Πώς γιορτάζεται μία επέτειος

Πώς γιορτάζεται μία επέτειος

6' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η δοκιμασία της πανδημίας και του εγκλεισμού, που φυσικά δεν έχουν λήξει και προοιωνίζονται και άλλα στάδια δυσκολιών, έχει δημιουργήσει την καθολική αίσθηση στην ελληνική κοινωνία ότι μπορούμε με επιτυχία να αναμετρηθούμε με σοβαρότατες προκλήσεις. Το επίτευγμα εν τω γίγνεσθαι και η ψυχολογία που το συνοδεύει οφείλονται βέβαια στην αποφασιστικότητα και στη σύνεση της κυβέρνησης της χώρας, που μπόρεσε να θέσει αποτελεσματικά σε συναγερμό τον κρατικό μηχανισμό. Τα δεδομένα αυτά μάς επιτρέπουν να σκεφθούμε, χωρίς διακινδύνευση ιδιαίτερης υπερβολής, ότι και μια άλλη σοβαρή πρόκληση που βρίσκεται ενώπιόν μας μπορεί να αντιμετωπισθεί με επιτυχία. Αναφέρομαι φυσικά στην επερχόμενη σε μερικούς μήνες διακοσιετηρίδα της εθνικής παλιγγενεσίας.

Στη χώρα επικρατεί κλίμα αναμονής και προσδοκιών για την επέτειο, αλλά ήδη έχουν αρχίσει να διατυπώνονται και ποικίλοι ενδοιασμοί και επιφυλάξεις ως προς το δέον γενέσθαι για να τιμηθεί το μεγάλο ιστορικό ορόσημο όπως του αρμόζει. Ας μου επιτραπεί να διατυπώσω μερικές σκέψεις, πρώτον, για τη σημασία της επετείου και, δεύτερον, ως προς τους τρόπους με τους οποίους οι συναφείς εκδηλώσεις θα μπορούσαν να αποβούν και άσκηση ωριμότητας για την κοινωνία μας, άσκηση ωριμότητας αντίστοιχη με εκείνη που έχει επιδειχθεί κατά την κρίση της πανδημίας.

Πρώτον, ως προς τη σημασία της επετείου. Αυτή θα μπορούσε να αποτιμηθεί καλύτερα αν αναλογιστούμε την ιστορία των εκάστοτε εορτασμών της εθνικής παλιγγενεσίας κατά τη διαδρομή των δύο αιώνων που διανύθηκαν από τη στιγμή που οι Eλληνες διακήρυξαν «ενώπιον Θεού και ανθρώπων» τη βούλησή τους για «Ελευθερία ή Θάνατο». Η πρώτη μεγάλη επέτειος της Επανάστασης σημειώθηκε το 1871, με την συμπλήρωση πεντηκονταετίας από την έναρξη του Αγώνα. Η περίσταση τιμήθηκε κυρίως με την ανέγερση στην πρόσοψη του κτιρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών των ανδριάντων των δύο μεγάλων εθνομαρτύρων, του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ και του Ρήγα Βελεστινλή. Επρόκειτο για μια πρωτοβουλία μεγάλης συμβολικής σημασίας, που κατόπτριζε την ευρύτερη προσπάθεια καλλιέργειας της εθνικής ενότητας και εδραίωσης της εθνικής κοινότητας, που είχε προκύψει από την απελευθέρωση και την ίδρυση του ανεξάρτητου βασιλείου, με την υπέρβαση των παλαιότερων αντιθέσεων και ιδεολογικών αντιπαραθέσεων που είχαν χαρακτηρίσει την κίνηση της ανεξαρτησίας. Αντίστοιχο ιδεολογικό στόχο υπηρετούσαν και οι ανδριάντες του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και του κυριότερου ιδεολογικού επικριτή του, του Αδαμαντίου Κοραή, που τοποθετήθηκαν στον κήπο μπροστά στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου. Η πεντηκονταετηρίδα της παλιγγενεσίας λοιπόν λειτούργησε κατ’ εξοχήν ιδεολογικά για να υπηρετήσει την εθνική ενότητα και να αμβλύνει τις αντιθέσεις στη νέα κοινωνία που αναζητούσε ακόμη τον εαυτό και την ταυτότητά της.

Η δεύτερη μεγάλη επέτειος σηματοδοτήθηκε από την εκατονταετηρίδα του Αγώνα το 1921. Η συμπλήρωση ενός αιώνα από την Επανάσταση συνέπεσε με την απέλπιδα απόπειρα της Ελλάδος να πραγματοποιήσει τη Μεγάλη Ιδέα με την εκστρατεία στη Μικρά Ασία. Λόγω του πολέμου και της υπέρτατης προσπάθειας πέραν του Αιγαίου, ο εορτασμός της εκατονταετηρίδας του Αγώνα αναβλήθηκε για ευθετότερο χρόνο. Η μόνη αξιοσημείωτη επετειακή εκδήλωση η οποία συντελέστηκε όντως το 1921 υπήρξε η αγιοκατάταξη του εθνομάρτυρα Γρηγορίου Ε΄ από την αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος. Στην ενέργεια αυτή η ελλαδική Εκκλησία προχώρησε με κίνητρα εθνικιστικά μάλλον παρά εκκλησιαστικά, παραβιάζοντας μάλιστα και την εκ του κανονικού δικαίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας αρμοδιότητα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να προβαίνει εκείνο στις κατατάξεις νέων μαρτύρων και οσίων στο ορθόδοξο αγιολόγιο. Και η ενέργεια αυτή απέβλεπε στο να επουλώσει τα τραύματα των ιδεολογικών αντιθέσεων, τα οποία η ιδεολογία της εθνικής ενότητας επεδίωκε να υπερβεί.

Η τρίτη επετειακή καμπή ήταν εκείνη της συμπλήρωσης το 1971 εκατόν πενήντα ετών από την Επανάσταση. Η επέτειος συνέπεσε με τη δικτατορία της 21ης Απριλίου και οι δικτάτορες βεβαίως έσπευσαν να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία για να καρπωθούν ιδεολογικά οφέλη για το στρατιωτικό καθεστώς.

Οι εορτασμοί που οργανώθηκαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο με τις παρελάσεις των αρμάτων και αναπαραστάσεις σκηνών από την ελληνική ιστορία, στη διαδοχή των οποίων φυσικά εντασσόταν και η «εθνοσωτήριος επανάστασις» των συνταγματαρχών, συνέτειναν αποφασιστικά στον διασυρμό της επετείου αλλά και στον εξευτελισμό των πολλαπλών συμβολισμών της.

Αυτή η προϊστορία των αναμνηστικών εορτασμών της Ελληνικής Επανάστασης προσδίδει στη διακοσιετηρίδα βαρύνουσα σημασία γιατί είναι ουσιαστικά η πρώτη φορά που η επέτειος μπορεί να εορταστεί ελεύθερα, χωρίς τη σκιά ποικίλων καταναγκασμών, ιδεολογικών και άλλων, και συνεπώς εμφανίζεται ως η κατάλληλη στιγμή μιας απροκατάληπτης εορτής, για να τιμήσουμε, να αναστοχαστούμε κριτικά, αλλά, γιατί όχι, και να χαρούμε τον συλλογικό μας εαυτό, την εθνική μας κληρονομιά και τη θέση μας στην κοινωνία των ελεύθερων λαών.

Αυτά είναι τα συμφραζόμενα της διακοσιετηρίδας της Ελληνικής Επανάστασης, η οποία σταδιακά ανατέλλει στον ορίζοντα της συλλογικής μας συνείδησης. Πώς θα τιμήσουμε την επέτειο ανακύπτει ως ένα αναπόφευκτο ερώτημα για κάθε σκεπτόμενο πολίτη αυτής της χώρας και φυσικά το ερώτημα γίνεται πιο επιτακτικό για όσους αγαπούν την ελευθερία και πιστεύουν ότι η κοινωνία μας πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί για να κατανοήσει και να ενστερνισθεί συνειδητά και όχι μόνο ρητορικά το νόημά της.

Αυτή νομίζω είναι η πρόκληση που ανακύπτει από τη διακοσιοστή επέτειο του 1821. Δεν έχω να προτείνω μια άμεση και απερίφραστη απάντηση για το πώς πρέπει να τιμηθεί η επέτειος. Ούτε και νομίζω ότι υπάρχουν προφανείς απαντήσεις. Η αμφιβολία και η αβεβαιότητα για το δέον και το αληθές δεν μου επιτρέπουν να αναλάβω ρόλο εθνικού παιδαγωγού. Η επιστημονική μου εμπειρία, ωστόσο, μου επιτρέπει να θυμηθώ πώς εορτάστηκαν οι διακοσιετηρίδες δύο άλλων επαναστάσεων που σηματοδότησαν την «Εποχή των Επαναστάσεων» στην οποία ανήκει και η Ελληνική Επανάσταση. Πρόκειται για τις δύο μεγάλες «δημοκρατικές επαναστάσεις», όπως τις χαρακτήρισε η ιστοριογραφία, η Αμερικανική Επανάσταση του 1776 και η Γαλλική Επανάσταση του 1789.

Oταν γιορτάστηκε η αμερικανική Bicentennial το 1976, σπούδαζα στην Αμερική. Εκείνο το καλοκαίρι βρισκόμουν στην Ελλάδα και έτσι δεν υπήρξα μάρτυρας των εορτασμών την ημέρα ακριβώς της επετείου, στις 4 Ιουλίου. Παρακολούθησα όμως από κοντά τη συζήτηση για την ερμηνεία της επανάστασης και τον χαρακτήρα της πολιτικής σκέψης που εκφράστηκε από αυτήν. Η θεματολογία αυτή άλλωστε βρισκόταν οργανικά μέσα στο αντικείμενο των μεταπτυχιακών μου σπουδών στην Πολιτική Θεωρία. Η συζήτηση έθεσε ερωτήματα στις συμβατικές παραδοχές σχετικά με το διανοητικό υπόστρωμα και την ιδεολογική κληρονομιά της Αμερικανικής Επανάστασης και ανέδειξε μια πλουραλιστικότερη εικόνα των πνευματικών παραδόσεων που ενεπλάκησαν στις ιδεολογικές ζυμώσεις και εκφράστηκαν τελικά με τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας το 1776. Παράλληλα προς το κυρίαρχο ιδεολογικά ρεύμα του αγγλοαμερικανικού φιλελεύθερου ατομικισμού που αναγόταν στις ιδέες του John Locke, η συζήτηση έφερε στο προσκήνιο και τη σημασία της ριζοσπαστικής παράδοσης, η οποία εκπορευόταν από τον πολιτικό ουμανισμό της Αναγέννησης και τόνιζε τις αξίες της ισότητας και της κοινότητας. Ετσι, από τις επανεκτιμήσεις που προκάλεσε η επετειακή συζήτηση, προέκυψε μια πλουσιότερη εικόνα των ιδεολογικών καταβολών της Αμερικανικής Επανάστασης, επανεκτιμήσεις οι οποίες στις επόμενες δεκαετίες τροφοδότησαν τις συζητήσεις μεταξύ κοινοτιστών και φιλελεύθερων, εμπλουτίζοντας με ουσιαστικό τρόπο τον πολιτικό στοχασμό και την κοινωνική ευαισθησία στη σύγχρονη Αμερική.

Με μεγαλύτερη οξύτητα και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση διεξήχθησαν οι αντίστοιχες συζητήσεις που προκλήθηκαν ενόψει και με αφορμή την άλλη μεγάλη διακοσιετηρίδα, την Bicentainnaire της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Είχα την τύχη να προσκληθώ στο διεθνές συνέδριο που διοργάνωσε στη Σορβόννη ο καθηγητής Michel Vovelle τον Ιούλιο του 1989 για την «Εικόνα της Γαλλικής Επανάστασης στον κόσμο». Ετσι μπόρεσα να παραστώ μάρτυρας και να βιώσω τόσο το πνεύμα της γιορτής με το οποίο ο γαλλικός λαός έζησε την επέτειο, όσο και τις συζητήσεις με τις οποίες η γαλλική διανόηση αναστοχάστηκε την επανάσταση και την ιστορική της σημασία. Τρεις δεκαετίες αργότερα, κρατώ ζωηρότατη στη μνήμη μου την ανάμνηση και τη συγκίνηση που ζήσαμε, μαζί με τη σύζυγό μου Μαρία Κωνσταντουδάκη, το βράδυ της 14ης Ιουλίου στην Place de la Concorde, όταν η Αμερικανίδα τραγουδίστρια της όπερας Jessie Norman, περιβεβλημένη τη γαλλική τρίχρωμη σημαία σαν αρχαία χλαμύδα, τραγούδησε τη Μασσαλιώτιδα, προκαλώντας ασυγκράτητο ενθουσιασμό στο πλήθος.

Από εκείνο το αξέχαστο καλοκαίρι του 1989 στο Παρίσι, διατηρώ και την ανάμνηση των συζητήσεων, πολιτικών και επιστημονικών –και της εκατέρωθεν πολεμικής– για την ερμηνεία της Γαλλικής Επανάστασης. Από αυτές τις εντυπώσεις προέκυψε και το βιβλίο μου «Η Γαλλική Επανάσταση και η Νοτιοανατολική Ευρώπη» που εκδόθηκε το 1990, ενώ τρεις δεκαετίες αργότερα εκείνη η επιστημονική ζύμωση γέννησε και την ιδέα του «Κριτικού Λεξικού της Ελληνικής Επανάστασης» που θα εκδοθεί μέσα στο δικό μας επετειακό έτος από το Harvard University Press και τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Καταθέτω αυτές τις μαρτυρίες ως δοκιμές σκέψεων για το πώς θα μπορούσαμε να τιμήσουμε, να σκεφτούμε και να γιορτάσουμε με τρόπο ελεύθερο και πραγματικά πλουραλιστικό και τη δική μας μεγάλη επέτειο, ως ευκαιρία χαράς, αλλά, ας μου επιτραπεί να το επαναλάβω, και άσκηση ωριμότητας.

* Ο κ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης είναι μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή