Ομιλεί πολύ συχνά από το βήμα της Βουλής, με άνεση δυσανάλογη του γεγονότος ότι είναι νεοεκλεγείς. Πρώτη φορά βουλευτής μετά τις εκλογές του 2019. Ομιλεί παγίως με λόγο μισαλλόδοξο, μονοθεματικά σχεδόν έχοντας ως στόχο τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Κάνει χρήση του όρου «λάθρο-», με ιδιαίτερη έμφαση στη φωνή του που μαρτυρεί απέχθεια, σαν από διάθεση να καλύψει το κενό που άφησαν φεύγοντας οι χρυσαυγίτες. Με την ίδια «άνεση, αυτή τη φορά στη σελίδα που διατηρεί σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, εκπέμπει μίσος κατά πολιτικών αντιπάλων, ισχυριζόμενος ότι η κυβέρνηση διαπράττει «εγκλήματα» και φθάνει στο σημείο αναφερόμενος με απαξιωτικό τρόπο στον πρωθυπουργό της χώρας να λέει πως προωθεί σχέδιο ισλαμοποίησης της χώρας.
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο λόγοι για την καταγραφή της περίπτωσής του στο σημερινό σημείωμα: Πρώτον επειδή εντυπωσιάζει αρνητικά το γεγονός ότι ένας που τιμήθηκε με το βουλευτικό αξίωμα έχοντας λάβει μόλις –σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών 2.666 «σταυρούς»–, αποκτά τη δυνατότητα να διασπείρει λόγο μίσους σε πολλαπλάσιο ακροατήριο. Φαίνεται να τον επέλεξε μόλις το 25% των ψηφοφόρων του κόμματός του στην εκλογική του περιφέρεια, το 1,4% όσων ψήφισαν συνολικά και το 0,88% των εγγεγραμμένων στη συγκεκριμένη Περιφέρεια. Μα τώρα, σε εθνικό δίκτυο, υποδαυλίζει τα πιο σκοτεινά ένστικτα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι, με άλλα λόγια, για το πόση προσοχή, νηφαλιότητα και σοβαρότητα πρέπει να επιδεικνύουμε «πίσω από το παραβάν». Δεύτερον, επειδή αποτελεί, επίσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα της απουσίας αντανακλαστικών του κοινοβουλευτικού συστήματος, καθώς οι ψηφισμένοι κανόνες δεοντολογικής συμπεριφοράς για τους βουλευτές παραμένουν ανενεργοί. Ανοχή και ατιμωρησία έναντι μιας δήθεν ελευθερίας της γνώμης και της άποψης των μελών της εθνικής αντιπροσωπείας.
Δεν είναι μόνο ο συγκεκριμένος βουλευτής που αρθρώνει λόγο μίσους, και δεν είναι μόνο το προσφυγικό-μεταναστευτικό που λειτουργεί ως αφορμή για να δηλητηριάζεται ο δημόσιος λόγος εντός Βουλής από τέτοια ρητορική. Είναι, ωστόσο, έκφραση ενός εξόχως ανησυχητικού φαινομένου που θα περίμενε κανείς, μετά δέκα χρόνια σφοδρής κρίσης, οικονομικής και εσχάτως υγειονομικής-κοινωνικής, αλλά και ενόψει ενός εξαιρετικά ανησυχητικού μέλλοντος ειδικά στα εθνικά θέματα, να τεθεί θεσμικά στο περιθώριο. Λες και δεν έχουμε πληρώσει ακριβά το μίσος και τον διχασμό.