Οι γυναίκες, η Φεράρι και το Βατικανό

Οι γυναίκες, η Φεράρι και το Βατικανό

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απολαμβάνω τις νεκρολογίες στις εφημερίδες. Δεν ευθύνεται το lockdown, ούτε έχω εμμονή με τον θάνατο. Με διασκεδάζουν γιατί τις βλέπω σαν ένα κλείσιμο με τρόπο γιορταστικό. Ο,τι έγινε έγινε. Πέθανες, δεν «έφυγες». Μετά, σου αφιερώνεται χώρος στην εφημερίδα. Προτιμώ τις νεκρολογίες ασήμων, ενός ξυλουργού ή ενός ορειβάτη. Τα κείμενα για τα πρόσωπα μεγάλης προβολής εμπεριέχουν την παγίδα του πλούσιου υλικού που επισκιάζουν τις αποχρώσεις της προσωπικότητας και χάνεται η αφήγηση. Πενήντα επτά χρόνια βρισκόταν έτοιμη η νεκρολογία του Φιντέλ Κάστρο στα αρχεία των εφημερίδων και απλώς προστέθηκαν η ημερομηνία και τα αίτια θανάτου. Η ίδια εγρήγορση υπάρχει και για τη βασίλισσα Ελισάβετ, αλλά μια προπαρασκευασμένη νεκρολογία είναι κάτι σαν εγγύηση για αιώνια ζωή. Οι λεπτομέρειες του βίου των καλλιτεχνών είναι λίγο πολύ γνωστές στο κοινό και οι νεκρολογίες είναι συχνά απογοητευτικά αναμενόμενες. Για τους πολιτικούς, όμως, είναι αλλιώς τα πράγματα.

Οι πολιτικοί πορεύονται για χρόνια χέρι χέρι με τους δημοσιογράφους. Αναπτύσσεται μια σχέση εξάρτησης, αλληλοβοήθειας, σύγκλισης ή απόκλισης. Οι πολιτικοί δρουν γνωρίζοντας ότι οι δημοσιογράφοι παραμονεύουν για να αντιδράσουν. Σε κάθε περίπτωση, η σχέση ακολουθεί κανόνες. Ο,τι εμπίπτει σε προσωπικά ζητήματα και δεν αφορά την πολιτική αποσιωπάται. Διακριτικότητα. Η λεπτότητα πάει περίπατο μετά θάνατον και μεταλλάσσεται σε ειλικρίνεια. Οι Αγγλοι αφιερώνουν μια ολόκληρη σελίδα, 2.000 λέξεις πυκνογραμμένης αφήγησης, στον πολιτικό αποχαιρετώντας τον ανυπόκριτα. Ενα διήγημα που έχει να κάνει με την εξύμνηση της ζωής και λιγότερο με τον θάνατο. Με την ίδια τη ζωή και λιγότερο με τα επιτεύγματα. Η καλή νεκρολογία δεν συνιστά αγιογραφία, ο συντάκτης βολεύεται στη θέση του απελθόντος και ακολουθεί τα χνάρια του. Είναι το δημοσιογραφικό αντίο στο σκαλοπάτι της αποχώρησης πριν αναλάβει η Ιστορία επίσημα τα καθήκοντά της.

Οι γυναίκες, η Φεράρι και το Βατικανό-1Οι σκέψεις προέκυψαν με αφορμή τον Κάρλος Μένεμ, πρώην πρόεδρο της Αργεντινής τη δεκαετία του 1990 που πέθανε σε ηλικία 90 ετών. Τον σκιαγραφούν ως φανταχτερό και χαρισματικό. Με δύο προεδρικές θητείες στιγματισμένες από σκάνδαλα και σφοδρή πολεμική. Γιος Σύρων μεταναστών, μουσουλμάνος στο θρήσκευμα, προσηλυτίστηκε στον καθολικισμό για να προωθήσει την πολιτική του καριέρα. Βάζει υποψηφιότητα ενόσω ο πληθωρισμός στη χώρα του τρέχει με 200%. Η εκστρατεία του εστιάζει στην εργατική τάξη, υπόσχεται αυξήσεις μισθών και τάσσεται εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων με αντιαμερικανική ρητορική προστατευτισμού. Εν τάχει, δεν έκανε τίποτα από τα ασαφή που υποσχέθηκε, ιδιωτικοποίησε από τα ταχυδρομεία μέχρι τα δημοτικά πάρκα και βγήκε κερδισμένος. Το 1995 ο πληθωρισμός ήταν σχεδόν μηδενικός. Η χαμαιλεοντική πολιτική του χαρακτηρίστηκε «πίτσα με σαμπάνια».

Ο μικροκαμωμένος Μένεμ μένει στην Ιστορία για τα πυκνοβαμμένα μαλλιά του, τις τεράστιες σε στυλ 19ου αιώνα φροντισμένες φαβορίτες του, τα καλοραμμένα κουστούμια, τα ενσωματωμένα τακούνια που του χάριζαν αυτοπεποίθηση σε πόντους. Ταξίδευε πάντα με έναν κομμωτή, ενίοτε και με δύο, διέθετε ένα ντουλάπι με δεκάδες κολόνιες και μια κόκκινη Φεράρι δωρισμένη από Ιταλό επιχειρηματία που διέσχιζε με ταχύτητα τους δρόμους του Μπουένος Αϊρες και το προνόμιο ποτέ να μην τη σταματούν.

Ο ευφημισμός «bon vivant» είναι ο κωδικός του καλοπερασάκια πότη και ο χαρακτηρισμός «λάτρης του γυναικείου φύλου» θεωρείται στις μέρες μας οριακός και υποθέτω ότι μελλοντικά η χρήση του θα φθίνει. Ως γυναικάς γέμιζε το Προεδρικό, την Κάζα Ροζάντα, με μοντέλα, ποδοσφαιριστές και κοκαϊνομανείς κροίσους. Κυρίως όμως λάτρευε τη συναναστροφή με διασημότητες. Φιλοξένησε τους Ρόλινγκ Στόουνς και τη Μαντόνα, παραχωρώντας της άδεια να φωτογραφηθεί στο μπαλκόνι της Εβίτα Περόν. Εκείνη αργότερα δήλωσε ότι «κοιτούσε συνέχεια το στήθος μου». Στους φίλους του συγκαταλεγόταν ο Μαραντόνα, ο Μπους και ο Κλίντον. Επισκέφθηκε τη βασίλισσα στο παλάτι του Μπάκιγχαμ και υπήρξε τόσο τακτικός επισκέπτης του Βατικανού, όταν τη δέκατη φορά ο Πάπας του είπε «Θεέ μου, πάλι εσύ;» στο οποίο ο Μένεμ απάντησε «μπορείς απλώς να με φωνάζεις Καρλίτο».

Η πρώτη σύζυγος τον κατηγορεί για υποκρισία όταν την εξαναγκάζει σε διακοπή εγκυμοσύνης ενόσω τοποθετείται δημοσίως ως σφοδρός πολέμιος των εκτρώσεων. Κατόπιν εκείνη αντιλαμβάνεται την ύπαρξη παιδιού εκτός γάμου και εκείνος την πετάει έξω από την προεδρική κατοικία. Την αντικαθιστά με μια τιτλούχο ομορφιάς, νεότερη κατά 35 χρόνια, η οποία ποζάρει ως Εβίτα σε εξώφυλλο περιοδικού με μια αργεντίνικη σημαία από γούνα να την καλύπτει.

Ο Κάρλος Μένεμ το 2001 κατηγορείται, μεταξύ άλλων, για διακίνηση όπλων στην Κροατία και στο Εκουαδόρ, αλλά πιστεύει ολόψυχα ότι η χώρα τον χρειάζεται και ότι μόνο εκείνος μπορεί να τη σώσει από την οικονομική κατρακύλα.

Οταν μια ζωή με τα ηθικά διλήμματα, τις εμμονές, τα τυφλά σημεία, τα λάθη και τις ματαιότητες γίνει διήγημα, μπαίνει στα χωράφια της λογοτεχνίας. Η πεζογραφία έχει την ικανότητα να κάνει το οικείο να μοιάζει ανοίκειο, παροτρύνοντάς μας να δούμε τα γεγονότα με άλλη ματιά. Η πολιτική λειτουργεί αντίστροφα, μετατρέπει το ανοίκειο σε οικείο και προσπαθεί να μας πείσει ότι το ασύνηθες είναι κοινός τόπος. Αυτή η παραδοξότητα μου αρέσει στις ζωές των πολιτικών.
 
* Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή