Τώρα ένα πράγμα φοβούνται οι παραγωγοί φράουλας στη Νέα Μανωλάδα.
Την καταστροφική για τις πωλήσεις τους χλαπαταγή του αντικτύπου της
βαρβαρότητας. Στο Διαδίκτυο, αφίσες μιλούν για «αιματοβαμμένες
φράουλες» και παροτρύνουν το κοινό να μην τις αγοράζει. Η φράση
«Φράουλες και αίμα» σφραγίζει τα περισσότερα σχόλια για τη νέα
δουλεία στην Ηλεία, εμπνευσμένη από τον γνωστό τίτλο του βιβλίου
του Τζέιμς Κούνεν (και, μετέπειτα, της ομώνυμης ταινίας). Το
«Φράουλες και αίμα» (όπως αποδόθηκε στα ελληνικά το «The Strawberry
Statement»), που πραγματεύεται τη φοιτητική εξέγερση στο Κολούμπια
τον Απρίλιο του 68, δεν έχει καμία σχέση με τη Νέα Μανωλάδα, όπου
«όλοι, Αρχές, ντόπιοι, γνωρίζουν, αλλά σιωπούν». Οι φράουλες
εμφανίζονται μόνο στην αποκαλυπτική δήλωση ενός καθηγητή του
Κολούμπια, αναφορικά με τις απόψεις των φοιτητών του για τα
πράγματα, οι οποίες τού ήταν παντελώς αδιάφορες: «Με ενδιαφέρουν»,
είχε πει, «λιγότερο από το αν τους αρέσουν ή όχι οι φράουλες». Οι
φοιτητές είχαν καταλάβει την πρυτανεία του πανεπιστημίου για να
εκφράσουν την αντίθεσή τους στο άσχημο πρόσωπο της Αμερικής του 60
(πόλεμος του Βιετνάμ, δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ…), αλλά
και στην πολιτική του πανεπιστημίου. Διαφωνούσαν με τα γραφεία
στρατολογίας που λειτουργούσαν εντός του ιδρύματος, με το σύστημα
εξουσίας, με την εκπαιδευτική πολιτική, με τις φυλετικές
διακρίσεις. Αναζητούσαν την αλήθεια της αγανάκτησης που γεννάει η
κάθε κρίση, με την πίστη ότι το «όνειρο» μπορεί να αντέξει στην
καταστολή μόνον όταν το μοιράζεσαι με άλλους. Η εξέγερση πνίγηκε
στο αίμα ύστερα από δύο μήνες ταραχών, με την επέμβαση της
αστυνομίας. Κάτω από τα διαφορετικά χωροχρονικά πλαίσια, το
διακριτό κοινό σημείο των δύο ιστοριών, οι φυλετικές διακρίσεις, η
κοινωνία των διαχωρισμών και της βίας.
Περισσότερο πιστή σε περιεχόμενο, αν και απλουστευτική, είναι η
ευθεία συχνότατη σύγκριση της Ν. Μανωλάδας με την Αμερική 250 έτη
πριν, όταν στις περιοχές του Νότου από τους 750.000 κατοίκους οι
300.000 ήταν μαύροι σκλάβοι, που δούλευαν μέχρις φυσικής εξόντωσης
στις φυτείες καπνού, ρυζιού και βαμβακιού. Εντυπωσιάζει η ομοιότητα
όχι τόσο των πολυσυζητημένων συνθηκών οφθαλμοφανούς εκμετάλλευσης
και κακομεταχείρισης, όσο της παραδοχής του αιματοβαμμένου κέρδους.
Τόσο οι παραγωγοί φράουλας εν έτει 2013 όσο και οι παραγωγοί π.χ.
βαμβακιού εν έτει 1869 πίστευαν ότι χωρίς σκλάβους θα
καταστρέφονταν, ότι η επιχειρηματική τους δραστηριότητα ήταν
απόλυτα συνυφασμένη με τη δουλεία.
Μία λεπτή διαχωριστική γραμμή χωρίζει τη μαύρη εργασία από τη
μετατροπή του ατόμου σε ιδιοκτησία, από τον κοινωνικό θάνατο, από
την κλοπή της υπόστασης του ανθρώπου. Στη Ν. Μανωλάδα αυτή η γραμμή
έσπασε ζωντανεύοντας μπουντρούμια, εκτελέσεις, κάτεργα,
συντρίβοντας τον κόκκο ελπίδας που κινητοποιεί το ταλαίπωρο σώμα.
Διότι οι σύγχρονοι δούλοι, που δίνουν σκληρή «μάχη» με τη γη, δεν
θα μπορούσαν να φτάσουν στο τέλος της ημέρας αν η δυνατότητα να
ονειρεύονται δεν τους παρακινούσε να ξαναρχίσουν το άλλο πρωί. Η
υποκρισία των Αρχών, η ωμότητα των αφεντάδων έπνιξε το όραμα του
αύριο, γεννήτορα των πράξεών τους, μέσα στο καμίνι του αίματος,
μέσα στην πίκρα του υποτιμημένου ιδρώτα. Το αύριο το έχουν ήδη
καταλάβει περιμένει πλέον μόνο για να τους πετσοκόψει…