Το ζήτημα της ασφάλειας

2' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η διαφαινόμενη εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, μετά τη συντριβή των ευρωεκλογών, έχει προφανώς πολλές αιτίες, πέρα από τις στενά οικονομικές. Δηλαδή, η πολυσυζητημένη απαξίωση της μεσαίας τάξης δεν έχει αποκλειστικά και μόνον οικονομικές πτυχές.

Το θέμα της ασφάλειας είναι ένα άλλο μεγάλο ζήτημα, που νομίζω ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο στη γενική μεταστροφή. Ο νόμος Παρασκευόπουλου, με τις αθρόες αποφυλακίσεις ποινικών κρατουμένων, έκανε, πιστεύω, πολύ μεγαλύτερη ζημιά στον ΣΥΡΙΖΑ απ’ ό,τι είναι έτοιμοι να παραδεχθούν.

Ο μέσος «νοικοκυραίος», που έχει ζήσει αλλεπάλληλες διαρρήξεις στο σπίτι του, στην πολυκατοικία του, στη γειτονιά του τα τελευταία χρόνια, με μια αστυνομία που αδυνατεί να ανταποκριθεί (άλλο μεγάλο θέμα αυτό), όταν βλέπει την επόμενη στιγμή τον «Ρουβίκωνα» να μπογιατίζει τη Βουλή ανενόχλητος, κάνει μια σύνδεση μέσα του, ασυναίσθητα ίσως: ότι η κυβερνητική ανοχή έχει υπερβεί κάθε όριο. Βιώνει καθημερινά μια ανοχή στην ανομία, στην παρανομία, ακόμα και μια συμπάθεια προς στοιχεία που συνδέονται τόσο με εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου όσο και με τρομοκρατικές δράσεις.

Η αριστερή αγκύλωση σε εμμονές γύρω από την παραβατικότητα έως την τρομοκρατία, που ουσιαστικά οδηγεί σε μια άτυπη ακυβερνησία, στέλνει και ένα σαφές μήνυμα σε πάσης φύσεως κακοποιά στοιχεία: ότι εδώ επικρατεί ένα καθεστώς ατιμωρησίας.

Διαχρονικά, οι ελληνικές κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης, αλλά και η ελληνική κοινωνία, έχουν επιδείξει μιαν ανοχή, μια στάση «μαλακή» απέναντι στο έγκλημα. Αυτό δεν είναι απαραίτητα επιλήψιμο, το αντίθετο μάλιστα. Σε μια προηγμένη κοινωνία, ο νόμος δεν λειτουργεί ποτέ όπως στο Ιράν ή σε κάποιο άλλο αυταρχικό παρόμοιο καθεστώς, θρησκευτικό ή μη. Σε μια δημοκρατία, η τιμωρία είναι, κατά κανόνα, ηπιότερη από το ίδιο το έγκλημα. Η θεωρία θέλει την τιμωρία να μην έχει χαρακτήρα εκδικητικό αλλά σωφρονιστικό, με στοιχεία επανένταξης στο κοινωνικό σύνολο.

Το παραπάνω όμως προϋποθέτει κάτι θεμελιώδες: να υπάρχει μια κάποια, μια στοιχειώδης αλλά σαφής τιμωρία. Στην Ελλάδα του 2019, με εξαίρεση ίσως την αντιμετώπιση της 17Ν (αλλά και εκεί, όπως βλέπουμε τον τελευταίο καιρό, επικρατεί ένα αλαλούμ με το ζήτημα των αδειών από τη φυλακή), η ιδέα της τιμωρίας έχει χάσει σχεδόν κάθε υπόσταση. Ο παραβάτης δεν αισθάνεται καμία συνέπεια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ απαξίωσε τις αγωνίες και τις (πολύ ανθρώπινες) ανασφάλειες της μεσαίας τάξης όχι μόνον ως προς την οικονομία αλλά και ως προς την ασφάλεια – ζήτημα ζωτικής σημασίας. Και τώρα, δικαίως, φαίνεται να το πληρώνει.

Εφόσον επιτευχθεί η αυτοδυναμία από τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, το θέμα της ασφάλειας θα πρέπει να τεθεί σε άμεση προτεραιότητα. Θέλει σύστημα, θέλει μέθοδο, θέλει συνέπεια και συνέχεια, θέλει επιμονή και οργάνωση, μακριά όμως από τις αντίστοιχες δεξιές εμμονές περί καταστολής, που έχει συχνά τα αντίθετα αποτελέσματα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή