ΑΠΟΨΕΙΣ

Ένας γιατρός του ΕΣΥ

Ο γιατρός μιλούσε στο τηλέφωνο. Ακούγαμε μονάχα τη δική του φωνή. «Οι εξετάσεις σου είναι πολύ καλές», τον ακούσαμε να λέει στον συνομιλητή του. «Σε ποιο έτος είσαι τώρα;» ρώτησε μετά. 

Δεν είχαν περάσει σε άλλο θέμα, όλα αποτελούσαν μέρος της ίδιας συζήτησης κι ας πετάγονταν από τα αμιγώς ιατρικά ζητήματα σε άλλα θέματα που άπτονταν της προσωπικής ζωής του συνομιλητή του. 

Καταλάβαμε από την αρχή περί τίνος επρόκειτο: ο παιδογκολόγος μας μιλούσε με έναν πρώην ασθενή του, ο οποίος πια είχε μεγαλώσει. Ο τακτικός ετήσιος έλεγχος ενός ανθρώπου που είχε υπάρξει καρκινοπαθής ως παιδί.

Καθώς τους ακούγαμε, όχι δίχως συγκίνηση, κοιτάζαμε την κόρη μας που περιφερόταν αμέριμνη στο ιατρείο: έχει ακόμη δρόμο μπροστά της με (ήπιες) χημειοθεραπείες. Τα μαλλάκια της τώρα αρχίζουν ξανά να φυτρώνουν σιγά σιγά. Αλλά είναι καλά. Πολύ καλύτερα συγκριτικά με το πώς ήταν το παιδί όταν πρωτομπήκαμε, πανικόβλητοι, σε αυτό εδώ το ιατρείο εννέα μήνες πριν…  

«Κοίτα να περάσεις όμορφα», ακούσαμε τον γιατρό να λέει στο τέλος της συνομιλίας. Είχε μια βαρύτητα αυτή η χιλιομασημένη, κοινότοπη κουβέντα. Θέλω να πω, κάτι ήταν αλλιώς: ο τόνος στη φωνή του γιατρού σού έδινε να καταλάβεις ότι εννοούσε κάθε λέξη: φρόντισε να περάσεις καλά – το έχεις ανάγκη, το δικαιούσαι. 

Μα, υπάρχει κάποιος που δεν το έχει ανάγκη ή δεν το δικαιούται; Οχι. Απλώς, στην περίπτωση του πρώην ασθενούς του γιατρού μας, μετά την τραυματική εμπειρία της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας, ως βετεράνος μιας παιδικής ηλικίας που κύλησε μέσα στα νοσοκομεία και στις τοξικές θεραπείες, ίσως όντως να δικαιούται πλέον μια ζωή ήρεμη, γλυκιά. 

Ξέρουμε φυσικά ότι αυτά τα πράγματα είναι τυφλά: η ζωή δεν οφείλει τίποτα σε κανέναν, όσο κι αν έχει ταλαιπωρηθεί και αδικηθεί. Μόνη δύναμη, λοιπόν, σε αυτή την τυπικά ανθρώπινη συνθήκη, μια ζεστή ευχή. Από τον γιατρό σου.

«Το παιδί αυτό ταλαιπωρήθηκε πολύ», μας είπε, κλείνοντας το τηλέφωνο. «Διαγνώστηκε με λευχαιμία στα δέκα του, πέρασε ένα σωρό λοιμώξεις, αλλά σήμερα είναι καλά. Τεταρτοετής φοιτητής της Ιατρικής. Ενας κούκλος ώς εκεί πάνω. Και πολύ καλό παιδί». 

Κάποτε ο γιατρός μιλούσε με τους γονείς του για την πορεία της υγείας του παιδιού τους. Οχι πια. Το παιδί είναι ενήλικος. «Οταν ενηλικιώνονται, τους δίνω το τηλέφωνό μου, να μιλούν απευθείας μαζί μου. Ξέρετε, μπορεί κάποιο βράδυ κάποιο από αυτά τα παιδιά που μεγάλωσαν στα χέρια μας, να μεθύσει και να το συλλάβει η αστυνομία. Και να μη θέλει να το μάθουν οι δικοί του. Θα τηλεφωνήσει σε μένα. Ή να αφήσει την κοπέλα του έγκυο. Μπορεί να πει το πρόβλημά του σε μένα. Τόσα χρόνια έχουμε περάσει μαζί». 

Ο γιατρός έκανε μια παύση. «Αυτά, λοιπόν, οι γιατροί του ΕΣΥ. Με αυτές τις αμοιβές και με αυτά τα ωράρια».