Δεν υπάρχει τίποτα το θετικό στον πόνο

Δεν υπάρχει τίποτα το θετικό στον πόνο

7' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το μοναδικό βιβλίο της Τζοάνα Μπερκ που κυκλοφορεί στα ελληνικά είναι η «Ιστορία του βιασμού» (εκδ. Σαβάλλας). Δύσκολο, λοξό θέμα για αντικείμενο ιστορικής έρευνας. Ομως η Μπερκ, γεννημένη το 1963 στη Νέα Ζηλανδία, πολυταξιδεμένη και καθηγήτρια Ιστορίας στο Μπίρμπεκ, στο Λονδίνο, ειδικεύεται σε τέτοια θέματα. Ο γράφων την είχε ανακαλύψει το 2001 με το βραβευμένο «An Intimate History of Killing: Face-to-Face Killing in Twentieth Century Warfare» (Ιστορία του φόνου: ο φόνος σε μάχες σώμα με σώμα κατά τον εικοστό αιώνα, εκδ. Granta, 1999). Ενα άλλο ερεθιστικό βιβλίο της είναι το πιο πρόσφατο «Η ιστορία του πόνου.

Από την προσευχή στα παυσίπονα» (The Story of Pain: From Prayer to Painkillers, Oxford University Press, 2014), για το οποίο θα μιλήσει στο ελληνικό κοινό μεθαύριο, Τρίτη, στη Στέγη.

Την βρήκαμε στο τηλέφωνο, λίγες ημέρες προτού ταξιδέψει στη χώρα μας (την οποία γνωρίζει πολύ καλά, καθώς διατηρεί με τον Ελληνα σύντροφό της σπίτι στην Πλάκα) και θαυμάσαμε τη ζωντάνια και την αμεσότητά της – έστω και από την απόσταση της τηλεφωνικής επαφής και τα δυσάρεστα θέματα με τα οποία καταπιάνεται. «Μα είναι σημαντικά θέματα», διευκρίνισε. «Γι’ αυτό ασχολούμαι μαζί τους και γι’ αυτό όλοι μας επιστρέφουμε συνεχώς στο πρόβλημα της βίας».

Πιάνω το νήμα που συνδέει τα τρία τουλάχιστον προαναφερθέντα βιβλία της: ο πόνος, ψυχικός και σωματικός. «Πράγματι. Στον πόλεμο, ο άνθρωπος προκαλεί πόνο σε άλλους ανθρώπους, όπως και στον βιασμό: σε εμπόλεμες περιοχές τα κρούσματα βιασμών είναι μαζικά. Οι έρευνες που έχω κάνει δείχνουν αστρονομικά νούμερα, απίστευτα. Για παράδειγμα, το 90% των γυναικών στη Νιγηρία έχουν υποστεί βιασμό στο πλαίσιο των αιματηρών πολέμων που γονάτισαν τη χώρα επί σειρά ετών. Ειδικά στους διάφορους αφρικανικούς πολέμους ο βιασμός χρησιμοποιείται ως μέσο επιβολής τόσο εις βάρος γυναικών και παιδιών όσο και ανδρών.

Σε αυτές τις καταστάσεις, το τραύμα παραμένει για μια ολόκληρη ζωή όχι μόνον σε άτομα αλλά σε ολόκληρες κοινωνίες. Οσο για τον φόνο στη μάχη, λίγοι ιστορικοί θίγουν αυτό το ζήτημα. Σχεδόν πάντα ακούμε μαρτυρίες για ηρωισμούς, για την ταλαιπωρία, το κρύο, την πείνα, για τον θάνατο συμπολεμιστών ή για τον θάνατο του εχθρού από κάποιον άλλο στρατιώτη.

Σπάνια ένας ερευνητής να ρωτήσει έναν βετεράνο να του μιλήσει ανοιχτά για τους ανθρώπους που σκότωσε ο ίδιος μολονότι η μνήμη μιας τέτοιας πράξης, αναπόφευκτη τις περισσότερες φορές, αποτελεί βασική πηγή μετατραυματικού άγχους. Εκεί πάντως που διαφέρει το τελευταίο μου βιβλίο πάνω στον σωματικό πόνο είναι πως στα πρώτα δύο μιλώ για το πώς ασκούμε πόνο σε κάποιον άλλο, ενώ σε αυτό ασχολούμαι με το πώς υφιστάμεθα τον πόνο εμείς οι ίδιοι. Ηταν καιρός να κοιτάξω την άλλη πλευρά, να ακούσω πιο προσεκτικά τα θύματα να προσπαθούν να βγάλουν νόημα από μια ακραία εμπειρία, όπως είναι ένας βιασμός ή και μια πολύ επώδυνη ασθένεια».

Ενα από τα βασικότερα ζητήματα της Μπερκ στο βιβλίο της είναι πως ο σωματικός πόνος «είναι μεν οικουμενική εμπειρία την ίδια στιγμή όμως τόσο ατομική, τόσο προσωπική, και αυτό που προσπάθησα να περάσω στο βιβλίο μου ήταν την αναγκαιότητα του να ακούμε προσεκτικά τι μας λέει κάποιος άλλος για το πώς βιώνει τον πόνο του. Κάνοντας αυτό, παίρνουμε μια γεύση από τον ατομικό χαρακτήρα που έχει ο πόνος του άλλου και ίσως τον βοηθήσουμε. Υπάρχει ένα ολόκληρο θέατρο στο πώς εκφράζουμε το βίωμα του σωματικού πόνου: άλλα λένε οι γονείς στα αγόρια και άλλα στα κορίτσια, διαφέρει από χώρα σε χώρα, από πολιτισμό σε πολιτισμό.

Υπάρχει όμως ένα γενικό κλισέ ότι ο πόνος βρίσκεται έξω από τη γλώσσα, ότι έχει κάτι ανείπωτο. Μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφτούμε. Το πρόβλημα ίσως να μην είναι στο ότι δεν μπορούμε να εκφράσουμε τον σωματικό πόνο που νιώθουμε αλλά ότι οι άλλοι δεν θέλουν να μας ακούσουν».

Στο βιβλίο της, η Μπερκ μελετά τη σχέση μας με τον πόνο τα τελευταία 200 περίπου χρόνια στον αγγλοσαξονικό κόσμο κυρίως, όπου, βέβαια, ο χριστιανισμός έπαιξε τον δικό του ρόλο στη διαμόρφωση της σχέσης ανθρώπου και σωματικού πόνου. «Νομίζω ότι ο χριστιανισμός είχε τη μεγαλύτερη επιρροή στο πώς κατανοούμε τον σωματικό πόνο, παλαιότερα αλλά και τώρα.

Είναι ένα βαθύ συλλογικό ψυχικό αποτύπωμα που κατά βάση μας λέει ότι ο πόνος είναι κάτι που μας εξαγνίζει, κάτι από το οποίο μαθαίνουμε, ότι πρέπει να το υπομένουμε στωικά. Ο πόνος είναι ένα μάθημα από τον Θεό γύρω από το τι είναι καλό ή κακό, κάτι που θα μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, όχι απαραίτητα σε ένα στενά θρησκευτικό πλαίσιο. Αυτά τα πράγματα λειτουργούν ασυνείδητα. Ακούς άθεους να βρίζουν Θεούς και Παναγίες όταν πονούν, έτσι δεν είναι»;

Κανένα καλό

«Προσωπικά, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι καλό στον πόνο και εντυπωσιάζομαι κάθε φορά που ακούω για γιατρούς που δεν δίνουν παυσίπονα σε ασθενείς που υποφέρουν, όπως στις περιπτώσεις ανθρώπων που έπαθαν καρκίνο στον πνεύμονα επειδή κάπνιζαν πολύ ή στο συκώτι επειδή έπιναν πολύ. Σαν να τους αξίζει μια τιμωρία. Η αλήθεια είναι επίσης ότι ο σωματικός πόνος μπορεί να σε κάνει πιο σκληρό και αδιάφορο απέναντι στους άλλους ανθρώπους, πιο εσωστρεφή, να σε κλείσει στον εαυτό σου.

Την ίδια στιγμή όμως, όταν οι άνθρωποι πονούν θέλουν να επικοινωνήσουν διότι έτσι βρίσκουν παρηγοριά και στοργή. Και εκεί έχει τεράστια σημασία να ακούσουμε προσεκτικά τι έχουν να μας πούνε. Οταν πονάμε χρησιμοποιούμε απίστευτες μεταφορές που λένε πολλά για το πώς πραγματικά αισθανόμαστε».

Καθώς ακούω την Τζοάνα Μπερκ να μιλάει, αναρωτιέμαι ποια λογοτεχνικά βιβλία έχουν τον σωματικό πόνο (και όχι τον ψυχικό, συναισθηματικό) στο επίκεντρο. Δεν μπορώ να βρω κανένα, ίσως το μυθιστόρημα «Μάθημα ανατομίας» του Φίλιπ Ροθ. Οταν της το λέω, ξαφνιάζεται. «Δεν το είχα σκεφτεί αλλά έχετε δίκιο. Ξέρω ένα ποίημα του Ντίκενς με θέμα τον σωματικό πόνο και το περίφημο δοκίμιο της Βιρτζίνια Γουλφ αλλά ατόφια μυθοπλασία, όχι. Είναι αυτό που λέγαμε: μια αμηχανία να μιλήσουμε για τους πόνους του σώματος».

Ο «αόρατος πόνος» και η απομόνωση…

«Οι ηδονές φαίνεται ότι μας ενώνουν με τον κόσμο, ο πόνος όμως μας καταδικάζει στην απομόνωση», γράφει ο Jonathan Ree στον Guardian αναφορικά με το βιβλίο της Μπερκ. Και συνεχίζει: «Υπάρχουν ωδές στην ηδονή, πίνακες, θεατρικά έργα, συμφωνίες και όπερες που αποθεώνουν την ατελείωτη ποικιλία τους· δεν υπάρχουν όμως έργα τέχνης που να εκφράζουν το κενό του πόνου. Οι ιστορίες του Προμηθέα δεμένου πάνω στον βράχο και του Χριστού πάνω στο σταυρό ίσως να μας συγκινούν, αλλά δεν μας λένε απολύτως τίποτα για τον πόνο που ένιωσαν». Δεν είναι γεγονός ότι τη στιγμή που πονάμε ο χρόνος όχι μόνον μοιάζει να διαστέλλεται αδιανόητα αλλά και να σταματάει ακόμα; «Η σχέση του πόνου με τον χρόνο είναι όντως ιδιαίτερη», μας λέει από το Λονδίνο η Μπερκ. «Υπάρχει και μια ακόμα παράμετρος: οι χρόνιοι πόνοι, αποτέλεσμα χρονίων παθήσεων, καθηλώνουν τον ασθενή σε μια απομόνωση. Είναι αόρατοι πόνοι αυτοί – δεν προέρχονται από κάποια ξαφνική πληγή ούτε από κάποια περαστική ασθένεια, αλλά γίνονται μέρος της καθημερινότητάς σου σε τέτοιο βαθμό που οι άλλοι γύρω σου παύουν να ασχολούνται, δεν τον βλέπουν καν τον πόνο και δεν σε πολυπιστεύουν από ένα σημείο κι έπειτα ότι πονάς. Ο αόρατος πόνος γίνεται δεδομένος γι’ αυτόν που δεν πονά, για εκείνον που πονά όμως το βάσανο είναι εκεί και είναι πολύ πραγματικό».

Τα παυσίπονα

Στο βιβλίο της, η Μπερκ αποπειράται και μια ιστορική αφήγηση, την οποία υποδηλώνει ο υπότιτλος: από την προσευχή στα παυσίπονα. Σε ό,τι αφορά την προσευχή, μιλήσαμε για τη σημασία της θρησκείας, και κυρίως του χριστιανισμού, στη σχέση του δυτικού ανθρώπου με τον πόνο. Με τα παυσίπονα όμως; Με άλλα λόγια, στη σημερινή εποχή, τι ακριβώς γίνεται; «Σήμερα τρέχουμε στα παυσίπονα», αποφαίνεται η Τζοάνα Μπερκ, «κι όμως ακόμα υπάρχει πολύς πόνος γύρω μας. Καταπολεμούμε πονοκεφάλους ή πονόδοντους με ευκολία αλλά οι χρόνιοι πόνοι δεν έχουν φύγει. Οι φαρμακευτικές εταιρείες ξοδεύουν δισεκατομμύρια ευρώ για να βρουν λύση και ο κόσμος αδυνατεί να πιστέψει ότι σήμερα η επιστήμη δεν έχει βρει οριστική λύση στο θέμα του πόνου. Το γεγονός όμως ότι ο πόνος είναι εδώ κάνει μερικούς να νομίζουν ότι είναι δικό τους σφάλμα, ότι υπερβάλλουν ως προς το μέγεθος του πόνου τους. Από την άλλη, έχουμε και γιατρούς που φοβούνται μην τυχόν και καταστήσουν τους ασθενείς εξαρτημένους από τα χάπια και τα φάρμακα – ειδικά στην Αμερική υπάρχει κι ένας φόβος από την πλευρά των γιατρών ότι θα τους μηνύσουν ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο, τη στιγμή μάλιστα που έχουμε πολλά εξελιγμένα φάρμακα για την καταπολέμηση του πόνου».

Η Τζοάνα Μπερκ διευθύνει το Πρότζεκτ «Τραύμα» στο Μπίρμπεκ. Τη ρωτούμε τι ακριβώς είναι αυτό. «Είναι ένα ενεργό πρόγραμμα που τρέχει τρία χρόνια τώρα. Ουσιαστικά, ιστορικοί διαφορετικών ειδικοτήτων ερευνούμε τον πόνο από διαφορετικές ιστορικές οπτικές, καθώς και μέσα από την τέχνη, τη λογοτεχνία. Παλαιότερα ονομαζόταν “πρότζεκτ Πόνος” αλλά η ελληνική γλώσσας μας έδωσε τη λύση: τραύμα στα ελληνικά σημαίνει πόνος ψυχικός και σωματικός. Τα ενώσαμε και τα βλέπουμε τώρα μαζί, λυτρώνοντάς μας από αυτόν τον καρτεσιανό διαχωρισμό που μας καταδυναστεύει στη Δύση».

​​Η Βρετανίδα ιστορικός, πανεπιστημιακός και συγγραφέας Τζοάνα Μπερκ (Joanna Bourke) έρχεται στη Στέγη για μία συζήτηση για την ιστορική, την κοινωνική και την ψυχολογική διάσταση του πόνου. Μικρή Σκηνή, 3 Φεβρουαρίου, ώρα έναρξης: 7 μ.μ. Εκτός από την Μπερκ, μιλούν ακόμα: Πέπη Ρηγοπούλου (καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Πανεπιστήμιο Αθηνών), Αθηνά Αθανασίου (αναπληρώτρια καθηγήτρια κοινωνικής ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο) και Ευάγγελος Παναγιωτάκος (γιατρός αναισθησιολόγος, εξειδικευμένος στον πόνο). Συντονισμός: Δημήτρης Παπανικολάου, αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Επιμέλεια: Δημήτρης Παπανικολάου και Αφροδίτη Παναγιωτάκου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή