«Να ξέρεις και να χάνεις»

4' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτό που λέει ο τίτλος είναι πολύ σωστό, όταν όμως το ακούς από το στόμα του Αλέξη Τσίπρα, γίνεται ο τέλειος αυτοσαρκασμός, παρότι αυτή δεν ήταν ποτέ η πρόθεσή του – δεν είναι ικανός για κάτι τέτοιο, άλλωστε. Από τη νύχτα των ευρωεκλογών μέχρι σήμερα, εδώ και ένδεκα ημέρες δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ –και εννοώ όλοι τους, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, αναλόγως της αγωγής και του χαρακτήρα του– επιδεικνύει πόσο δύσκολο τού είναι να αντιμετωπίσει την ήττα με στοιχειώδη αξιοπρέπεια. (Πράγμα αξιοσημείωτο για μια παράταξη ανατεθραμμένη με την κλάψα του λυρισμού της ήττας…)

Τους παρακολουθούμε είτε να επινοούν βλακώδεις δικαιολογίες (π.χ., κυβερνάμε μόλις εννέα μήνες) ή να εκφράζουν απροκάλυπτα την κατάπληξή τους με την αυθάδεια των ψηφοφόρων: πώς τόλμησαν να μην καταλάβουν το συμφέρον τους και να μη μας ψηφίσουν! Χαρακτηριστικότερη όλων είναι ίσως η περίπτωση του γέροντος Φλομπέρ της Αριστεράς, του γλαφυρού κυρ Αλέκου Φλαμπουράρη, ο οποίος αναρωτήθηκε «αν οι πθηφοφόροι έχουν θυνειδητοποιήθει τι έκαναν».

Η δεύτερη Κυριακή των αυτοδιοικητικών έδειξε ότι είχαν «θυνηδητοποιήθει» παρά πολύ καλά τι έκαναν οι ψηφοφόροι και το επανέλαβαν με ευχαρίστηση. Συνειδητοποιεί, όμως, πλέον και η παρέα του Μαξίμου ότι η δημοκρατία (που ποτέ δεν τους άρεσε, ούτως ή άλλως) είναι ζόρικη υπόθεση! Πολύ ζόρικη, εφόσον δεν μπορείς να ποδηγετείς τη Δικαιοσύνη, να χώσεις στη φυλακή την αντιπολίτευση και να καταργήσεις τη Βουλή, όπως ο φιλαράκος τους στη Βενεζουέλα. Ισως, τελικά, η δικτατορία του προλεταριάτου να είναι προτιμότερη για τη σωτηρία του Ανθρώπου, αφού οι άνθρωποι δεν βάζουν μυαλό και επιμένουν να είναι ελεύθεροι. (Θα τους περνάνε κάτι τέτοια από το μυαλό, μην αμφιβάλλετε…)

Οταν, λοιπόν, ο Τσίπρας παίρνει το ύφος του θυμόσοφου και παρατηρεί ότι «πρέπει να μάθεις να χάνεις», εννοεί αυτό ακριβώς που κάνει τώρα: να ξέρεις να μεθοδεύεις την υποχώρησή σου, κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει τα νώτα σου. Οχι για όσα του καταλογίζει η αντιπολίτευση, αλλά για εκείνα που ο ίδιος μέσα του ξέρει ότι έχει κάνει. Με απλά λόγια, για τον Τσίπρα, το να ξέρει να χάνει κάποιος σημαίνει να ξέρει πώς να κρύψει τα κακάκια του που αφήνει πίσω. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον η κυβέρνηση μεθοδεύει την αντικατάσταση της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, παρότι γνωρίζει και εμμέσως έχει αποδεχθεί ότι δεν μπορεί πια να κυβερνά, αφού δεν έχει τη δημοκρατική νομιμοποίηση. (Θυμίζω ότι, για τον Τσίπρα, οι εκλογές ήταν «ψήφος εμπιστοσύνης στις παροχές ή ψήφος ακύρωσής τους».)

Η επιλογή ηγεσίας στη Δικαιοσύνη είναι η στρατηγικής σημασίας κίνηση που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς υποχωρεί. Οι τροπολογίες που στριμώχνει στα νομοσχέδια της τελευταίας ώρας ασφαλώς έχουν το ενδιαφέρον τους, είναι όμως αντιπερισπασμοί. Στο βάθος του χρόνου, πέρα από τις εθνικές εκλογές και τα όποια αποτελέσματά τους, ο χαρακτήρας της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ θα εξαρτηθεί από την έκβαση της προσπάθειας που καταβάλλει τώρα να ελέγξει την ηγεσία της Δικαιοσύνης και κατά την περίοδο που θα είναι στην αντιπολίτευση. Αυτό διακυβεύεται στο bras de fer που εξελίσσεται τώρα ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση και το πρόσωπο που έχει τον ρόλο του κριτή στην αναμέτρηση είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Από τη στάση του Προέδρου θα κριθεί αν θα επιβληθεί η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στη Δικαιοσύνη ή όχι. Από εκείνον εξαρτάται η υπογραφή του σχετικού προεδρικού διατάγματος, που θα του υποβάλει η κυβέρνηση. Μέχρι τώρα, ό,τι γνωρίζουμε για τη στάση του Προκόπη Παυλόπουλου είναι ότι τουλάχιστον έως τις 30 Ιουνίου (ημερομηνία λήξης της θητείας της σημερινής ηγεσίας) δεν υπογράφει τίποτε. Μετά θα πράξει, διεμήνυσε, όπως ορίζει ο νόμος. Η αυστηρή τυπικότητα του Προέδρου, εν προκειμένω, μας προϊδεάζει ότι κατά πάσα πιθανότητα θα αρνηθεί να υπογράψει το διάταγμα. Δεν μπορείς να τηρείς το γράμμα του νόμου, αλλά να παραβλέπεις το πνεύμα του. Δεν γίνεται να είσαι ακριβός στα πίτουρα, αλλά φτηνός στο αλεύρι. Γίνεται;

Ο ΣΥΡΙΖΑ βεβαίως το αντιλαμβάνεται αυτό, όπως βλέπουμε και στις πιέσεις που ασκούν δημοσίως οι πιο θρασείς της παρέας. Ο Ν. Παππάς, λ.χ., προειδοποιεί ότι όσοι ζητούν από τον Πρόεδρο να μην υπογράψει το  διάταγμα τον προτρέπουν να παρανομήσει. «Είναι απολύτως καθαρό και στους πολίτες ότι παρά πολύ συγκεκριμένα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα ασκούν πιέσεις στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», δηλώνει. Προφανώς, τα έχει χαμένα και το θράσος δεν τον βοηθά να ορθοποδήσει. Κατ’ αρχάς, «απολύτως καθαρό»; Εγώ δεν θα το έλεγα ύστερα από παρόμοιες επιδόσεις σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Επειτα, αφού τα συμφέροντα όχι μόνον είναι «συγκεκριμένα», αλλά και «πάρα πολύ συγκεκριμένα» (λες και υπάρχει υπερθετικός βαθμός), γιατί δεν τα κατονομάζει; Πόσο περισσότερο «συγκεκριμένα» περιμένει να γίνουν;

Αν ευσταθεί η ανάλυση αυτή, τότε η Ν.Δ. πράττει άριστα που αποφάσισε να απόσχει από τις εργασίες της Βουλής το διάστημα μέχρι την επίσημη διάλυσή της. Με τον τρόπο της, ασκεί και αυτή, όπως και ο Ν. Παππάς, πίεση προς τον Πρόεδρο. Υπάρχει όμως μία ειδοποιός διαφορά: η διαφορά ανάμεσα στο αστικό κόμμα και στην παρέα των κυβερνώντων, αυτού του μείγματος ανερμάτιστων, καλοπερασάκηδων και λενινιστών – ιδιοτήτων που συχνά απαντούν στο ίδιο πρόσωπο. Το αστικό κόμμα, η Ν.Δ., πιέζει θεσμικά, μέσω των δυνατοτήτων που της παρέχουν οι ρητοί, αλλά και οι άρρητοι, κανόνες του παιγνιδιού. Οι Συριζαίοι πιέζουν… Πώς να το πω; Επαναστατικά; Ριζοσπαστικά; Το σωστό είναι ότι πιέζουν πρόστυχα, με τον εκφοβισμό και τη διαβολή των υπονοουμένων περί συμφερόντων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή