Η απειλή της Τουρκίας και η Δύση

Η απειλή της Τουρκίας και η Δύση

3' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι φανερή η προσπάθεια της κυβέρνησης να καθησυχάσει την ελληνική κοινή γνώμη σχετικά με τις απειλές της Τουρκίας και τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Καταγγέλλουν παντού και σε όλα τα φόρουμ ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί την Αγκυρα για την κλιμάκωση των προκλήσεων εις βάρος της Ελλάδας, παράλληλα προχωρούν σε ενέργειες που ισχυροποιούν τα επιχειρήματα της χώρας, η κυβέρνηση φροντίζει να προβάλλονται στο εσωτερικό της χώρας οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις ξένων παραγόντων που συντάσσονται με τις ελληνικές θέσεις. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι όλα αυτά δεν φαίνεται να πτοούν τον Ερντογάν.

Αν θέλουμε να δούμε κατάματα την πραγματικότητα, η Τουρκία επανέκτησε τη Λιβύη (ήταν κτήση της επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως ότου την πήρε η Ιταλία), ή έστω τη μισή, με ωμή στρατιωτική επέμβαση, δίχως κανείς να την ενοχλήσει ουσιαστικά, και δεν είναι τυχαίος ο ισχυρισμός της πως ο Σαράζ έχει τουρκικές ρίζες. Είναι επίσης γεγονός ότι ο Ερντογάν βρίσκεται σε συνεννόηση τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Τραμπ, για να βρει… κατανόηση. Οι ενδείξεις είναι ότι τα καταφέρνει, κρίνοντας από τις πρόσφατες δηλώσεις Τσαβούσογλου περί συνεργασίας με τις ΗΠΑ στο Λιβυκό, αλλά και με την ανοχή που επιδεικνύει η Μόσχα, προς το παρόν τουλάχιστον. Από την πλευρά της, η Ευρώπη είναι για άλλη μία φορά απούσα, είτε λόγω αδυναμίας είτε γιατί διάφορα εθνικά συμφέροντα αποτρέπουν παρασκηνιακά κάθε ανάμειξή της. Αλλωστε, είναι σαφές ότι η Τουρκία αντιλαμβάνεται –και δικαιώνεται έως τώρα– την Ευρώπη μόνον σαν οικονομική οντότητα και τίποτα περισσότερο.

Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι οι όποιες ελπίδες για επικράτηση του Χαφτάρ, του αντιπάλου του Σαράζ, είναι εξαιρετικά ασθενικές, έως και ανύπαρκτες. Αρα εδραιώνεται η κυβέρνηση του εκλεκτού της Αγκυρας Σαράζ, επομένως δεν πρόκειται να ακυρωθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο για την ΑΟΖ στο ορατό μέλλον. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί εμφαντικά ότι οι απόψεις της Λιβύης στο παρελθόν, επί καθεστώτος Καντάφι, τότε που γίνονταν ελληνολιβυκές συνομιλίες για τη χάραξη ΑΟΖ, ήταν ανάλογες με αυτές της Αγκυρας, άρα απαράδεκτες για την ελληνική πλευρά, γι’ αυτό και δεν συνεχίστηκαν. Οσοι σήμερα υποστηρίζουν ότι εκείνη την εποχή (2010) χάθηκε ευκαιρία για υπογραφή σχετικής συμφωνίας εξαιτίας της μαξιμαλιστικής στάσης της Αθήνας, είτε δεν ξέρουν τι λένε είτε συμμετέχουν συνειδητά σε μια εκστρατεία διαστρέβλωσης των πραγματικών δεδομένων με άγνωστους στόχους!

Η Τουρκία, βέβαια, δεν έχει αλλάξει θέσεις, επιχειρήματα και στόχους από το 1974, απλά κλιμακώνει τη ρητορική και τις ενέργειές της. Επεκτείνει μάλιστα τις βλέψεις της στο πλαίσιο του ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», δημιουργώντας συνθήκες έκρηξης. Αυτά δεν επιδέχονται αμφισβήτηση και το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν και πότε θα ανοίξει «την πόρτα του φρενοκομείου». Η αντικειμενική ανάλυση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί λέει ότι, δυστυχώς, μπορεί να είναι κοντά το σημείο έκρηξης. Είναι η συνεχώς κλιμακούμενη ρητορική των απειλών από την Αγκυρα, είναι η έλλειψη τουρισμού στην περιοχή που περιορίζει δραστικά την οικονομική ζημιά για την Τουρκία από ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο ή σύρραξη, είναι ο φόβος ότι η προσωπική σχέση (και η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων) Ερντογάν – Τραμπ πιθανόν να πάρει τέλος τον προσεχή Νοέμβριο, είναι η βεβαιότητα ότι παρά τις δηλώσεις και ανακοινώσεις κανείς στην περιοχή δεν θα θελήσει να αναμειχθεί στρατιωτικά ευθέως, είναι η διάγνωση ότι η Ε.Ε. δεν έχει ούτε βούληση ούτε δομές για ανάμειξη και είναι, φυσικά, και η αλαζονεία που χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια τη συμπεριφορά της Αγκυρας.

Από την άλλη πλευρά, αφενός επειδή η Ελλάδα είναι «όμηρος της γεωγραφίας» και αφετέρου γιατί τα οράματα και οι προσδοκίες της δεν έχουν ρεαλιστικά άλλη επιλογή, είναι αναγκασμένη να εναποθέτει τις ελπίδες για ασφάλεια και ευημερία στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και κυρίως στην Ε.Ε. Δηλαδή στους πυλώνες που στηρίζουν (όσο το στηρίζουν στην πράξη) το οικοδόμημα της λεγόμενης Δύσης. Δυστυχώς ή ευτυχώς, έξω από αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα δεν έχει καμία τύχη, ό,τι και να διαλαλούν οι διάφοροι παραμυθάδες και «ψεκασμένοι» στο Διαδίκτυο ή έξω από αυτό.

Τρανό παράδειγμα η Ε.Ε., που μπορεί να μην είναι πρόθυμη ούτε ικανή να μας στηρίξει, όσο και όπως θα επιθυμούσαμε, απέναντι στην Τουρκία, ακόμη και στο μεταναστευτικό, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως σε αυτή στηρίζονται όλες οι προσδοκίες της χώρας για οικονομική ανάκαμψη στην κρίση της πανδημίας. Και αυτή τη φορά οι προσδοκίες έχουν βάση, καθώς το σχέδιο του Ταμείου Ανάκαμψης το στηρίζει ανοιχτά η Γερμανία της Μέρκελ, που αναλαμβάνει και την προεδρία της Ε.Ε. τον Ιούλιο· πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι επίσης Γερμανίδα, η Φον ντερ Λάιεν, ενώ η Γαλλίδα Λαγκάρντ, πρόεδρος της ΕΚΤ, έχει δώσει ήδη με επιτυχία τις εξετάσεις της προς την ίδια κατεύθυνση. Και προφανώς, η καγκελάριος της Γερμανίας επιθυμεί να αφήσει μια καλή κληρονομιά με το όνομά της σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή