Γιάννης Αντετοκούνμπο: 1968

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχουν ξεφύγει από τη μοίρα τους. Εχουν πολλά λεφτά. Εχουν δόξα. Οι Αφροαμερικανοί που κυριαρχούν στο ΝΒΑ –και στα υπόλοιπα αμερικανικά πρωταθλήματα– δεν είναι ακριβώς «μαύροι». Δεν είναι πια τα καταπιεσμένα παιδιά μιας μειονότητας. Ωστόσο, ακόμη και αυτοί, οι διάσημοι και πλούσιοι αθλητές, φέρουν το στίγμα μιας προκατάληψης: εξαργυρώνουν τα σωματικά τους χαρίσματα. Εξαργυρώνουν, δηλαδή, το φυλετικό στερεότυπο ότι οι μαύροι υπερέχουν μόνο στη φυσική ρώμη. Μετέχουν σε μια βιομηχανία που βασίστηκε στην αντίληψη ότι οι Αφροαμερικανοί είναι καλοί για διασκεδαστές. Είναι καλοί στα επαγγέλματα που προορίζονται για την αναψυχή των λευκών. Για το πάλκο –όπου παίζουν μουσική, χορεύουν και τραγουδούν– και για την αρένα των αναίμακτων μονομαχιών –όπου δίνουν παραστάσεις ταχύτητας, δύναμης και αλτικότητας.

Αυτό το υπόγειο –θαμμένο στο υπόστρωμα της μαζικής κουλτούρας– στερεότυπο έσπασαν ο Γιάννης Αντετοκούνμπο και οι συμπαίκτες του. Ο αθλητισμός δεν πρέπει να έχει σχέση με την πολιτική. Οι ίδιοι οι αθλητές, όμως, δεν μπορεί να προσφέρουν θέαμα ερήμην του κόσμου, σαν τυφλοί entertainers χωρίς συνείδηση. «Δεν μπορεί να είναι σήμερα η προσοχή μας στο μπάσκετ», είπαν οι Μπακς. Δεν ήταν οι πρώτοι που αποφάσισαν να επιστρατεύσουν το συμβολικό τους κεφάλαιο κατά του ρατσισμού. Η αρχή είχε γίνει από το αμερικανικό ποδόσφαιρο. Ο επαγγελματικός αθλητισμός (ξανα)γίνεται έτσι μέρος της φιλελεύθερης Αμερικής, που αντιδρά στον συστημικό ρατσισμό.

Πολλοί βλέπουν αυτές τις κινητοποιήσεις –συμβολικές στο παρκέ, μαζικές στους δρόμους– ως μια νέα αφύπνιση. Ως ένα κύμα που θα βγάλει τις ΗΠΑ από τη χειρότερη στιγμή τους τον τελευταίο μισό αιώνα. Δεν είναι, όμως, ακόμη σίγουρο τι εκλογική επίπτωση θα έχουν οι εικόνες των πιο μαζικών διαδηλώσεων από το 1968.

Οπως φάνηκε στο –τρόπος του λέγειν– συνέδριο της υποψηφιότητας Τραμπ, το προσωποπαγές σχήμα που έχει απομείνει από τους πάλαι ποτέ Ρεπουμπλικανούς επιδιώκει να επιστρέψει ακριβώς εκεί: στο 1968. Ολα τα συνθηματολογικά του δολώματα, προορισμένα να εξορύξουν παλιές φοβίες, είναι, σύμφωνα με μια διαφωτιστική ανάλυση των New York Times, αντιγραφές από την καμπάνια του Νίξον, που εκμεταλλεύθηκε τις ταραχές μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ για να βγει πρόεδρος. Ο «νόμος» και η «τάξη», ο «όχλος» που «λεηλατεί», η «σιωπηλή πλειοψηφία» που παρακολουθεί «απροστάτευτη» να την κυκλώνει το «έγκλημα». Ολα αυτά τα κρυπτορατσιστικά σλόγκαν δεν είχαν βοηθήσει μόνο τον Νίξον να επικρατήσει. Είχαν διαμορφώσει και ένα εκλογικό ρεπερτόριο που το μιμήθηκαν πολλοί μετά.

Το ερώτημα είναι αν μπορεί το ίδιο κόλπο, της σποράς του φόβου, να πιάσει και στη σημερινή Αμερική. Είναι ίδια τα πολιτικά αντανακλαστικά της πλειοψηφίας; Ή μήπως έχουν δίκιο όσοι λένε ότι αυτή η περιλάλητη πλειοψηφία δεν υπάρχει πια – επειδή έχουν αλλάξει τα δημογραφικά, κοινωνιολογικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά της;

Το μήνυμα του NBA εκπορεύεται από την άλλη πλευρά του αμερικανικού 1968. «Ψηφίστε», φώναξαν οι Μπακς. O Ντοκ Ρίβερς, ο προπονητής των Κλίπερς, το διατύπωσε πιο δραματικά: «Το μόνο που σας ζητάμε», είπε, «είναι να φανείτε αντάξιοι του Συντάγματος».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή