Οταν το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν γεννιέται (ή σηκώνεται και φεύγει)!

Οταν το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν γεννιέται (ή σηκώνεται και φεύγει)!

3' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα στοιχεία είναι καταθλιπτικά. Για δέκα συναπτά έτη οι γεννήσεις ήταν λιγότερες από τους θανάτους. Συνολικά, το 2011-2020, γεννήθηκαν 931.884 άνθρωποι και πέθαναν 1.198.502, δηλαδή το ισοζύγιο είναι αρνητικό κατά 266.618 ανθρώπους.

Κάθε χρόνο, τα τελευταία δέκα χρόνια, «αφαιρείται» από τη χώρα ένας πληθυσμός του μεγέθους μιας πόλης σαν την Κόρινθο. Χειρότερα ακόμη: την τελευταία διετία, το αρνητικό ισοζύγιο διευρύνθηκε: οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά 40.000 άτομα ετησίως.

Πρόκειται για αιμορραγία χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Βέβαια, το πρόβλημα είχε εμφανιστεί παλιότερα, όταν για έξι συνεχόμενα χρόνια (1998-2003) πάλι οι θάνατοι υπερτερούσαν των γεννήσεων, με μικρότερη όμως διαφορά. Οι αιτίες του ζητήματος μας έχουν συχνά απασχολήσει. Το κρίσιμο τώρα είναι να αλλάξει η κατάσταση όσο νωρίτερα γίνεται.

Μην ακούτε αυτούς που λένε πως επειδή τα επόμενα χρόνια «θα απογειωθούμε», όλα αίφνης θα λυθούν. Οχι, πως η οικονομική δυσπραγία δεν εντείνει το πρόβλημα. Το αντίθετο! Ούτε ότι δεν θα υπάρξει ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Θα υπάρξει.

Λαμβάνοντας όμως υπόψη πως από το 2008 έως σήμερα, η χώρα έχασε περίπου το ένα τρίτο του εθνικού της προϊόντος, με μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3% ετησίως, θα χρειαστούν περίπου δέκα χρόνια για να βρεθούμε εκεί όπου ήμασταν το 2007. Εφόσον όλα πάνε καλά (η εμπειρία του 2009-2010 και της πανδημίας διδάσκει να κρατάμε μικρό καλάθι) το 2031 θα επιστρέψουμε είκοσι πέντε χρόνια πίσω. Εν τω μεταξύ, μια γενιά θα χαθεί.

Πέρα, λοιπόν, από την ανάπτυξη χρειάζονται συγκεκριμένες δημόσιες πολιτικές. Ο στόχος είναι διπλός: να αυξηθεί ο αριθμός των νέων ανθρώπων, ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης, που ζουν στη χώρα και οι νέοι να μην αισθάνονται ανασφάλεια εφόσον θέλουν παιδιά.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να μεταφερθούν πόροι σε όλους τους νέους και όχι σε μικρά υποσύνολα αυτών. Μεταφορά πόρων σημαίνει ρευστό. Ετσι επανέρχεται στο τραπέζι το βασικό εγγυημένο εισόδημα. Χωρίς καμιά προϋπόθεση, πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα σταθερό ποσό (π.χ. 300-350 ευρώ μηνιαίως κατ’ άτομο) για όσους είναι μεταξύ 20-30 ετών. Αυτός ο πόρος αγοράζει αξιοπρέπεια, χρόνο και επιλογές.

Δεύτερον, πρέπει να υποστηριχθεί ενεργητικά η ποιοτική νεανική απασχόληση. Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει κάνει βήματα τα τελευταία χρόνια, αλλά η Ελλάδα όχι. Μέχρι τώρα οι κυβερνώντες δείχνουν πως αντιλαμβάνονται τη νεανική εργασία ως μια φθηνή, προσωρινή απασχόληση κυρίως στην εστίαση και στον τουρισμό (όπως παλιότερα στην οικοδομή και στα ροδάκινα), που δεν τους ενοχλεί να είναι υποαμειβόμενη και ανασφάλιστη – εκτός από τα παιδιά των «κολλητών» τους, που αναγνωρίζονται τα «προσόντα» τους. Οι νέοι είναι μέχρι τώρα τα θύματα της ελληνικής οικονομίας. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης συνιστούν μια χρυσή ευκαιρία για να αλλάξει αυτή η κατάσταση.

Τρίτον, η χώρα πρέπει να προσελκύσει οικογένειες ή μεμονωμένους νέους μετανάστες, που προφανώς δεν θα έρθουν από την Ελβετία ή τη Νορβηγία αλλά από φτωχές, αναπτυσσόμενες χώρες. Οι μετανάστες από τα Βαλκάνια αναζωογόνησαν την ελληνική ύπαιθρο και εξισορρόπησαν το ισοζύγιο γεννήσεων – θανάτων τις δεκαετίες 1990-2000. Η επιστροφή πολλών εξ αυτών στις χώρες προέλευσής τους ήταν μια απώλεια για την Ελλάδα.

Διεθνώς ακολουθούνται διάφορες πρακτικές προσέλκυσης μεταναστών. Φέρ’ ειπείν, ανεπτυγμένα κράτη συνάπτουν διμερείς συμφωνίες με χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου προκειμένου να προσελκύσουν εργαζομένους που καλύπτουν ανάγκες σε τομείς όπου υπάρχει έλλειψη, όπως σε υπηρεσίες υγείας (αποκλειστικοί/ές νοσοκόμοι/ες) ή αγροτικές εργασίες.

Παράλληλα, πρέπει να ανοίξουμε τα πανεπιστήμιά μας και γενικότερα τη μεταλυκειακή εκπαίδευση, βάζοντας στόχο οι ξένοι φοιτητές να αποτελέσουν το 10-20% του συνόλου των φοιτητών.

Εκτός του ότι, όπως μου δείχνει εμπειρία δεκαπέντε χρόνων διδασκαλίας σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα στο οποίο το ένα τρίτο των φοιτητών προέρχεται από το εξωτερικό, οι «internationals» διευρύνουν τους ορίζοντες των Ελλήνων συμφοιτητών τους, αρκετοί από αυτούς θα μείνουν μόνιμα στη χώρα προσφέροντας τα μέγιστα (διαβάστε την ιστορία του Shelly και της Diana για να καταλάβετε τι εννοώ, «Καθημερινή» 24/3/2019).

Χρειαζόμαστε ανοιχτόμυαλες παρεμβάσεις πριν να είναι αργά. Διαφορετικά, σε λίγες δεκαετίες το μέγεθος της ζημιάς θα είναι ανυπολόγιστο. Και τότε, βλέπω τους υπερπατριώτες να ανάβουν κεριά εν είδει μνημοσύνου και να κλαίνε μπροστά στις κορνιζωμένες φωτογραφίες των Rafale!

Οταν το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν γεννιέται, έλεγε ο Ιταλός στοχαστής Αντόνιο Γκράμσι, είμαστε στην εποχή των τεράτων. Ο Γκράμσι δεν αναφερόταν στη φυσική κίνηση του πληθυσμού, αλλά φοβάμαι πως η παρατήρησή του ισχύει και σε αυτήν τη περίπτωση.
 
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή