Το New Deal της πανδημίας

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πανδημία επηρέασε σε πολλά επίπεδα τις παγκόσμιες πολιτικές εξελίξεις. Φέρ’ ειπείν, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα ήταν μάλλον διαφορετικό χωρίς αυτήν.

Στις αρχές του 2020, οι πιθανότητες να κέρδιζε ο Sleepy Joe, όπως υποτιμητικά αποκαλούσε τον Μπάιντεν ο Τραμπ, ήταν περιορισμένες. Ο τρόπος που ο Τραμπ διαχειρίστηκε την πανδημία ανέδειξε, εκτός από τον άθλιο χαρακτήρα του, τις εγγενείς αδυναμίες του laisser-faire σε συνθήκες κρίσης.
Η νίκη Μπάιντεν συνοδεύεται από ένα πακέτο δύο τρισεκατομμυρίων δολαρίων που κατευθύνεται σε υποδομές και οικονομικά ευάλωτους πληθυσμούς. Πρόκειται για τέτοιο μέγεθος δημόσιας δαπάνης, ώστε κάποιοι να βλέπουν τον Μπάιντεν ως συνεχιστή των Ρούζβελτ και Τζόνσον. Η ατζέντα περιλαμβάνει, επιπλέον, αύξηση του φόρου των πλουσίων και των επιχειρήσεων (από 21% στο 28%) και επιδίωξη καθιέρωσης ενός ελάχιστου παγκόσμιου φόρου στις επιχειρήσεις, προκειμένου να καταπολεμηθούν οι φορολογικοί παράδεισοι και να χαλαρώσει ο αδυσώπητος φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών.

⇒ Διαβάστε επίσης: Μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ: Δυσοίωνα σενάρια για τα επόμενα 20 χρόνια

Εχει πλέον εμπεδωθεί πως οι σημερινοί μεγάλοι μηχανισμοί δημιουργίας πλούτου διανέμονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγουν τα εθνικά φορολογικά συστήματα. Στις χώρες του ΟΟΣΑ, οι απώλειες για τα δημόσια ταμεία λόγω φοροαποφυγής των μεγάλων εταιρειών εκτινάχθηκαν, από 150 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως το 1990, σε 280 δισ. το 2000 και 500 δισ. σήμερα. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ηθικής τάξης, απειλεί την παγκόσμια ειρήνη και τη δημοκρατία. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να δεχθούμε πως η παγκόσμια ρύθμιση που προτείνει ο Μπάιντεν είναι ουτοπία. Η ιστορία του έθνους-κράτους, επισημαίνει ο Ινδός συγγραφέας Rana Dasgupta, συνιστά μια διαρκή φορολογική καινοτομία και η επόμενη τέτοια καινοτομία οφείλει να είναι διακρατική. Πρέπει να δημιουργηθούν συστήματα για την παρακολούθηση των διεθνών ροών χρήματος και να μεταφερθεί ένα μέρος αυτών των χρημάτων σε δημόσιους διαύλους. Χωρίς τέτοια ρύθμιση, η πολιτική μας υποδομή, η φιλελεύθερη δημοκρατία, θα γίνει όλο και πιο περιττή στην πραγματική υλική ζωή.

Κατά τη διαδικασία αυτή, πρέπει επίσης να σκεφτούμε σοβαρά την ανάγκη για παγκόσμια ανακατανομή πλούτου, στοχεύοντας στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής σε διεθνές επίπεδο. Το 2016, για παράδειγμα, εννέα άτομα είχαν περιουσία όσο και 3,6 δισεκατομμύρια άτομα, που συνιστούν το φτωχότερο μισό της ανθρωπότητας. Είναι ντροπή! Δυστυχώς, η πανδημία θα χειροτερεύσει τα πράγματα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, που θα πληγεί σε υγειονομικό, εκπαιδευτικό και οικονομικό επίπεδο.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν αντιλαμβάνεται πως η παγκοσμιοποίηση χωρίς ρυθμίσεις, χωρίς ένα παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο δηλαδή, οδηγεί σε επικίνδυνες διεθνείς αλλά και εσωτερικές κρίσεις. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται, λοιπόν, η σημερινή αμερικανική διοίκηση. Θα φανεί μέχρι πού θα φτάσει. Πάντως, ήδη η Γερμανία φαίνεται να συμφωνεί με τη θέσπιση του ελάχιστου παγκόσμιου φόρου στις επιχειρήσεις. Σταδιακά, όλα τα μεγάλα κράτη του ανεπτυγμένου και του αναπτυσσόμενου κόσμου θα αποδεχθούν την αναγκαιότητα τέτοιων ρυθμίσεων. Οτιδήποτε άλλο θα μοιάζει με αυτοχειρία.

Η πανδημία προκαλεί πολιτικές αλλαγές και στη Γηραιά Ηπειρο. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις στη Γερμανία φέρνουν το κόμμα των Πρασίνων στην πρώτη θέση. Είναι αβέβαιο ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα, αλλά είναι σίγουρο πως χωρίς την πανδημία θα εξέλειπε αυτό το σασπένς και οι εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου θα ήταν «βαρετές», όπως συνήθως είναι οι εκλογές με απλή αναλογική (κάτι που δυστυχώς κορυφαίοι Ελληνες συνταγματολόγοι δυσκολεύονται να αντιληφθούν, συνεχίζοντας να σκέφτονται με όρους Ψυχρού Πολέμου). Οπως και να ’χει, είτε πρώτοι τερματίσουν οι Πράσινοι και δουν την υποψήφιά τους Αναλένα Μπέρμποκ στην καγκελαρία είτε δεύτεροι, το σίγουρο είναι ότι οι εξελίξεις θα ενισχύσουν τις πιο αποφασισμένες δυνάμεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Με απλά λόγια, η εξάλειψη των ορυκτών καυσίμων είναι προ των πυλών της Ε.Ε.

Σε ό,τι μας αφορά, η κυβερνητική ρητορική δείχνει προς το παρόν εκτός διεθνούς κλίματος, προσκολλημένη στα προ της πανδημίας κυρίαρχα σχήματα. Την ώρα που το ευρωπαϊκό πλαίσιο μέσω του Ταμείου Ανάπτυξης αλλά και δημοσιονομικής χαλάρωσης επιτρέπει στις κυβερνήσεις να υποστηρίξουν ενεργά τις πληγείσες ευρωπαϊκές οικονομίες, η ελληνική κυβέρνηση επιμένει να δίνει υπερβολική σημασία στη μείωση των φόρων, στον περιορισμό του μισθολογικού κόστους και στην ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων ως εργαλεία οικονομικής ανάπτυξης.
Τώρα που οι φιλελεύθεροι στις ΗΠΑ στρέφονται στον κεϊνσιανισμό, που γίνεται ξανά επίκαιρος, οι ελληνικές κυβερνητικές ελίτ συνεχίζουν να ανάβουν κερί στα σκουριασμένα εικονίσματα της Θάτσερ.
 
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή