Μισό για μένα μισό για σένα

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Χατίτζε Μουράτοβα είναι 56 ετών αλλά μοιάζει πολύ μεγαλύτερη. Φοράει πάντα ένα μαντίλι στο κεφάλι, μια εμπριμέ μακριά φούστα, μια κίτρινη κροκί μπλούζα, χοντρές κάλτσες, ζει σε ένα πλινθόκτιστο καλύβι, χωρίς νερό και ρεύμα, με την κατάκοιτη, τυφλή, ηλικιωμένη μητέρα της, σε ένα εγκαταλελειμμένο χωριό στη Βόρεια Μακεδονία, παράγει μικρές ποσότητες άγριου μελιού με τον τρόπο της, μιλάει μια τουρκική διάλεκτο. Θα παρέμενε άγνωστη, κανείς δεν θα μάθαινε τίποτα γι’ αυτήν, ποτέ, αν η ιστορία της δεν γινόταν ντοκιμαντέρ. Κανείς, σχεδόν κυριολεκτικά, στον κόσμο δεν θα γνώριζε ποια είναι και τι κάνει, εκτός ίσως από την πολυμελή οικογένεια πλανόδιων Τούρκων που ζουν μακριά από κάθε έννοια πολιτισμού, και με την οποία διασταυρώθηκε για λίγο καιρό· ίσως και από κάποιους εμπόρους στην αγορά της κοντινής πόλης που πηγαίνει, σπάνια, για να πουλήσει μέλι και να αγοράσει κάποια στοιχειώδη τρόφιμα για την ίδια και τη μητέρα της.

Η Χατίτζε έχει ένα τραχύ, άσχημο πρόσωπο, χωρίς κάτι, εκ πρώτης όψεως, ελκυστικό, χωρίς ίχνος φιλαρέσκειας πάνω της, εκτός από το γεγονός ότι σε μια εξόρμησή της στην αγορά, αγοράζει μια βαφή μαλλιών στο χρώμα του κάστανου.

Οταν όμως οι σκηνοθέτες Λιούμπομιρ Στεφάνοφ και Ταμάρα Κοτέφσκα βρέθηκαν στην περιοχή αυτή για να γυρίσουν ένα βίντεο για το περιβάλλον, για λογαριασμό ενός μεγάλου οργανισμού, και ανακάλυψαν τη Χατίτζε (γιατί περί «ανακάλυψης» πρόκειται), αποφάσισαν να μείνουν εκεί τρία χρόνια, ακολουθώντας την στην καθημερινότητά της. Το αποτέλεσμα, το ντοκιμαντέρ «Στη γη του άγριου μελιού» («Honeyland») (που ήταν διπλά υποψήφιο για Οσκαρ, Ντοκιμαντέρ και Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας), προβάλλεται από την περασμένη Πέμπτη στις αίθουσες.

Τώρα πια «όλοι» αναφέρονται στη Χατίτζε, στο εξαιρετικό αποτέλεσμα των δύο σκηνοθετών και του διευθυντή φωτογραφίας Σαμίρ Λιούμα, όλοι, κριτικοί και θεατές, αποθεώνουν το πολύπτυχο μιας, επιφανειακά, μονόχορδης ζωής.

Η ανατροπή στα δεδομένα της 56χρονης γυναίκας θα πρέπει να είναι συντριπτική, έτσι, σχεδόν, απροσπέλαστα που ζούσε. Βέβαια, όταν την πλησίασαν οι σκηνοθέτες, όπως ομολογούν, «δεν περίμεναν να είναι τόσο ανοιχτή μαζί τους». Επιπλέον, τους είπε ότι «η μεγαλύτερη επιθυμία της ήταν μια μέρα κάποιος δημοσιογράφος από τηλεοπτικό σταθμό να καταγράψει την ιστορία της: τις διαδρομές στο βουνό, τη δουλειά της με το μέλι. Ηθελε να αφηγηθεί, γιατί ξέρει πολύ καλά ότι είναι η τελευταία γενιά που θα ζήσει με αυτόν τον τρόπο».

Η Χατίτζε έχει δημιουργήσει την προσωπική «κυψέλη» της· οι προδιαγραφές του βίου της όμως δεν είναι περιορισμένες αλλά απέραντες όσο και ο ορίζοντας. Συλλέγει το άγριο μέλι από βράχους, κορμούς δέντρων, απόκρημνες πλαγιές, με έναν τρόπο τόσο στενά συνδεδεμένο με τη φύση ώστε να μοιάζει και η ίδια σαν φυσική προέκτασή της. Εχει εγκαταστήσει μια επικοινωνία με τις μέλισσες. Τους μιλάει, βγάζει ήχους ρυθμικούς, αφήνει πάντα το μισό μέλι για εκείνες, να τραφούν, συλλέγοντας το άλλο μισό. Την αρμονία μιας ζωής σκληρής αλλά την ίδια στιγμή μεγαλοπρεπούς μέσα στην ησυχία, μετριοπάθεια, υπομονή και απαντοχή, στον σεβασμό και στη συνειδητή υποταγή στις απαιτήσεις της φύσης και του πληθυσμού της με τον οποίο συνυπάρχει. Μόνη παραφωνία η   πολυμελής οικογένεια των Τούρκων, που μένουν σε τροχόσπιτο και μετακινούνται με τρακτέρ, τα βοοειδή και τα μελίσσια τους. Ο Χουσεΐν, όπως ονομάζεται ο Τούρκος, εισβάλλει στον τόπο και στους ρυθμούς του με αρπακτική διάθεση, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί βάναυσα, χωρίς καμία γνώση και ευαισθησία. Οι μέθοδοί του καταστρέφουν μεγάλο μέρος από τα μελίσσια της Χατίτζε.

Οταν το διαλυτικό πέρασμά τους τελειώνει και η ηρωίδα του «Honeyland» ξαναβρίσκει τη ζωή της, οι απώλειες έχουν διαμορφώσει ένα διαφορετικό τοπίο γύρω της και μέσα της. Μέχρι και ο βόμβος των μελισσών σαν να κοπάζει κάπως. Αυτός ο εξουθενωτικά παρών ήχος, που συνοδεύει υπόκωφα όλη την ταινία, ένα διαρκές βουητό, σαν μουρμουρητό, από ένα έντομο που ίπταται άλλοτε ακίνδυνο άλλοτε επιθετικό, πολύτιμο και γενναιόδωρο, εξαρτημένο και αυτό απόλυτα από τη συμπεριφορά του ανθρώπου.

Στο τελευταίο πλάνο η Χατίτζε περπατάει στο χιόνι, παρέα με τον σκύλο της, μαζεύει τις κερήθρες, τις γεύεται, τις μοιράζεται. Εκεί και η αρμονία. Στο μοίρασμα. Μισό για μένα, μισό για σένα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή