Πολύ χρήσιμες, αλλά. l Οι καθημερινές «συναντήσεις» μας στις 6 μ.μ. με τους κυρίους Τσιόδρα και Χαρδαλιά είναι χρήσιμες και πρέπει να συνεχιστούν. l Μαθαίνουμε πώς πάνε τα πράγματα, ενημερωνόμαστε γι’ αυτά που οφείλουμε να ακολουθούμε, παίρνουμε κουράγιο συχνά για να διαβούμε τον δύσβατο καιρό. l Αλλά. l
Εχω την εντύπωση ότι πρέπει να περιοριστούν κάπως τα πολλά λόγια. l Πολλά λόγια, αν όχι κάθε απόγευμα, πάντως συχνά πια. l Αρκούν, νομίζω, τα στοιχεία, η ενημέρωση, οι οδηγίες, οι παρατηρήσεις, μέσα κι οι «προειδοποιήσεις» – που κι αυτές χρειάζονται. l Περιττεύουν όλα τα άλλα – κάτι χιλιοειπωμένα πια, κάτι ψιλομελό, ακόμη και κάτι περικοκλάδες, με τις οποίες διανθίζει ενίοτε τα λόγια του ιδίως ο δουλευταράς Νίκος Χαρδαλιάς. l Κάτι διθυραμβικά υπέρ ημών των Ελλήνων, που τα καταφέραμε, που ετούτο, που εκείνο, που θα, που να. l Κάτι «Αποδείξαμε ότι όλοι μπορούν να μάθουν από εμάς», l κάτι «Να αποδείξουμε ξανά ότι οι Ελληνες και θέλουμε, και μπορούμε ενωμένοι να πετύχουμε τα πάντα» l – τα είπαμε μια, τα είπαμε δυο, σαν να πρέπει να κάνουμε λίγο κράτει, μου φαίνεται. l Μια δίαιτα λόγων θα κάνει καλό και σ’ αυτούς, και σ’ εμάς, και κυρίως στο κύρος του καθημερινού μας «ραντεβού». l
Ενεφανίσθη Σταύρος Ξαρχάκος ομιλών – φαινόμενο σπανιότατο, μάλλον λόγω αυτογνωσίας. l Αλλά μίλησε πάλι, «Στο Κόκκινο» των συριζαίων τώρα, για να καταχερίσει την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη: l «Εβγαλα το συμπέρασμα», είπε, «ότι αυτή η κυρία διακατέχεται από ένα σύνδρομο, που ίσως δεν υπάρχει, ίσως αποτελεί δική μου έμπνευση, και αυτό το σύνδρομο το αποκαλώ “βλαπτική έπαρση”». l Αρα υπάρχει και «επωφελής έπαρση», l πλην, ο ίδιος σπεύδει να διευκρινίσει: «Αλλά δικαίωμα στην έπαρση έχει μόνο η σημαία». l «Φσσς!», θαυμάζει το ακροατήριο, ενώ εκείνος συνεχίζει ακάθεκτος με «δυο λόγια για την Τέχνη». l
Οπου, αφού μας πληροφόρησε πως «η λειτουργία της Τέχνης δεν εξυπηρετεί απλώς ιδεολογικές ανάγκες, αλλά είναι και αναπόσπαστο στοιχείο της παραγωγής μιας χώρας» l –καλά, αξίωμα– l προχώρησε σε «μια πιο ποιητική ένσταση (sic): Η δημιουργική Τέχνη είναι άχρονη», χρησμοδότησε, «ενώ η πολιτική είναι έρμαιο του χρόνου». l Και για να ξεσαγονιάσει εντελώς το ενεόν ακροατήριο, επιθέτει κορωνίδα στην ανάλυσή του: l «Και τέλος, η Τέχνη είναι παρηγοριά της αιωνιότητας». l
Τον δε πρωθυπουργό τον προέτρεψε «να προσέχει: l Γιατί η τέχνη είναι σαν το κάρβουνο. Οταν είναι αναμμένο και το πιάνεις καίγεσαι, κι όταν είναι σβηστό και το πιάνεις μουντζουρώνεσαι. Και πρέπει να επιλέξει». l Δηλαδή, να μην ασχοληθεί καν με το θέμα; l Κι ο ίδιος – τόσα χρόνια στη δούλεψη της τέχνης; l Καμένος ή μουντζούρης; l
Οι καθαρευουσιάνοι των αρχών του 20ού τρόλαραν τους δημοτικιστές ότι αποκαλούν την Ηλέκτρα… Καχράμπα – αφού το ήλεκτρον το λέμε κεχριμπάρι. l Την Ηλέκτρα οι δημοτικιστές ποτέ δεν την είπαν Καχράμπα, l αλλά ήρθαν μετά αριστερές διάνοιες και πες, πες, επέβαλαν με τον καιρό l –και με τη συμβολή των χουνταίων βεβαίως– l το στραμπούληγμα πολλών άλλων λέξεων και μηχανισμών της ζωντανής μας γλώσσας. l Την εύηχη, λ.χ., και σαφή λέξη «οπισθοδρόμηση» την έκαναν «πισωγύρισμα»! l Κι αυτό το κακόηχο και ασαφές το παρέλαβε μετά ο δηώσας την Αριστερά Ανδρέας, l κι απ’ αυτόν σύμπας ο πολιτικός κόσμος της χώρας, πάσης αποχρώσεως. l Που μαϊμούδιζε και λαΐκιζε και υπέτασσε τα πάντα σε σκοπιμότητες. l Κάπως έτσι φτάσαμε να πιπιλάνε άπαντες οι σημερινοί αφασικά, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ, l «πισωγύρισμα» και δώσ’ του «πισωγύρισμα», l σε Βουλή και σε κανάλια. l Υπουργοί, κυβερνητικοί εκπρόσωποι, αρχηγοί κομμάτων l άπαντες l – και αυτός τούτος ο πρωθυπουργός. l Την Ηλέκτρα Καχράμπα, ανεπαισθήτως.