Ανώτατη εκπαίδευση χωρίς γλωσσική επάρκεια

Ανώτατη εκπαίδευση χωρίς γλωσσική επάρκεια

2' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν θέλω να ακούγομαι σαν ξεμωραμένος γερογκρινιάρης, αλλά ίσως δεν τα καταφέρω. Η συζήτηση για την κλιμακούμενη γλωσσική ανεπάρκεια ή, καλύτερα, για τον γραμματικό αναλφαβητισμό δεν είναι μόνον ελληνική. Στην εποχή της εικόνας το διάβασμα έχει προσλάβει τη μορφή μιας μεθόδου επίπονης, η οποία δεν καταλήγει αυτονόητα ούτε στην κατανόηση ούτε στην απόλαυση του κειμένου. Η μείωση του διαβάσματος αναπόφευκτα υπονόμευσε και την εκφραστική ικανότητα. Ολα αυτά δεν είναι μόνον ελληνικά προβλήματα.

Δικό μας πρόβλημα είναι ο τρόπος που διαχειριζόμαστε την εξέλιξη αυτή, με δεδομένη την ιδιαίτερα σύνθετη σε πτώσεις, κλίσεις και εγκλίσεις γλώσσα μας. Από τη δεκαετία του 1970 έως σήμερα, θα έλεγε κανείς (καθ’ υπερβολήν), όλες οι αποφάσεις για την εκπαίδευση ήταν στοχευμένες ώστε να επιταχύνουν τη γλωσσική έκπτωση. Μπορώ να κάνω μια εκτενή ανάλυση, ξεκινώντας από την αναποτελεσματική διδασκαλία της δημοτικής για να καταλήξω στις εκπαιδευτικές θεωρίες που μείωσαν σταδιακά την άσκηση στην έκθεση ιδεών, και την πολιτική ορθότητα, που πολεμά π.χ. τα διγενή επίθετα (ο/η διεθνής, το διεθνές). Αλλά θα το πω πιο απλά: Οτιδήποτε είναι δύσκολο αναφορικά με τη γλωσσική εκπαίδευση καταργείται, υποβαθμίζεται, υποβαθμολογείται, ώστε η αξιολόγηση να είναι ευνοϊκότερη για τους αδυνάτους και, κυρίως, να μην ανακόπτεται η πορεία τους προς τα ΑΕΙ. Διότι, ως γνωστόν, η εισαγωγή όλων στα ΑΕΙ είναι το τελικό κριτήριο επιτυχίας κάθε εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.

Η «λογική» αυτή, έπειτα από 50 χρόνια, έχει καταστήσει και τα ΑΕΙ μέρος του προβλήματος. Αφενός δεν μπορούν να θεραπεύσουν τη γλωσσική πενία, αφετέρου πρέπει να αποδεχθούν ότι ο φοιτητικός πληθυσμός μπορεί μεν να αποστηθίζει, αλλά όχι να κατανοεί. Η κατανόηση και η κριτική είναι απαιτήσεις τόσο υπερβολικές, ώστε δεν μπορούν πλέον να γίνουν απαιτητές, τουλάχιστον όχι για την επιτυχία στις εξετάσεις. Πρέπει να αρκεστούμε στην αναπαραγωγή, cut & paste. Η συγκροτημένη και ορθογραφημένη έκφραση είναι σπάνιο εύρημα ακόμη και στη Φιλοσοφική Σχολή. Τα βιβλία απωθούν τους φοιτητές. Αναζητούν οποιαδήποτε άλλη μορφή μπορούν να αφομοιώσουν ως εικόνα, παρουσιάσεις με power point ή video. Ο λόγος μας –ο λόγος των καθηγητών– δεν γίνεται πλήρως κατανοητός. Πολλές λέξεις που χρησιμοποιούμε είναι άγνωστες, όχι μόνον οι όροι, αλλά και πολλές απλές λέξεις. Ακόμη και οι ανακοινώσεις που εκδίδουν οι γραμματείες δεν γίνονται κατανοητές. Θυμούμαι τα ερωτήματα των φοιτητών σχετικά με την «ακατανόητη» ανακοίνωση: «Καλούνται οι φοιτητές/τριες να δηλώσουν κατά προτεραιότητα όσα μαθήματα κ.λπ.». «Δηλαδή πόσα; Ολα; Ποια;».
Το πρόβλημα, σας διαβεβαιώνω, έχει ξεπεράσει τον ανεκδοτολογικό χαρακτήρα. Δεν έχω να προσφέρω λύσεις. Δεν είμαι βέβαιος ούτε ότι υπάρχουν λύσεις ούτε ότι είναι εφικτές. Το μόνο βέβαιο είναι πως θα εξαλειφθεί, μόλις αποχωρήσει και η τελευταία γενιά που αντιλαμβάνεται τον γλωσσικό αναλφαβητισμό ως μειονέκτημα. Οι επόμενες θα θρηνήσουν με emoticons.

* Ο κ. Βασίλης Κ. Γούναρης είναι καθηγητής της Ιστορίας Νεωτέρων Χρόνων, πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας και μέλος της ΜΟΔΙΠ του ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή