Η Αριστερά που αυτοπυροβολείται

Η Αριστερά που αυτοπυροβολείται

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δείξε μου πώς αντιδράς σε αιτιάσεις που σε αφορούν, να σου πω ποιος είσαι. Αναδέχεσαι τις όποιες ευθύνες σου ή προσπαθείς προσχηματικά να τις αποποιηθείς; Ο,τι από τα δύο επιλέξεις, απο-καλύπτει το ήθος σου. Στην προτεσταντική Βόρεια Ευρώπη και Αμερική, η συγγνώμη θεωρείται αυτονόητη, αν ένας πολιτικός παραβεί τα θεσμικώς αυτονόητα. Στην καθ’ ημάς Ανατολή, ο πολιτικός πολιτισμός είναι προσχηματικός – επί της ουσίας, επιβραβεύει τη συγκάλυψη και τη θρασύτητα.

Ο βουλευτής κ. Θ. Δρίτσας, «αριστερός» κατά δήλωσή του, είπε πρόσφατα σε ραδιοφωνική συνέντευξη στο «Κανάλι Ενα»: «Με αυτό που κάνει η κυβέρνηση [τη στάση της στον τρομοκράτη της 17Ν Κουφοντίνα] θα αναβιώσει μια συζήτηση για τη δράση του ένοπλου και της τρομοκρατίας, όπως λέγεται, αν και κανείς δεν έχει τρομοκρατηθεί, πιστεύω από τη δράση της 17Ν. Αντίθετα, ο ελληνικός λαός έχει τρομοκρατηθεί από πολλές άλλες πολιτικές». Διαισθανόμενη την ανάδυση μιας ενδιαφέρουσας είδησης, η δημοσιογράφος ζητεί διευκρινίσεις: «Δεν καταλαβαίνω τι εννοείται. Λέτε ότι δεν είχαμε τρομοκρατηθεί ως λαός από τη 17Ν […];» «Βεβαίως», απαντά ο κ. Δρίτσας. «Το έχω βιώσει. Δεν ξέρω ποια είναι η ηλικιακή διαδρομή σας, νομίζω ότι είστε νέα γυναίκα. Το έχω βιώσει πολύ καλά».

Στο ηχητικό αρχείο είναι εμφανές ότι ο ομιλητής θέλει, εν παρόδω, να πραγματευθεί λογοπαικτικά το παράγωγο της τρομοκρατίας – την «τρομοκράτηση». Η πολιτική στόχευσή του είναι να καταγγείλει την κυβέρνηση για «τρομοκράτηση» του λαού – για ένα αίσθημα τρόμου από κυβερνητικές πολιτικές. Το κάνει αυτό αντιδιαστέλλοντας την τωρινή «τρομοκράτηση» με την ανεπιτυχή τρομοκράτηση της 17Ν. Δηλαδή: ο λαός σήμερα τρομάζει, ενώ η δράση της 17Ν δεν τον τρόμαξε. Πού το αποδίδει το τελευταίο; Δεν το λέει ρητά, αλλά εύλογα εικάζουμε ότι το αίσθημα τρόμου που προκάλεσε η δράση της 17Ν δεν αφορούσε τον λαό, αλλά τις ελίτ. Αυτό ενισχύεται και από την πατερναλιστική επίκληση των προσωπικών βιωμάτων του ομιλητή στην ηλικιακά νεότερη δημοσιογράφο.

Τρεις παρατηρήσεις. Πρώτον, ο κ. Δρίτσας αναφέρεται στην «τρομοκρατία, όπως λέγεται». Δηλαδή, ο χαρακτηρισμός «τρομοκρατία» είναι μια λεκτική σύμβαση, την οποία υιοθετεί χάριν συζητήσεως. Μια ισοδύναμη διατύπωση θα ήταν: η καλούμενη τρομοκρατία. Ο ομιλητής, με άλλα λόγια, σχετικοποιεί το φαινόμενο, όπως κάνει ο αντισημίτης όταν μιλά για το «λεγόμενο Ολοκαύτωμα». Αυτό λέει πολλά: υπονοεί ότι ο τρομοκρατικός χαρακτήρας της 17Ν δεν είναι αυτονόητος.

Δεύτερον, ο κ. Δρίτσας αναπαράγει εμμέσως μια αριστερής κοπής λαϊκιστική αντίληψη ότι η 17Ν δεν αφορούσε τον λαό αλλά τις ελίτ. Κατά τούτο, συνάγει κανείς, η δράση της 17Ν δεν ήταν τόσο επιζήμια. Πέρα από την αυθάδη έλλειψη σεβασμού στα θύματα της 17Ν και τους συγγενείς τους, ο ομιλητής απο-καλύπτει τον πολιτικό πρωτογονισμό του: στις δολοφονικές επιθέσεις της 17Ν δεν βλέπει πρωτίστως επίθεση κατά της δημοκρατίας και των θεσμών της. Αν δεν πλήττονται «λαϊκοί στόχοι», που θα έλεγε και ανακοίνωση του εγχώριου κομμουνιστικού μαυσωλείου, ο λαός δεν κινδυνεύει, οπότε δεν τρομοκρατείται. Η ελίτ ίσως δικαίως τρομάζει, αλλά ο δικός της τρόμος δεν αφορά τον λαό.

Τρίτον, ο ομιλητής εναλλάσσει ιδιοτελώς τις έννοιες, αποκαλύπτοντας τη διανοητική του ένδεια. Ενώ η συνέντευξη αφορούσε την τρομοκρατία [την άσκηση βίας για πολιτικούς σκοπούς], στη συνέχεια αλλάζει το νόημα της έννοιας, χρησιμοποιώντας την με το νόημα του εκφοβισμού («αντίθετα, ο ελληνικός λαός έχει τρομοκρατηθεί από πολλές άλλες πολιτικές»). Δεν πρόκειται μόνο για φτηνή αντιπολίτευση, αλλά για πολιτική εξίσωση της βίας των τρομοκρατών με τις νόμιμες πολιτικές αποφάσεις μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, ανεξαρτήτως από το πόσο «αντιλαϊκές» μπορεί να θεωρούνται. Ο εκλεπτυσμένος ομιλητής αποφεύγει τέτοιες χονδροειδείς αναλογίες. Ο μη εκλεπτυσμένος αλλάζει εντέχνως το νόημα των εννοιών, αποσπώντας τες από τα συμφραζόμενά τους, για να υπηρετήσει τον ιδιοτελή σκοπό του. Ως κομματικός γραφειοκράτης, μιλά με προκατασκευασμένα κλισέ για να μην μπει στον κίνδυνο να σκεφθεί.

Πώς αντέδρασε ο κ. Δρίτσας στην κριτική που δέχθηκε; Ζήτησε συγγνώμη; Οσο ζήτησε συγγνώμη για την κοινοβουλευτική συνδρομή που έδωσε στη σύζυγό του, τότε βουλευτή κ. Τασία Χριστοδουλοπούλου, να μετατάξει την κόρη της στη Βουλή, το 2019, άλλο τόσο ζήτησε συγγνώμη τώρα. Ο κ. Δρίτσας είπε ότι τα λόγια του «διαστρεβλώθηκαν», ήταν «ατυχή», ότι «αναλαμβάνει την ευθύνη» για τον «ελλειπτικό» και «χαλαρό» λόγο του σε έναν «ραδιοφωνικό σταθμό εμπιστοσύνης», κι ότι, τελικά, εννοούσε κάτι διαφορετικό.

Τι εννοούσε; «Αναφερόταν», είπε, «στην ελληνική Δημοκρατία, τους δημοκρατικούς πολίτες και τις αξίες του κράτους δικαίου […]». Τίποτε από αυτά δεν μπορεί εύλογα να συναχθεί από την αρχική του συνέντευξη – πρόκειται για εκ των υστέρων αυτοπροστατευτικές κατασκευές. Συμμορφούμενος, μάλιστα, με την κυρίαρχη κουλτούρα του δημόσιου βίου, ο κ. Δρίτσας αναλαμβάνει προθύμως τον δημοφιλή ρόλο του θύματος για να περισώσει το όποιο πολιτικό του κεφάλαιο: υπαινίσσεται πολιτική «ανθρωποφαγία»! Το κόμμα του τον κάλυψε. Τα τελικά συμπεράσματα δικά σας.
 
* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Διαβάστε επίσης:
Να χαρακτηριστεί διατηρητέος ο κ. Δρίτσας
Θοδωρής Δρίτσας: Τρόμος

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή