Το διφορούμενο της ελπίδας

6' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι Ελληνες άντεξαν τους αιώνες της σκλαβιάς χάρη στη θρησκεία και στις παραδόσεις τους, αυτά όμως, από μόνα τους, δεν εκλύουν απαραιτήτως καλήν ελπίδα. Δεν εννοώ την ελπίδα σαν προσωρινό συναίσθημα προσμονής αλλά ως θεμέλιο της υπάρξεως. Σε μια τέτοια περίπτωση το συναίσθημα συνυφαίνεται με μια ιδέα ή ένα μύθο ο οποίος να του δίνει διάρκεια, να κάνει διαφορετικό το μέλλον, πράγμα πολύ δύσκολο στις αδυσώπητες περιστάσεις της τουρκοκρατίας. Αποκλειστικός χρόνος της σκλαβιάς είναι η αδιατάρακτη επανάληψη του ζοφερού παρόντος. 

Την ώρα που με την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως τα πάντα βυθίζονταν σε μαύρη απελπισία, την ώρα εκείνη γεννήθηκε, σαν πράξη εκ βαθέων αντιστάσεως, ένας μύθος που κράτησε όρθιους τους Ελληνες – ο θρύλος του μαρμαρωμένου βασιλιά. Σ’ αυτόν ο λαός εναπέθεσε τις ελπίδες του για ελευθερία και αναγέννηση, αρνούμενος να δεχθεί αμετάκλητα το γεγονός της Αλώσεως και τον θάνατο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Πρόκειται για τον μύθο που σε όλα τα προηγούμενα έδωσε νέα προοπτική. 

Ο αυτοκράτορας, λέει ο θρύλος, δεν σκοτώθηκε αμυνόμενος στα τείχη της Βασιλεύουσας. Μαχόταν ηρωικά, όταν ένας αράπης σήκωσε το σπαθί του να τον χτυπήσει. Τότε τον άρπαξε άγγελος Κυρίου και τον πήγε σε μια σπηλιά, βαθιά στη γη. Εκεί μένει μαρμαρωμένος, ώσπου να έρθει πάλι ο άγγελος, να τον σηκώσει, να του βάλει στο χέρι σπαθί, και εκείνος με τα φουσσάτα του θα νικήσει τους Τούρκους και θα τους διώξει στην Κόκκινη Μηλιά. 

Εχουμε προ οφθαλμών τον ιδρυτικό μύθο της εθνικής μας συνειδήσεως, με συναισθηματική πρώτη ύλη την ελπίδα. Μπορεί να έπεσε η Πόλη, αλλά το καμάρι της, ο αυτοκράτορας, δεν πέθανε! Η αφήγηση εισάγει ένα μέλλον εκεί όπου όλα τελείωσαν και μεταβάλλει τον μαρμαρωμένο βασιλιά σε αναμενόμενο θεόπεμπτο πρόσωπο, με εθνεγερτικό ρόλο. Οι υπόδουλοι Ρωμιοί στήριζαν πλέον ως εθνική κοινότητα, στη λήξη του μακροχρόνιου ύπνου του, μεσσιανικές ελπίδες. Η προσδοκία της αφυπνίσεώς του θέρμαινε τις ψυχές τους έως το Εικοσιένα κι ως τη Μεγάλη Iδέα της εθνικής μας ολοκληρώσεως. 

Μιλούμε για τον θρύλο των ελπίδων μας. Η ελπίδα είναι συναίσθημα αναμονής και εμπιστοσύνης στα επόμενα, κάτι σαν αναπνοή, η διακοπή της οποίας οδηγεί σε ασφυξία του μέλλοντος. Γι’ αυτό και η απελπισία εκφράζεται με πνίγος, φόβο, δισταγμό, πτόηση, άγχος. Ο απελπισμένος δεν περιμένει τίποτε· βιώνει με το τέλος της κινήσεως και την απουσία του «πιο πέρα». Από την άλωση έως την αφύπνιση του βασιλιά, ο χρόνος είναι ένα παρόν ακαθόριστο, κενό γεγονότων, παρόν το οποίο απαιτεί αγγελικό άλμα για να φθάσουμε στην εξανάσταση. Παρόν χωρίς καύσιμα σε χρόνο, προφανώς ανιστορικό. 

Ωστόσο μαζί με την ελπίδα, ο θρύλος έφερε κι ένα διφορούμενο, κρίσιμο για τη διαδρομή του νεότερου ελληνισμού: Το μέλλον που προκάλεσε συσχετιζόταν με την απώθηση των Τούρκων στην Κόκκινη Μηλιά. Το τέλος τούτο έχει αξιολογικό προβάδισμα στην ελπίδα, εν συγκρίσει προς την αοριστία του μέλλοντος, στην οποία παραπέμπει η αφύπνιση του μαρμαρωμένου βασιλιά. Στα πλαίσια της θεοκίνητης ιστορίας, το όραμα της απολυτρώσεως έγινε προσδοκία μεσσιανικού τέλους, επιτρέποντας, στην έμπρακτή του επιδίωξη, απερισκεψίες, αδιαφορίες, ιδιοτέλειες. Ενόψει αυτού του τέλους, η ελπίδα μεταλλάχθηκε σε τυφλή πίστη, η οποία προεξοφλούσε το αίσιο μέλλον «με υπογραφή του ίδιου του Θεού», εγκλωβίζοντάς το στο τερματικό εκβάν της Κόκκινης Μηλιάς.

Συναντούμε το διφορούμενο της ελπίδος και στα Ευαγγέλια. Εκεί όμως δικαιολογημένα, αφού η λέξη δηλώνει τόσο την αναμονή του μέλλοντος (1 Κορ. 9, 10: επ’ ελπίδει οφείλει ο αροτριών αροτριάν) όσο και την εδραία πίστη στην αλήθεια του Χριστού (Κολ. 1, 23: η ελπίς του ευαγγελίου), το «ήρθε» και συγχρόνως «έρχεται» μέσα μας. Αντιθέτως η ελπίδα του θρύλου αναφέρεται αποκλειστικά στην αφύπνιση του μαρμαρωμένου βασιλιά και στην Κόκκινη Μηλιά, συμβολισμό τέλους του τουρκοκρατουμένου κόσμου και νέου χρόνου ανατάσεως για το εθνικό Εγώ. 

Εκ πρώτης όψεως ο χρόνος του θρύλου δείχνει εσχατολογικός, το πνεύμα εντούτοις και το μήνυμα αποπνέουν μεσσιανικό χιλιασμό. Καθώς οι ορθόδοξοι Ελληνες αντιλαμβάνονται την ιστορία σαν άνωθεν βουλή και όχι σαν συμπλοκή γεγονότων με νόημα, μεταφέρουν στο παρόν τους μνήμες του παρελθόντος, δεσμεύοντας επάνω τους το μέλλον. Δεν είναι εις θέσιν να γνωρίσουν άλλη πηγή ιστορικότητος από τα περασμένα, οπότε ταυτίζουν την έκθεση των γεγονότων με την αλήθεια τους. Η πίστη στο χιλιαστικό όραμα καταπίνει μαζί με την πρόβλεψη, τον σχεδιασμό και την ετοιμασία. 

Ο θρύλος της ελπίδας εισάγει μεν τον Νεοέλληνα στην ιστορικότητα, ασυνείδητα όμως τον εμποδίζει να διαμορφώσει ιστορική συνείδηση και να προσπελάσει τα γεγονότα στη σημασία τους, η οποία δίνει στον παρεπόμενο χρόνο τη συνοχή του. Για την ιστορική συνείδηση, ως γνωστόν, το παρελθόν ζει στα ίχνη που άφησε μέσα μας. Η παράδοση που λιμνάζει ανασταίνεται όταν της αποδίδουμε νόημα το οποίο δεν πηγάζει από την αρχαιολογική της διάσταση αλλά σχηματίζεται με ό,τι πράττουμε δημιουργικά για να την παραδώσουμε στο μέλλον. Εάν διατηρώ στο παρόν τα από αιώνων κληροδοτήματα σαν τίμια λείψανα, τότε όχι μόνο το απεμπολώ αλλά μοιραία παραδίδομαι άνευ όρων στα συναισθήματα και διασκορπίζομαι στις στιγμές του ιστορικού χρόνου εις βάρος του νοήματός του. Τυχαία, άραγε, ο ξεσηκωμός άνοιξε σύντομα την όρεξη αλληλομισουμένων φατριών και η επανάσταση ξεπέρασε τον θανάσιμο κίνδυνο, με τίμημα τον ακρωτηριασμό της εθνικής μας ανεξαρτησίας; Τυχαία δεν προέκυψε ο ηγέτης που θα οδηγούσε τις εξελίξεις σε καλό τέλος; 

Με απλά λόγια: Αντιδράσαμε στην τουρκοκρατία με ασυνειδησία για τη δική μας κατάσταση. Αποβλέπαμε σε αλλαγή κυριάρχου είτε σε αβασάνιστη πολιτική αλλαγή. Στη βιασύνη του ενθουσιασμού μας δεν αναλογιστήκαμε τις προϋποθέσεις ενός τέτοιου εγχειρήματος, ώστε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες με ετοιμότητα και επίγνωση του ποιοι είμαστε και του τι μπορούμε. Κυρίως δεν μελετήσαμε τι κατεύθυνση θα δώσουμε στην ελευθερία μας προβάλλοντας στο μέλλον τις όποιες δικές μας δυνατότητες, για να τη διεκδικήσουμε υπεύθυνα και να την υπερασπιστούμε. Εφόσον ανήκω στον εαυτό μου και συνυπάρχω έργω με το μέλλον μου, το παρελθόν δεν διασπαθίζεται· Ζωντανεύει διαρκώς στην απόσταση που παίρνω από εκείνο με τον κόσμο που κτίζω. 

Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς πέρασε στις ψυχές των Ρωμιών ως εγγυητής της παλινορθώσεως του βυζαντινού μεγαλείου. Το Βυζάντιο επίσης δεν πέθανε: Μαρμάρωσε κι αυτό παρασύροντας τον νεότερο ελληνισμό στην ακινησία του δόγματος και του τελετουργικού. Ανεξαρτήτως της ιστορικής του καταρρεύσεως, επηρεάζει βαθιά την ψυχή του λαού μας και τροφοδοτεί με λυσσαλέα παθητικότητα τις αντιστάσεις του απέναντι σε κάθε ουσιώδη αλλαγή. Αρα δεν αποδίδει να επιχειρούμε κατανόηση του Νέου Ελληνισμού βάσει εξωτερικών και μόνο παραγόντων, όπως ο οικονομικός, και να παραγνωρίζουμε τους συντελεστές των νοοτροπιών και των συμπεριφορών, που απλώνουν τις ρίζες τους στην ελληνορθόδοξη παράδοση, όποια και να είναι η σημερινή της συνθήκη. Διότι μπορεί τα εκκλησιαστικά δόγματα να δημιουργήθηκαν θεμιτά με το όραμα ενός χριστιανικού πολιτισμού, όμως κατήντησαν δογματισμός, ζηλωτική υποστήριξη μιας αλήθειας με όρους κλειστής πίστεως, η οποία χαρακτηρίζει σταθερά σαν ανιστορικότητα τον ατομικό και τον συλλογικό μας τρόπο.

Στη θέση του ασάλευτου παρόντος μας και του ημερολογιακού του χρόνου, η νεωτερικότις εισάγει δημιουργικά την ιστορική συνείδηση, την ανάληψη του νοήματος των ίδιων των γεγονότων και την προβολή του στο μέλλον. Η ιδέα της καθοδηγήσεως των δρωμένων από την Πρόνοια ή κάποια κοινωνική νομοτέλεια, υπηρετεί το πνεύμα της ανιστορικότητος, ξένο προς τη συνείδηση της ιστορίας. Προκειμένου να δικαιολογήσει τη ροή των πραγμάτων, η ανιστορικότις προσφεύγει στον χώρο της προφητείας και της πάλης κατά των αντιχρίστων δυνάμεων του κακού, παραμορφώνοντας την ελπίδα. Μεταφράζει ψυχολογικά το χιλιαστικό ονειρόραμα σε απροϋπόθητη αισιοδοξία, η οποία διαχωρίζει εξ ορισμού την ευθύνη από την ελπίδα, αντί να ελευθερώνει δυνάμεις για ένα καινούργιο χρόνο. Το φάντασμα της ελπίδας αναζητεί το παρελθόν· Η πραγματική ελπίδα είναι ποιητική ενέργεια. 

Με την αναγωγή της χρονικότητος σε κληρονομιά του παρελθόντος, με αμφιβολία για την ατομικότητά μας και αμφιθυμία για το παρόν, του οποίου την ένταση εισπράττουμε μάλλον σαν εμπόδιο, γίνεται να σκεφθούμε την ιστορία ως δημιουργία μέλλοντος; Η αγκύλωση στη χιλιαστική ελπίδα εκβάλλει ευθέως στην αυτάρκεια και στην αυταρέσκεια, καταντά βίαιος ναρκισσισμός, ενώ αντίθετα η αυτογνωσία ως συστατικό στοιχείο της ιστορικής συνειδήσεως συμπλέει με άνοιξη του εαυτού, τον οποίο κρατούμε πια στα χέρια μας, αλλά καίει!
 
* Ο κ. Στέλιος Ράμφος είναι συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή