Θέματα επικαιρότητας

2' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο,τι και να λέγεται, όση συγκρατημένη αισιοδοξία και να εκπέμπουν οι αριθμοί, όποια και να είναι η γενική άποψη που επικρατεί σε συνδυασμό με την αμεριμνησία, η χώρα δεν έχει ξεφύγει ακόμη από την πανδημία της COVID-19 και τις επιπτώσεις της στην καθημερινότητα. Παράλληλα, έχουν αρχίσει να απασχολούν θέματα που, είτε συνδέονται με την αντιμετώπιση του κορωνοϊού είτε όχι, επίσης επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τη ζωή των πολιτών. Τώρα, αλλά και στο προσεχές μέλλον.

Για παράδειγμα, είναι φανερό πια ότι η εκστρατεία του εμβολιασμού πέφτει στο τείχος των πολυπληθών απρόθυμων και των συνειδητών αρνητών. Προφανώς δεν υπάρχει έλλειψη εμβολίων και γι’ αυτό κατεβαίνουν ραγδαία οι ηλικίες των προθύμων να εμβολιαστούν. Αρα μέσα στον Ιούνιο όλοι οι ενήλικοι Ελληνες θα έχουν τη δυνατότητα να εμβολιαστούν, εφόσον το επιθυμούν, και επομένως σωστά άνοιξε η συζήτηση περί υποχρεωτικότητας, ειδικά σε επαγγέλματα που έρχονται σε επαφή με το κοινό και η «άρνηση» θέτει σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή άλλων πολιτών. Στις δημοκρατίες, η ελευθερία και τα δικαιώματα του κάθε πολίτη φθάνουν μέχρι εκεί όπου ξεκινούν τα αντίστοιχα του συμπολίτη τους. Ετσι, ο εμβολιασμός πρέπει να αποτελεί υποχρεωτική προϋπόθεση στην πρόσληψη των 4.000 υγειονομικών που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση. Θα είναι αφετηρία επιβολής της λογικής και θα σταλεί δυνατό μήνυμα!

Στον δημόσιο διάλογο κυριαρχεί αυτές τις ημέρες το εργασιακό νομοσχέδιο. Ξεπερνώντας τους λαϊκισμούς της αντιπολίτευσης, την απεργία της ΑΔΕΔΥ που δεν την αφορά και τις αντιδράσεις μικροεργοδοτών, οι οποίοι αποτελούν το μεγάλο πρόβλημα, τόσο στην τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας όσο και στην άσκηση ελέγχων, το νομοσχέδιο είναι θετικό στις γενικές αρχές του. Από την άλλη πλευρά, η θετικότητά του υπονομεύεται από πλήθος δευτερευουσών διατάξεων, που κάποιες από αυτές μυρίζουν ειδική εύνοια και ρουσφέτι. Αν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ήταν στοιχειωδώς σοβαρά, σε αυτές έπρεπε να επικεντρωθούν, και από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση θα έπρεπε να τις αποφύγει, για να διατηρήσει τη μεταρρυθμιστική αξιοπιστία της, αν μη τι άλλο…

Σπανιότατα, σχεδόν ποτέ, ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ στο σύνολό του καταφέρνουν να δείξουν σοβαρότητα στην πολιτική πορεία τους. Μία από τις εξαιρέσεις, όμως, είναι η επισήμανση του τεράστιου χρέους της Νέας Δημοκρατίας ως κόμματος. Τα 309 εκατομμύρια ευρώ που χρωστάει σε τράπεζες το κυβερνητικό κόμμα, όπως και τα 254 του ΠΑΣΟΚ (σχεδόν 4 μόλις ο ΣΥΡΙΖΑ), είναι δυσθεώρητα ακόμη και σε σύγκριση με τα χρέη μεγάλων κομμάτων ευρωπαϊκών χωρών, δίνουν εικόνα κακής διαχείρισης και αποδεικνύουν την ορθότητα της επισήμανσης των Κ. Γάτσιου – Δ. Ιωάννου στο «Βήμα της Κυριακής» ότι στην Ελλάδα «το χρέος το πληρώνουν όσοι δεν χρωστούν». Τέτοιες πρακτικές τροφοδοτούν την προπαγάνδα όσων αμφισβητούν την πολιτική και τη δημοκρατία, όπως αντίστοιχα ρυθμίσεις τύπου 240 και 420 δόσεων ανατινάζουν τα συναλλακτικά ήθη και προσβάλλουν τους συνεπείς πολίτες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή