Εύα Μανιδάκη: Θα αποσυρθώ όταν πάψει η τραυματική μου αγωνία

Εύα Μανιδάκη: Θα αποσυρθώ όταν πάψει η τραυματική μου αγωνία

2' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Οχι, όχι. Νιώθω τρομερά ασφαλής και απίστευτα συγκινημένη πίσω από τα φώτα της παράστασης. Αυτό έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία μου», απαντά η σκηνογράφος Εύα Μανιδάκη στην ερώτηση πώς είναι κάποιος να σχεδιάζει ένα σκηνικό πάνω στο οποίο κάποιοι άλλοι –οι ηθοποιοί– έχουν την ευκαιρία να… αποθεωθούν.

«Κατανοώ αυτό που εννοείτε. Οι θεατές φεύγουν σχολιάζοντας κατά πρώτο λόγο το έργο, τη σκηνοθεσία, τους ηθοποιούς. Ωστόσο ο σκηνογράφος φτιάχνει έναν κόσμο. Στήνει την εικόνα της παράστασης, διαμορφώνει αισθητική», προσθέτει. Και σαφώς επιδιώκει να «κερδίσει» την αποδοχή και την επιβράβευση όχι μόνο από το πλατύ κοινό, αλλά κυρίως από το πιο ψαγμένο, σκέφτομαι γνωρίζοντας την κ. Μανιδάκη να «κινείται» τα τελευταία χρόνια σε υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών καλλιτεχνικές παραγωγές στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.

Είναι μία από τις πλέον περιζήτητες σκηνογράφους της εποχής μας, έχοντας υπογράψει σκηνικά σε παραστάσεις σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως ο αείμνηστος και πάντα τελειομανής Λευτέρης Βογιατζής. Τελευταία υπέγραψε τα σκηνικά στην «Ορέστεια» σε σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά, ενώ στο αίθριο του Μουσείου Μπενάκη της οδού Πειραιώς έχει δημιουργήσει «έναν κόσμο ενδιάμεσο, ένα δρόμο χωρίς αφετηρία και προορισμό, όπου οι ήρωες καταλήγουν, με την ελπίδα ότι θα συναντήσουν τον Godot», για τη θεατρική παράσταση «Περιμένοντας τον Godot» σε σκηνοθεσία Νατάσας Τριανταφύλλη. «Εχω ξεπεράσει τις 100 σκηνογραφίες. Ωστόσο κάθε φορά έχω μια τραυματική αγωνία για το πώς θα είναι, πώς θα λειτουργήσει το σκηνικό μέσα στην παράσταση. Οταν πάψω να το έχω, μάλλον θα αποσυρθώ», παρατηρεί.

Δηλαδή θα αποσυρθεί στην αγκαλιά της μεγάλης της αγάπης, της αρχιτεκτονικής. «Ηθελα πάντοτε να ασχοληθώ με το θέατρο, αλλά προέρχομαι από οικογένεια μηχανικών και αρχιτεκτόνων. Η αρχιτεκτονική είναι κάτι πιο σίγουρο. Είναι ας πούμε ο σύζυγος, ενώ ο εραστής είναι το θέατρο. Μέσα μου σε κάθε θεατρική δουλειά αισθάνομαι ένα πετάρισμα που δεν το δίνει η αρχιτεκτονική, που είναι πιο ασφαλής. Ισως επειδή στην αρχιτεκτονική τα όρια του χρόνου δεν είναι τόσο συμπυκνωμένα όπως σε μία θεατρική δουλειά», εξηγεί. Ισως, σκέφτομαι εγώ, να είναι το πετάρισμα της έκθεσης σε ένα μεγαλύτερο κοινό σε σχέση με αυτό της αρχιτεκτονικής. Από την άλλη, το έργο του αρχιτέκτονα είναι σε μόνιμη… έκθεση στα μάτια των μυημένων, ενώ του σκηνογράφου με τον χρόνο αφήνει την αύρα της ανάμνησης.

Μένει στο ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας, έχει θέα στην οδό Αιόλου, την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης και, πιο μακριά, στην Ακρόπολη. Με κομψότητα και σεμνότητα που απέχει από το… trendy, αφουγκράζεται τον ρυθμό της εποχής. «Τα χρήματα που δίνονται στις καλλιτεχνικές παραγωγές είναι πλέον πολύ λίγα. Ετσι, αναγκαζόμαστε πολλές φορές να χρησιμοποιήσουμε φθηνότερα υλικά ή να ανακατασκευάζουμε παλαιότερα σκηνικά. Δεν το θεωρώ υποχρεωτικά κακό, τις περισσότερες φορές μπορεί να λειτουργήσει θετικά», παρατηρεί η κ. Μανιδάκη. Και συμπληρώνει: «Αυτό δεν με δυσκολεύει. Το πιο δύσκολο είναι να βρεις ανθρώπους με κοινούς κώδικες, ώστε μαζί να προχωρήσετε παρακάτω. Οπως οι επάλληλοι κύκλοι που δημιουργούνται στο νερό όταν πέφτει μία πέτρα στη θάλασσα. Και αυτό ισχύει όχι μόνο στην αρχιτεκτονική…».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή