Με τους ρομαντικούς, πάντα

1' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το είχε πει ξεκάθαρα ο Φρόιντ: «Ο άνθρωπος είναι προϊόν των τραυμάτων της παιδικής του ηλικίας». Η Κωνσταντινιά Μανώλη, που είχε μεγαλώσει σε ένα χωριό των Τρικάλων τη δεκαετία του 1930, κουβαλούσε πάντα ένα παράπονο: ο πατέρας της δεν την άφηνε να πάει στο σχολείο, ούτε να διαβάζει. «Ασε κάτω το βιβλίο! Δασκάλα θα σε κάνω;», της έβαζε τις φωνές και την έστελνε να βοσκήσει τα γίδια τους.

Καταπιεσμένη επί χρόνια, η αγάπη της για τη γραφή και την ανάγνωση συντρόφευσε την Κωνσταντινιά ώς τα γεράματά της. Κατέγραφε μάλιστα παραμύθια, παροιμίες και παιχνίδια του τόπου της. Κι όταν η όρασή της δεν της επέτρεπε πια να γράφει η ίδια, άρχισε να διηγείται τα βιώματα και τις αναμνήσεις της στον γιο της, Θανάση Αργυρίου, στον οποίο είχε κληροδοτήσει το πάθος της για τις λέξεις.

Εκείνος, συνταξιούχος καραμελοποιός –«έκανα το πιο γλυκό επάγγελμα του κόσμου, είναι σπουδαία τέχνη να φτιάχνεις καραμέλες»– έγραψε ένα βιβλίο, το «Οπως παίζαμε παλιά», με εικονογράφηση της Ιωάννας Κουτσούκη, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Δρόμων», με δική του χρηματοδότηση, από το υστέρημά του…

Εκεί, με πρώτη ύλη τις αφηγήσεις της μητέρας του, περιγράφει τριάντα παραδοσιακά παιχνίδια. Οπως το «Φύσα» που παιζόταν από παιδιά του δημοτικού σε αυλές, χωματόδρομους και αλάνες: έσκαβαν μια μικρή λακκούβα, έριχναν μέσα κουκούτσια από κορόμηλα ή κεράσια κι όποιος παίκτης έβγαζε πιο πολλά από τη λακκούβα, φυσώντας με δύναμη, ήταν ο νικητής. Ή τον «Σουλντά»: έχοντας το ένα πόδι λυγισμένο, έσπρωχναν με το άλλο μια μικρή και πλατιά πέτρα (το γνωστό «κουτσό»). Αλλά και τη «Σκλέντζα», στην οποία συμμετείχαν μόνο αγόρια των τελευταίων τάξεων του δημοτικού και του γυμνασίου, τις «Πετρούλες» (πεντόβολα), τη «Ροϊμάνα», αγαπημένο των κοριτσιών, καθώς και το «Λιρ-Λιρ», που στην αρχαιότητα λεγόταν Ασκωλιαστός και παιζόταν προς τιμήν του Διονύσου.

«Αφιερώθηκε πολύς χρόνος, παρέα με τη μάνα μου, για να με βοηθήσει στην περιγραφή κάποιων από τα παιχνίδια που δεν θυμόμουν ή δεν γνώριζα. Κι αυτός ο χρόνος αποτελεί για μένα ανεκτίμητο θησαυρό ψυχικής επένδυσης, τώρα που εκείνη, από τον Δεκέμβρη του 2018, δεν υπάρχει πλέον στη ζωή», λέει ο Θανάσης Αργυρίου.

Και μας παραδίδει, με τη σειρά του –ίσως χωρίς να το συνειδητοποιεί–, έναν άλλον θησαυρό: ένα κομμάτι της λαϊκής μας παράδοσης, σε μια εποχή που τα παιδιά γεννιούνται, θαρρείς, με ένα κινητό ή τάμπλετ στο χέρι και δείχνουν να απολαμβάνουν περισσότερο τα online παιχνίδια…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή