Από τον Τζον Λιούις έως τον Τζορζ Φλόιντ

Από τον Τζον Λιούις έως τον Τζορζ Φλόιντ

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί να προχώρησαν χέρι χέρι στον δρόμο οδηγώντας την πορεία στους δρόμους της Σέλμα, αλλά οι επίσημοι, μεταξύ τους ο πρόεδρος των ΗΠΑ και δεκάδες βουλευτές και γερουσιαστές, είχαν ένα σύντομο και αυστηρό πρόγραμμα. Ηταν 21 Μαρτίου του 2015, στην επέτειο των 50 ετών, δηλαδή, από την πορεία στη μικρή πόλη της Αλαμπάμα, η βίαιη καταστολή της οποίας προκάλεσε τόσες αντιδράσεις που τελικά οδήγησε στην ψήφιση του νομοσχεδίου για τα δικαιώματα της ψήφου, μόλις οκτώ ημέρες μετά. Ολόκληρη η Ουάσιγκτον είχε κατέβει για να τιμήσει το φτωχό, σκονισμένο μέρος που έγινε μάρτυρας μιας από τις κορυφαίες στιγμές της σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας.

Ο μόνος που έμεινε πίσω μετά τις εκδηλώσεις χωρίς συνοδεία, να σφίγγει χέρια έξω από την εκκλησία, να αγκαλιάζει γνωστούς, να μιλάει με τον κόσμο, ήταν κάποιος που πενήντα χρόνια πριν ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές εκείνου του αιματηρού επεισοδίου. Ο Τζον Λιούις είχε διασχίσει τη γέφυρα Εντμουντ Πέτους στο πλευρό του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ το 1965 και έφαγε τόσο ξύλο από τους αστυνομικούς, που έπαθε διάσειση. Δύο χρόνια πιο πριν, σε ηλικία μόλις 23 ετών, ήταν ένας από τους διοργανωτές και ομιλητές στην πορεία προς την Ουάσιγκτον «για δουλειές και ελευθερία», όπου ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είχε εκφωνήσει τον διάσημο λόγο του «Εχω ένα όνειρο».

Τότε δεν φανταζόταν ότι θα ήταν τίποτε άλλο από ένας ανώνυμος πολεμιστής του αγώνα για τα δικαιώματα των μαύρων. Ή, καλύτερα, ένας ειρηνικός αγωνιστής. Διότι αν και είχε υποστεί την αστυνομική βία και αν και είχε συλληφθεί 40 φορές από το 1960 μέχρι το 1966, όταν η αντίδραση έγινε βίαιη, εκείνος διαφοροποίησε τη θέση του. Ηταν η εποχή της ανάδειξης της ιδεολογίας της Black Power, της «Μαύρης Δύναμης», και αυτό του στοίχισε την προεδρία της Φοιτητικής Επιτροπής Μη Βίαιου Συντονισμού. Αλλά όταν δολοφονήθηκε ο Ρόμπερτ Κένεντι, στην εκστρατεία του οποίου συμμετείχε ως εθελοντής, αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική.

Σήμερα, η σορός του βουλευτή Τζον Λιούις, του θρύλου των πολιτικών δικαιωμάτων, που έχει χαρακτηριστεί «η συνείδηση του Κογκρέσου», βρίσκεται σε λαϊκό προσκύνημα στη ροτόντα του Καπιτωλίου της Τζόρτζια. Ακόμη και στον θάνατό του, ο βουλευτής Τζον Λιούις προκαλεί και εμπνέει όχι μόνο το Κογκρέσο, αλλά την ίδια την Αμερική.

Οταν έμαθε ότι είχε καρκίνο στο πάγκρεας, συνέχισε να κάνει ό,τι είχε μάθει σε όλη του τη ζωή: «Μια ζωή παλεύω – για ελευθερία, ισότητα, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα», είπε απλά. Ούτε η πανδημία αλλά ούτε και η αρρώστια πτόησαν το φρόνημά του. Χτυπημένος από έναν επιθετικό καρκίνο στο τελευταίο στάδιο, ο Τζον Λιούις παρέμενε όχι μόνο η συνείδηση του αμερικανικού πολιτικού συστήματος –ψήφιζε σταθερά εναντίον κάθε πολεμικής περιπέτειας των ΗΠΑ–, αλλά και το σύμβολο του αγώνα για την ισότητα. Ενα μήνα πριν πεθάνει, στάθηκε κοντά στον Λευκό Οίκο, στο τμήμα του δρόμου που γράφει με μεγάλα κίτρινα γράμματα «black lives matter» – ότι οι ζωές των μαύρων έχουν αξία, στο πλευρό των διαδηλωτών. Φορούσε μάσκα, αλλά αυτό που πρόσεχε κάποιος είναι η στάση του σώματος: αδυνατισμένος αλλά ευθυτενής, στεκόταν απτόητος δίπλα στη δήμαρχο της Ουάσιγκτον.

Ο τέως πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα περιέγραψε ότι την τελευταία φορά που τον είδε ήταν σε μια ψηφιακή συζήτηση με νεαρούς ακτιβιστές που οργάνωναν τις διαδηλώσεις μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ. Ο Λιούις του είπε ότι ήταν περήφανος για τις προσπάθειές τους, βλέποντας μια νέα γενιά να παλεύει για την ελευθερία και την ισότητα, να δραστηριοποιείται πολιτικά και να είναι αποφασισμένη να ψηφίσει και να προστατέψει το δικαίωμα στην ψήφο. Και ο πρόεδρος Ομπάμα τού απάντησε ότι ήταν παιδιά του όλοι αυτοί οι νέοι, κάθε φυλής, προέλευσης, φύλου και σεξουαλικής ταυτότητας, κι ας μην το ήξεραν, είχαν μάθει από το παράδειγμά του τι απαιτεί η αμερικανική υπηκοότητα, κι ας γνώριζαν για το θάρρος του μόνο μέσα από τα βιβλία της Ιστορίας.

Μπορεί να είναι πλέον ένα κεκτημένο για το οποίο έχουν δοθεί ιστορικοί αγώνες, αλλά η ψήφος στις ΗΠΑ αντιμετωπίζει ακόμη και σήμερα προκλήσεις – ιδιαιτέρως ενόψει μιας πρωτοφανούς εκλογικής διαδικασίας σε καιρό πανδημίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων αποφάσισε να δώσει το όνομά του στο νομοσχέδιο του οποίου ηγήθηκε και προβλέπει την τροποποίηση της νομοθεσίας του 1965 ώστε να εποπτεύει αποτελεσματικότερα αν οι πολιτείες παραβιάζουν τα δικαιώματα ψήφου των μειονοτήτων. Με την ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικανούς Γερουσία να μην έχει ακόμη εξετάσει την πρότασή του, η μάχη για τα πολιτικά δικαιώματα συνεχίζεται.

* Η κ. Κατερίνα Σώκου είναι Nonresident Senior Fellow στο Atlantic Council. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή