλικία των 80 ετών δεν μπορώ ακόμα να πιστέψω ότι λαμβάνω τόση αγάπη. Φυσικά και η φωνή μου αντιστοιχεί στην ηλικία μου, αλλά ξέρω να ανταποδίδω την αγάπη που μου έδωσαν για τόσα πολλά χρόνια. Το κοινό στο Παρίσι με έχει κακομάθει, με την καλή έννοια, αλλά δεν διαμαρτύρομαι. Συχνά αναρωτιέμαι, γιατί εμένα; Αξίζω τέτοια επιτυχία;». Ενα πράγμα είναι σίγουρο, το κοινό δεν μετανιώνει για την επιλογή του και την πίστη του σε εκείνη· απόδειξη, τα 4.000 άτομα που κατέφθασαν για να την επευφημήσουν.
Χρωστάω τα πάντα στον Γκάτσο και στον Μάνο Χατζιδάκι
Εφτασε η ώρα της απόλαυσης ενός εσπρέσο. Η σερβιτόρα του εστιατορίου βάδισε προς το μέρος της Νάνας Μούσχουρη και της ζήτησε να υπογράψει το τελευταίο της βιβλίο με τίτλο «Ενδόμυχο δρομολόγιο», το οποίο είναι από τα πρώτα σε πωλήσεις στη Γαλλία.
Σε αυτό το βιβλίο, η Νάνα Μούσχουρη ξεκινά με ένα γράμμα στον Νίκο Γκάτσο. Παραδέχεται ότι η ζωή της είναι βαρετή δίχως τους φίλους της. Οι περισσότεροι δεν είναι πλέον εν ζωή, επομένως, προκειμένου να τους «αναβιώσει», μιλά για αυτούς ασταμάτητα, με σεβασμό και θαυμασμό. Πάνω στη σκηνή, στο σπίτι της, παντού. Ετσι, δημιούργησε στη νότια Γαλλία το βραβείο «Νίκος Γκάτσος» για νέους ποιητές. «Ο Γκάτσος είναι αδελφός μου, σε αυτόν χρωστάω τα πάντα, όπως και στον Μάνο Χατζιδάκι. Πίστεψαν από την αρχή σε μένα. Μου δίδαξαν την ταπεινότητα πάνω από όλα. Και έπειτα, υπάρχει και η Μελίνα. Τι γυναίκα! Εχουν περάσει είκοσι χρόνια από τότε που μας άφησαν, αλλά εγώ είμαι εδώ…». Για τους σκοπούς της παράστασής της στο Παρίσι, κάλεσε έναν πολλά υποσχόμενο νεαρό ηθοποιό, τον Πολύδωρο Βογιατζή, προκειμένου να ερμηνεύσει το τραγούδι «Ο Καημός» σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Μελίνας Μερκούρη στη Γαλλία. «Η Μελίνα Μερκούρη έχει κάνει πολλά για την Ελλάδα με παγκόσμιο αντίκτυπο. Με την ταινία "Ποτέ την Κυριακή" του Ζυλ Ντασσέν, η Ελλάδα και η μουσική της έγιναν της μόδας, τον καιρό μάλιστα που δεν υπήρχαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επομένως ήταν μεγάλη υπόθεση η υπέρβαση τόσων συνόρων!».
Δεν είναι νοσταλγική, απλώς θα ήθελε πολύ να περιστοιχίζεται από τους φίλους της σε αυτές τις σημαντικές στιγμές, όπως η παγκόσμια περιοδεία της με τίτλο «Happy birthday tour». Οπως η Μελίνα, έτσι και η Νάνα τολμά τα πάντα. «Είναι αστείο, διότι στη Γαλλία τραγουδώ επίσης στα γερμανικά και στη Γερμανία τραγουδώ στα γαλλικά», λέει γελώντας… Τραγουδά βεβαίως και στα ελληνικά, όπως και η Μελίνα, και το κοινό σιγοτραγουδά μαζί της, «τα ελληνικά τραγούδια είναι ποιητικά και αισιόδοξα. Σε αυτά πάντα περικλείεται ένα δράμα, όμως στη συνέχεια ακολουθεί ένα θαύμα. Σκέφτομαι αδιάκοπα το "Ασπρη μέρα και για μας" του Νίκου Γκάτσου και αυτός είναι ο λόγος που τραγουδώ». Κοινή η διαπίστωση ότι η Νάνα έχει το δικό της στιλ, χάρη και ντροπαλότητα, χαρακτηριστικά που την καθιστούν τόσο αγαπητή. Αλλωστε, η Νάνα Μούσχουρη προσδίδει λίγη γλυκύτητα σε έναν κόσμο ξηρό τραχύ…
Η Ελλάδα είναι η χώρα μου και η Αθήνα είναι η πόλη μου
Επειτα από τριάντα συναυλίες στην Ευρώπη, θα πραγματοποιήσει εμφανίσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στην Ασία και τη Λατινική Αμερική. Ομως η Νάνα Μούσχουρη ξεκαθαρίζει ανοιχτά ότι δεν είναι το ίδιο όταν πρόκειται για την Ελλάδα. Θα εμφανιστεί στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού στις 14 Ιουλίου. «Εγώ η ίδια εγκαινίασα το άνοιγμα του συγκεκριμένου Ωδείου στο λαϊκό τραγούδι το 1984, χάρη στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Εκείνη την εποχή, για πρώτη φορά ένας καλλιτέχνης τραγουδούσε εκεί κάποιο άλλο είδος εκτός από όπερα. Ημουν περήφανη γιατί η Ελλάδα είναι η χώρα μου, η Αθήνα είναι η πόλη μου».
Γνωρίζει ότι το ελληνικό κοινό είναι συχνά επικριτικό, αλλά λέει ότι έχει να δώσει πολλή αγάπη στους συμπατριώτες της. «Οταν κάποιος είναι καλλιτέχνης, εκτίθεται, δεν μπορεί να αποφύγει την κριτική, ειδικά στη δική μας περίπτωση γίνεται το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στους πολιτικούς. Εάν, δηλαδή, δεν αντεπεξέλθουμε αμέσως στο ύψος των περιστάσεων, το κοινό δεν μας ψηφίζει. Εχω στο μυαλό μου τη Μαρία Κάλλας, η οποία αποδοκιμάστηκε αφού έχασε τη φωνή της. Αυτή η απώλεια προκλήθηκε από θλίψη και όχι λόγω κάποιας ασθένειας, όμως δείχνει την απαίτηση του κοινού. Γι’ αυτό δεν θέλω να το απογοητεύσω». Οταν μιλάει για την Ελλάδα, η χροιά της φωνής της μεταβάλλεται, γίνεται πιο βραχνή, πιο σοβαρή, φοβάται πως οι προθέσεις της θα διαστρεβλωθούν, όπως εκείνη τη φορά που, μιλώντας στον γερμανικό Τύπο, είχε πει, στην αρχή της κρίσης, ότι οι Ελληνες δεν πληρώνουν φόρους. Ωστόσο, υπερασπίζεται με θέρμη τη χώρα της. Προτρέπει το κοινό να τραγουδά στη γλώσσα του Ομήρου και, σχεδόν σε κάθε παράστασή της, περνάει ένα πολιτικό μήνυμα. «Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που επωμίστηκε τα δεινά της κρίσης, ελπίζω να είναι και η πρώτη που θα βγει από αυτήν».
Κάνει μια παύση, πίνει μια γουλιά ανθρακούχο νερό και συνεχίζει: «Δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα μιλήσουν απαισιόδοξα γι’ αυτήν την κατάσταση. Φυσικά και είναι δύσκολο και είναι άδικο. Ωστόσο, η Ελλάδα γνώρισε πολύ πιο βίαιες, τραγικές και επώδυνες στιγμές και οι Ελληνες πάντα στέκονται όρθιοι στα πόδια τους· πρέπει να είμαστε σε θέση να δώσουμε μια μικρή ελπίδα».
Με τον Χάρι Μπελαφόντε
Πρέπει να επισημανθεί ότι η Νάνα Μούσχουρη έχει βιώσει τη φτώχεια, έζησε τον πόνο των αποκομμένων οικογενειών, την εποχή της Κατοχής, τις κυκλοφοριακές απαγορεύσεις, τον Εμφύλιο, και κανείς ποτέ δεν της χάρισε τίποτα. Ως θυγατέρα ενός μηχανικού προβολών, χρησιμοποιούσε την αίθουσα του κινηματογράφου για να πραγματοποιήσει τις πρώτες της εμφανίσεις στο τραγούδι. Αποβλήθηκε από το ωδείο, αλλά, παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να χτίσει μια καριέρα παγκόσμιου βεληνεκούς.
Εμφανίστηκε στο πλάι του Χάρι Μπελαφόντε, ενός από τους πρώτους ανθρώπους που αγωνίστηκαν για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών στην Αμερική. «Μου απαγόρευαν να σταθώ δίπλα στον Χάρι κατά τη φωτογράφιση, αλλά το έκανα». Συνέχισε τον αγώνα της ενάντια στον ρατσισμό με τον Κουίνσι Τζόουνς, κατόπιν ήρθε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Βρέθηκε στο πλευρό της UNICEF ως πρέσβειρα Καλής Θελήσεως για την καταπολέμηση της πείνας και της ανισότητας των γυναικών και των παιδιών στην Αφρική.
Πριν από είκοσι χρόνια έγινε και ευρωβουλευτής.«Από όλες τις δεσμεύσεις μου, η πιο δυσάρεστη ήταν η πολιτική. Ηθελα να βοηθήσω τη χώρα, να πραγματοποιήσω έργο, αλλά η γραφειοκρατία των Βρυξελλών που λαμβάνει σάρκα και οστά μέσω των υπαλλήλων της και των κομματικών φιλοδοξιών των μελών του Ευρωκοινοβουλίου, με έκαναν να υποχωρήσω. Οι περισσότεροι ήθελαν κυρίως να ποζάρουν δίπλα μου γιατί ήμουν γνωστή». Ούσα αυστηρή απέναντι στη στάση που τήρησε η Ευρώπη, δεν θέλει να ακούει επί του παρόντος για πολιτική δέσμευση, ωστόσο η Νάνα Μούσχουρη επιθυμεί να αλλάξει τα πράγματα. Ελπίζει να το πραγματοποιήσει συνεχίζοντας να προσφέρει αγάπη.
Η συνάντηση
Βρεθήκαμε στο εστιατόριο «Το Ουράνιο Συντριβάνι» επί της οδού Scheffer, γευματίσαμε με κινεζική σαλάτα, ψητά λαχανικά, σουβλάκι από μοσχάρι και ήπιαμε ανθρακούχο νερό. Το κάθε πιάτο είχε περίπου 12 ευρώ. Παρά τις προσπάθειές μας δεν πληρώσαμε, σπάνιο φαινόμενο στο Παρίσι, διότι η ιδιοκτήτρια και σερβιτόρα ήταν μεγάλη θαυμάστρια της Νάνας Μούσχουρη.
Oι σταθμοί της
1934
Γεννιέται στα Χανιά της Κρήτης.
1958
Ξεκινά την καριέρα της χάρη στη συνάντησή της με τον Μάνο Χατζιδάκι.
1960
Εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι, όπου γνωρίζει, λίγο καιρό αργότερα, τον Αντρέ Σαπέλ, ο οποίος έμελλε να γίνει ο παραγωγός της δισκογραφικής της δουλειάς.
1963
Επιλέγεται για να εκπροσωπήσει το Λουξεμβούργο στον διαγωνισμό της Εurovision.
1966
Κυκλοφορεί ένα μουσικό άλμπουμ σε συνεργασία με τον Χάρι Μπελαφόντε.
1967
Το τραγούδι «Les roses blanches d’Athènes» (Τα λευκά ρόδα της Αθήνας) βραβεύτηκε με την Αργυρή Αρκτο («Ours d’argent») στο φεστιβάλ του Βερολίνου.
1994-1999
Εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Ευρωκοινοβούλιο ως ευρωβουλευτής.
2005
Πραγματοποιεί παγκόσμια αποχαιρετιστήρια περιοδεία.
2013
Εκδίδει ένα βιβλίο με τίτλο «Itinéraire intime» («Ενδόμυχο δρομολόγιο»), στο οποίο κάνει μια ανασκόπηση του αλφαβητάριου της ζωής της και ξεκινά μια περιοδεία με τίτλο «Happy Birthday tour» για τα 80 της χρόνια.