Ο Ελληνας μαχητής που έγινε μύθος στα βουνά του Βιετνάμ

Ο Ελληνας μαχητής που έγινε μύθος στα βουνά του Βιετνάμ

6' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Οταν φεύγουν οι σφαίρες, δεν γυρίζουν πίσω να σου πουν πού πήγαν και τι έκαναν. Αν δεν σκοτώσεις θα σε σκοτώσουν. Αυτό είναι ο πόλεμος. Κατάφερα και επέζησα και σήμερα είμαι ένας ήρωας στο Βιετνάμ. Να, κοιτάξτε…». Παίρνω στα χέρια μου μια έγχρωμη φωτογραφία. Ο Κώστας Σαραντίδης ποζάρει σοβαρός και περήφανος στον φακό. Φοράει τη στολή του λοχαγού των Λαϊκών Ενόπλων Δυνάμεων του Βιετνάμ και στο στήθος του είναι καρφιτσωμένα πολλά μετάλλια.

Είναι πρωινό Τρίτης. Καθόμαστε στο εστιατόριο του Hondos Center στην Ομόνοια. Ο γαλλικός καφές που έχω μπροστά μου έχει πια κρυώσει. Δεν έχω πάρει τα μάτια μου από τον συνομιλητή μου, έχω αφεθεί σε μια χειμαρρώδη και εντυπωσιακά διαυγή αφήγηση ζωής που δύσκολα πιστεύει κανείς ότι είναι αληθινή. Συναρπαστική, απίθανη, μυθιστορηματική, αλλά πέρα ώς πέρα αληθινή… Ο Κώστας Σαραντίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1927. Ο πατέρας του ήταν πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία και η μητέρα του κόρη στρατηλάτη Μακεδονομάχου. «Μέναμε σε μια ξύλινη παράγκα στην Κάτω Τούμπα. Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός και δούλευε στους Μύλους του Αλλατίνη. Η μητέρα μου γεννούσε παιδιά. Εκανε επτά αγόρια και έχασε σε αποβολές και εκτρώσεις άλλα δέκα παιδιά. Πέθανε με το μαράζι που δεν έκανε μια κόρη».

«Πήγα σχολείο μέχρι την Τετάρτη Δημοτικού», συνεχίζει ο Κώστας Σαραντίδης. «Μετά με διώξανε γιατί δεν γράφτηκα στη νεολαία του Μεταξά. Δεν ήθελε ο πατέρας μου να πάω. Αρχισα να δουλεύω από δω κι από κει και κάποια στιγμή εργάστηκα κι εγώ στους Μύλους του Αλλατίνη όταν τους είχαν επιτάξει οι Γερμανοί. Είχαμε Κατοχή. Ενα βράδυ είμαι μαζί με κάτι άλλους στην οδό Ειρήνης στη Θεσσαλονίκη και πουλάμε καπνό. Φέρναμε τότε καπνό από τη Νιγρίτα για να βγάλουμε τίποτα δεκάρες. Πέφτουμε σε μπλόκο, μας μαζεύουν και μας πάνε στα κρατητήρια. Την άλλη μέρα βρισκόμαστε καθ’ οδόν για τα τάγματα εργασίας. Είναι φθινόπωρο του ’43 και είμαι 16 στα 17».

Το μακρύ και επίπονο ταξίδι δεν κατέληξε στη Γερμανία που ήταν ο αρχικός προορισμός, αλλά στη Βιέννη. «Μαζί με έναν Γιουγκοσλάβο καταφέραμε και το σκάσαμε, κλέψαμε και δυο γερμανικές στολές κι αυτές έγιναν το “διαβατήριό” μας μέχρι το τέλος του πολέμου. Ολο αυτό το διάστημα, από εκείνο το βράδυ που εξαφανίστηκα από την οδό Ειρήνης στον Βαρδάρη, η οικογένειά μου δεν γνώριζε αν ζούσα ή αν είχα πεθάνει. Οταν τελείωσε ο πόλεμος πήγα στη Ρώμη με σκοπό να επιστρέψω στην Ελλάδα. Στην πρεσβεία μου είπαν “δεν μπορείς τώρα να πας στην Ελλάδα γιατί γίνεται εμφύλιος”. Εγώ δεν καταλάβαινα τι μου λέγανε. Τέλος πάντων, κάποια στιγμή γνώρισα κάποιους άλλους Ελληνες στη Ρώμη. Ενας απ’ αυτούς, ο Στέφανος Γκανάς, ήταν τότε στη Γαλλική Λεγεώνα. Αρχισε να μας μιλάει για τη Λεγεώνα των Ξένων, να μας τάζει λαγούς με πετραχήλια, λεφτά και γκόμενες σαν νεράιδες. Μας ψώνισε… Τι σκαμπάζαμε εμείς απ’ αυτά; Κι έτσι πήγαμε στη γαλλική πρεσβεία, υπογράψαμε το χαρτί εθελοντή, μπήκαμε σ’ ένα πλοίο και βρεθήκαμε στην Αλγερία κι από κει στην Ινδοκίνα».

Οι Γάλλοι έλεγαν στους λεγεωνάριους ότι στο Βιετνάμ δεν θα έμεναν πολύ καιρό. Θα έβαζαν μια τάξη για λίγους μήνες και μετά θα αποχωρούσαν. Ο Κώστας Σαραντίδης κατάλαβε γρήγορα ότι τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά: «Ο σκοπός τους ήταν να κάνουν σ’ αυτήν τη χώρα ό,τι έκαναν και οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Πρώτα απ’ όλα στη λεγεώνα το 90% ήταν πρώην Γερμανοί στρατιώτες που τους βούτηξαν οι Γάλλοι και τους έστειλαν εκεί. Και ήταν κάθε καρυδιάς καρύδι. Λωποδύτες, χασικλήδες, ανώμαλοι, γκάνγκστερ. Είχε και Γάλλους αλλά πήγαιναν ως Ελβετοί, με ψεύτικη εθνικότητα. Ετσι λοιπόν, έμεινα δυο μήνες εκεί, και μετά μαζί με έναν Ισπανό, το σκάσαμε και πήγα στο βουνό με τους Βιετναμέζους αντάρτες. Δεν ήταν εύκολο. Μας δοκίμασαν και οι αντάρτες, αλλά τελικά κερδίσαμε την εμπιστοσύνη τους και μας δέχτηκαν».

Δυο γάμοι και μια… διαγραφή

«Στο βουνό φυσικά τα πράγματα ήταν διαφορετικά», συνεχίζει ο Κώστας Σαραντίδης. «Δεν υπήρχε κρεβάτι, δεν υπήρχε κουνουπιέρα, ήμασταν ξυπόλυτοι, με ελάχιστα ρούχα, τρώγαμε όποτε υπήρχε φαγητό. Επρεπε να ζήσουμε μέσα στη ζούγκλα.

»Πήρα μέρος σε πολλές συμπλοκές, κινδύνεψα πολλές φορές αλλά επέζησα. Και έφτασα να πάρω τον βαθμό του λοχαγού. Δεν μετάνιωσα ποτέ για τίποτα. Δεν έκανα κάτι κακό. Θεώρησα ότι σαν Ελληνας έκανα το καθήκον μου. Αυτό που δεν μπόρεσα να κάνω για τη δική μου χώρα, το έκανα για μια άλλη που την ένιωσα πατρίδα μου.

»Αγάπησα το Βιετνάμ και τους ανθρώπους. Γεννιούνται με το χαμόγελο και πεθαίνουν με το χαμόγελο. Καλόψυχοι άνθρωποι. Με κήρυξαν ήρωα. Με θυμούνται όλα αυτά τα χρόνια. Μου γράφουν και ποιήματα. Ενα απ’ αυτά λέει “ευχαριστούμε την Ελλάδα που γέννησε για μας έναν μύθο κι έγινε ήρωάς μας”».

Στον στρατό ο Κώστας Σαραντίδης γνώρισε την πρώτη γυναίκα του. «Το ’54 που τελείωσε ο πόλεμος, έγινε διαχωρισμός και πήγαμε στο Βόρειο Βιετνάμ. Η γυναίκα μου τότε εργαζόταν ως αρχινοσοκόμα. Εγώ ήμουν ακόμη στον στρατό. Τότε ξεκίνησε η περίοδος της αγροτικής και της διοικητικής μεταρρύθμισης και δυστυχώς το έδαφος ευνόησε τις ρουφιανιές και τα αλληλοκαρφώματα. Η γυναίκα μου χωρίς να φταίει κατηγορήθηκε ως αντιδραστική και φυλακίστηκε. Με κάλεσαν στο κόμμα και με ρώτησαν ποια ήταν η θέση μου. Τι να έκανα; Είπα ότι αν είναι έτσι, δεν θα έχω από δω και πέρα καμία σχέση μαζί της. Ετσι ήταν εκείνη η περίοδος, έγιναν πολλά λάθη, καταστράφηκαν πολλές ζωές.

»Απολύθηκα από τον στρατό και δούλεψα ως διερμηνέας σε τεχνικούς της Ανατολικής Γερμανίας που έφτιαχναν ένα μεγάλο τυπογραφείο στο Βιετνάμ. Εκεί γνώρισα τη δεύτερη γυναίκα μου με την οποία ζω μέχρι σήμερα. Εν τω μεταξύ έχουν περάσει κάποια χρόνια και το κόμμα αποφασίζει να διορθώσει τα σφάλματα που έγιναν. Οι φυλακισμένοι όλοι αθωώνονται και απελευθερώνονται. Και η πρώην γυναίκα μου παραπονιέται στις αρχές και λέει “θέλω τον άντρα μου”. Αυτοί, για να την ξεφορτωθούν, με φωνάζουν και μου λένε “θέλουμε να βοηθήσουμε να διορθωθούν τα σφάλματα που έχουν γίνει. Το κόμμα σού δίνει άδεια να παντρευτείς δύο γυναίκες”. Εδωσα μια στην πόρτα και σηκώθηκα και έφυγα. Και ο υπάλληλος για να με εκδικηθεί που δεν έκανα αυτό που ήθελε, έκανε ενέργειες και με διέγραψαν από το κόμμα.

»Τα επόμενα χρόνια η γυναίκα μου έκανε τρία παιδιά, εγώ δούλευα στα ορυχεία του Βόρειου Βιετνάμ και το 1965 αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Με βοήθησε ένας αδελφός μου, μου στείλανε διαβατήρια και εισιτήρια και επιστρέψαμε με τα τρία παιδιά στη Θεσσαλονίκη. Το τέταρτο γεννήθηκε εκεί».

Η επιστροφή στην Ελλάδα

Τον πρώτο χρόνο στη Θεσσαλονίκη ο Κώστας Σαραντίδης ήταν άνεργος. «Εφυγα με άδεια χέρια από τη Θεσσαλονίκη, γύρισα με άδεια χέρια και είπα θα ζήσω με την παλικαριά μου. Πήγαινα στον χασάπη στο Μοδιάνο και έπαιρνα τα πόδια από τις κότες. Στην Ελλάδα τα πετούσαμε, εμείς στο Βιετνάμ, όμως, είχαμε μάθει να τα τρώμε. Ετσι αντέξαμε.

»Επειδή ήμουν ακατάταχτος δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Κι έτσι ζήτησα να δικαστώ για να ξεκαθαριστεί η κατάσταση. Ευτυχώς, μου έκοψε και πήρα από τη γαλλική πρεσβεία ένα χαρτί που έλεγε ότι υπηρέτησα στη Λεγεώνα των Ξένων, το οποίο έχω ακόμη. Και μ’ αυτό το χαρτί –που δεν έγραφε φυσικά ότι ήμουν με τους αντάρτες– απαλλάχθηκα από την κατηγορία του ανυπότακτου.

»Μετά δούλεψα οδηγός για πολλά χρόνια μέχρι που βγήκα στη σύνταξη. Μεγάλωσα και τα παιδιά μου και τα είδα να προκόβουν. Στο Βιετνάμ ακόμη και σήμερα όποτε μπορώ πηγαίνω. Στις 22 Δεκεμβρίου είναι η επέτειος της ίδρυσης του Λαϊκού Στρατού και θα γιορταστούν τα 70 χρόνια. Αν τα καταφέρω θα πάω. Είναι ένας φανταστικός τόπος. Ο Χο Τσι Μιν έλεγε “ελευθερία, ανεξαρτησία, ευτυχία”. Αυτός ο λαός κατάφερε τα δύο πρώτα και σήμερα ζει το τρίτο».

Τη ζωή του Κώστα Σαραντίδη έχει καταγράψει σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ, με γυρίσματα στο Βιετνάμ και στην Ελλάδα, και εμπλουτισμένο με αρχειακό υλικό, ο σκηνοθέτης και παραγωγός κινηματογραφικών και τηλεοπτικών ταινιών, Γιάννης Τριτσιμπίδας. Ο τίτλος του είναι «Βιετ-Κώστας. Υπηκοότης: Ακαθόριστος» και η διάρκειά του 88 λεπτά.

Πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ μπορείτε να βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.tritsibidas.gr και στη σελίδα Βιετ-Κώστας στο Facebook.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή