Κάποια οργάνωση μη κυβερνητική καταθέτει αγωγή κατά της απόφασης του 1934 που κήρυξε την Αγία Σοφία μουσείο. Το επιχείρημα είναι πως η απόφαση φέρει την υπογραφή του Κεμάλ Ατατούρκ, πλην όμως αυτή είναι πλαστή. Το 1934 ο Κεμάλ ζούσε, οπότε συμπεραίνει κανείς πως κάποιοι επιτήδειοι τον ξεγέλασαν, και είτε πλαστογράφησαν την υπογραφή, είτε ήταν αφηρημένος. Το σενάριο μοιάζει άτεχνο. Παρ’ όλα αυτά το δικαστήριο –κάτι σαν το Συμβούλιο της Επικρατείας– καλείται να αποφασίσει. Στο σημείο αυτό η υπόθεση αποκτά πραγματικό ενδιαφέρον. Διότι το δικαστήριο απορρίπτει μεν την αγωγή, πλην όμως σημειώνει πως δεν είναι αυτό αρμόδιο να αποφασίσει για την τύχη της Αγίας Σοφίας. Αν ο πρόεδρος ή το υπουργικό του συμβούλιο επιθυμούν να τη μετατρέψουν σε τζαμί, αυτό είναι δική τους υπόθεση. Η Αγία Σοφία ανήκει στην Τουρκία, η Τουρκία ανήκει στον Ερντογάν, κατά συνέπεια η Αγία Σοφία ανήκει στον Ερντογάν.
Εδώ το σενάριο αρχίζει να μοιάζει με σάτιρα ή κωμωδία. Δεν είναι δύσκολο να φανταστείς τους δικαστές. Προσπαθούν να περάσουν ο ένας στον άλλον την υπόθεση, μιλούν με διάφορα υπονοούμενα διότι είναι βέβαιοι ότι τους παρακολουθούν και η λύτρωση έρχεται όταν αποφασίζουν πως δεν είναι αυτοί αρμόδιοι. Τα Ινστιτούτα Φλωρεντίας με τις τέσσερις τηλεοπτικές άδειες, αν θυμάστε, είναι για ερασιτέχνες που θέλουν να γίνουν χαλίφηδες αλλά η αφέλεια του επαναστάτη των Εξαρχείων δεν τους αφήνει. Είναι η διαφορά ανάμεσα στην οθωμανική ποιότητα και τον ελληνικό επαρχιωτισμό. Εδώ που τα λέμε οι δικαστές έχουν σοβαρά επιχειρήματα. Ο Πορθητής, όπως λέει ο θρύλος, ανέβηκε με το άλογό του στην Αγία Τράπεζα του ναού και ο ναός έγινε μουσείο με απόφαση του Κεμάλ. Η τύχη της Αγίας Σοφίας ήταν πάντα στα χέρια του εκάστοτε ηγεμόνα. Ασε τους Ελληνες να ωρύονται, τους Ρώσους να συνιστούν σύνεση και τους Γάλλους να θυμώνουν στα γαλλικά.
Ο Ερντογάν επαναλαμβάνει πως δεν δικαιούμαστε να μιλάμε για την Αγία Σοφία αφού εμείς δεν έχουμε φροντίσει να λειτουργεί τζαμί στην Αθήνα. Η σύγκριση μπορεί να ακούγεται αστεία, όμως δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Δείχνει τις προθέσεις μιας πολιτισμικής στρατηγικής. Η όλη υπόθεση στοχεύει, εκτός των άλλων, να συγκινήσει το πολυπληθές και δυναμικό μουσουλμανικό στοιχείο που συμμετέχει στις πολυπολιτισμικές ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Είναι η Ευρώπη σε θέση να αντιμετωπίσει την πρόκληση; Ή μήπως της το απαγορεύει η πολιτικώς ορθή συνείδησή της; Αλήθεια αναρωτιέμαι τι σκέφτονται για το ζήτημα οι μουσουλμάνοι Ελληνες πολίτες. Ακόμη κι αν ο ισλαμικός στρατός τους τρομάζει ή τους απωθεί πώς αντιδρούν όταν τους προσκαλεί μια χώρα που γυρίζει την πλάτη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς στο όνομα της θρησκευτικής της ταυτότητας; Μια χώρα σχεδόν ευρωπαϊκή, σχεδόν σύγχρονη, στο περίπου δημοκρατική, πρόθυμη όμως να τους παράσχει προστασία.