Μπορεί ένας πολιτικός να γίνει ξανά δημοσιογράφος;

Μπορεί ένας πολιτικός να γίνει ξανά δημοσιογράφος;

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χαρίδημος Τσούκας*: Δεν υπάρχει επιστροφή

Θ​​υμάμαι την ήπια απογοήτευση που ένιωσα όταν ο διακεκριμένος διευθυντής του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» κ. Γ. Μαρίνος εξελέγη ευρωβουλευτής με τη Ν.Δ. το 1999. Είχε ήδη αφήσει τότε τη διεύθυνση του «Ο.Τ.» και διατελούσε σύμβουλος έκδοσης.

Ημουν πιστός αναγνώστης του κ. Μαρίνου από τα φοιτητικά μου χρόνια. Με εξέφραζε η οπτική του γωνία (η σύγχρονη ευρωπαϊκή Ελλάδα), απολάμβανα την ορθολογική και μαχητική επιχειρηματολογία του, εκτιμούσα ιδιαίτερα την κομματικά ανεξάρτητη στάση του. Δεν χαριζόταν σε κανέναν – υπεράσπιζε ιδέες, όχι κόμματα. Οταν τον είδα ευρωβουλευτή κόμματος εξουσίας, κάτι άλλαξε μέσα μου – μπήκε ο σπόρος της αμφιβολίας για την αυθεντικότητα της μέχρι τότε ανεξαρτησίας του. Πιθανότατα ο διακεκριμένος δημοσιογράφος χαρακτηριζόταν πάντοτε από υψηλή επαγγελματική ευσυνειδησία. Αλλαξε, όμως, ο τρόπος με τον οποίο εγώ πλέον τον διάβαζα.

Ολα τα επαγγέλματα χαρακτηρίζονται από «ετεροαναφορικότητα» – υπηρετούν κάποιον άλλο. Ο γιατρός τον ασθενή, ο δάσκαλος τον μαθητή, ο δημοσιογράφος τον αναγνώστη. Η επαγγελματική λειτουργία διεκπεραιώνεται σωστά όταν υπάρχει σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο μερών. Στη δημοσιογραφία, το κλειδί στη σχέση είναι η αξιοπιστία – να εμπιστεύεσαι ό,τι διαβάζεις. Η αξιοπιστία κερδίζεται όταν ο λειτουργός της πασχίζει να είναι, και φαίνεται ότι είναι, αμερόληπτος, μεριμνώντας για την αλήθεια.

Αμεροληψία δεν σημαίνει έλλειψη οπτικής γωνίας· σημαίνει, όμως, αποστάσεις από, και κριτική διάθεση προς, τους παίκτες της πολιτικής διαμάχης.

Σε ώριμους επαγγελματικούς χώρους θεωρείται αυτονόητο. Οταν το 1971 ο θρυλικός διευθυντής της «Ουάσιγκτον Ποστ» Μπεν Μπράντλι αποφασίζει να δημοσιεύσει διαρρεύσαντα επίσημα έγγραφα αναφορικά με την πολεμική εμπλοκή των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, η φιλία του με σημαντικούς πολιτικούς του Δημοκρατικού Κόμματος που ενοχοποιούνταν από τις διαρροές δεν στάθηκε εμπόδιο στον επαγγελματισμό του. Οι αξίες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος ήταν η ηθική πυξίδα του.

Μπορείτε να φανταστείτε τον Ρουσόπουλο, τον Θεοδωράκη, τον Κουίκ ή τη Σπυράκη να επανέρχονται στην κλασική δημοσιογραφία; Τυπικά ναι, ουσιαστικά όχι. Η εμπλοκή με την ενεργό πολιτική αλλάζει τόσο τα κριτήρια λειτουργίας του δημοσιογράφου όσο και το βλέμμα του αναγνώστη. Ο χρόνος είναι ποιοτικό μέγεθος. Δεν αντιστρέφεται.

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Δημήτρης Τσιόδρας*: Καθαρές σχέσεις

Ο​​ δημοσιογράφος πρέπει να ελέγχει την εξουσία και να υπηρετεί το αναφαίρετο δικαίωμα του πολίτη να πληροφορείται ελεύθερα. Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ, «ο δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει: Να μεταδίδει την πληροφορία και την είδηση ανεπηρέαστα από τις προσωπικές πολιτικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, φυλετικές και πολιτισμικές απόψεις ή πεποιθήσεις του».

Τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε σε εκπομπές δημοσιογράφους να εκπροσωπούν τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη Ν.Δ., υποκαθιστώντας βουλευτές και πολιτικά στελέχη. Βάζουν την κομματική γραμμή πάνω από την οφειλόμενη απόσταση και αντί να ελέγχουν την εξουσία γίνονται προπαγανδιστές της. Οταν δε ο δημοσιογράφος εργάζεται σε κομματικό ή κρατικό μέσο και η εργασιακή του σχέση με αυτό συνδέεται με κομματικά διαπιστευτήρια, η σχέση αναξιοπιστίας επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο.

Οι δημοσιογράφοι έχουν, όπως όλοι, τις αντιλήψεις τους και τις πολιτικές προτιμήσεις τους. Αναλύουν την πραγματικότητα υπό αυτό το πρίσμα. Από αυτό μέχρι να μεταφέρουν απαρεγκλίτως την κομματική γραμμή υπάρχει μεγάλη απόσταση.

Οταν ένας δημοσιογράφος μεταπηδά στην πολιτική είναι σαφές από ποια θέση μιλάει: εκπροσωπεί ένα κόμμα. Ο πολίτης το γνωρίζει και τον τοποθετεί στην ίδια θέση με οποιοδήποτε κομματικό στέλεχος. Είναι μια σχέση απολύτως καθαρή. Δεν υποδύεται τον ανεξάρτητο. Μπορεί να επιστρέψει στη δημοσιογραφία; Nαι. Αν το κάνει οφείλει να αφήσει στην άκρη την κομματική του ταυτότητα. Προφανώς δεν αφήνει στην άκρη ιδέες και απόψεις, ούτε η οπτική του μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική. Επίσης είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον πολίτη, τη μία να τον βλέπει ως εκπρόσωπο κόμματος και την άλλη σε ρόλο δημοσιογράφου. Οφείλει να δώσει δύσκολες εξετάσεις, αλλά υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που τις πέρασαν επιτυχώς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Τζορτζ Στεφανόπουλος, ο οποίος από εκπρόσωπος του Μπιλ Κλίντον είναι πλέον πολιτικός σχολιαστής στο ΑBC με μεγάλη επιρροή.

Καθαρές σχέσεις λοιπόν. Οταν είσαι δημοσιογράφος δεν μπορείς να υπηρετείς κομματική γραμμή. Και όταν εκπροσωπείς ένα κόμμα, δεν μπορείς να είσαι αντικειμενικός. Αν θέλεις να είσαι πολιτικός αφήνεις στην άκρη τη δημοσιογραφική σου ταυτότητα και όταν είσαι δημοσιογράφος ξεχνάς την κομματική σου ταυτότητα. Και οι δύο ταυτότητες στην ίδια τσέπη δεν χωρούν.

* Ο κ. Δημήτρης Τσιόδρας είναι δημοσιογράφος και πρώην εκπρόσωπος του Ποταμιού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή