Τα ατομικά αθλήματα, λέει το κλισέ, θέλουν εγωισμό. Να πατάς στο γήπεδο και να πιστεύεις ότι θα τους πατήσεις όλους. Ο Μίλτος Τεντόγλου πάτησε το ίδιο κλισέ περί εγωισμού.
Το πάτησε μπαίνοντας στον στίβο «παραλιάτος», σαν να έψαχνε πίσω από το μαύρο του γυαλί την πρωινή βουτιά που θα ξέπλενε το χανγκόβερ. Το πάτησε κυρίως βγαίνοντας από τον αγώνα, όταν, αντί να αφήσει τον θρίαμβο να του φουσκώσει το στήθος, εκείνος απέδιδε τη νίκη στην τύχη. Ο άλλος, είπε, ο Κουβανός, ήταν καλύτερος.
Μα σοβαρά; Ποιος είναι αυτός ο πρωταθλητής που φθηναίνει μόνος του το χρυσό του; Ποιος είναι ο πρώτος που παρασημοφορεί τον δεύτερο και σχεδόν απολογείται επειδή διέπραξε την «αλητεία» να του πάρει τη θέση;
Ούτε επινίκιοι λόγοι, για τα γονίδια της φυλής, ούτε αυτολατρευτικές εξομολογήσεις, για τη σκληρή δουλειά και τις θυσίες, ούτε τίποτε προορισμένο για να ριμάρει με τα συγχαρητήρια ανακοινωθέντα της ξέχειλης υπερηφάνειας. Μόνο ένα σάστισμα χαράς: «Τι έκανα; Δεν ξέρω τι έκανα».
Ο τρόπος με τον οποίο ο Τεντόγλου αγωνίστηκε άνισα και αρίστευσε χαλαρά ανακαλεί την καταγωγή του αθλήματος: Το αγώνισμα, προτού αρχίσει να καταστρώνεται σαν αδυσώπητος αγώνας, ήταν παιχνίδι. Το ύφος του ολυμπιονίκη από τα Γρεβενά δείχνει άνθρωπο που διαθέτει ακόμη μια ερασιτεχνική όρεξη για τη «δουλειά» του. Μπορεί ακόμη να την απολαμβάνει παίζοντας, χωρίς να παίρνει τον εαυτό του και τα μετάλλια πολύ στα σοβαρά.
Οι λειψοί Αγώνες του Τόκιο μπορεί να μην έδωσαν τη σοδειά που κάποτε επέβαλε ο εθνικός ψυχαναγκασμός της χρυσοθηρίας – εκείνης που καθοδηγούνταν από τον παραγοντισμό και τα ενέσιμα φρονήματά του. Εφερε όμως στη σκηνή αθλητές που μπόρεσαν να σταθούν, και στη νίκη και στην ήττα, σαν ανθρώπινα υποδείγματα.
Η Αννα Ντουντουνάκη που έκλαψε για το ρεκόρ της, το οποίο δεν ήταν αρκετό για να προκριθεί. Ο κωπηλάτης από τα Γιάννενα, Στέφανος Ντούσκος, που συστήθηκε στο υπερήφανο ακροατήριό του με μια εξομολόγηση για τη δίαιτα του πάγου. Ο λυγισμένος αρσιβαρίστας Θοδωρής Ιακωβίδης. Ο Μίλτος που, εντάξει, στην τελευταία του προσπάθεια είπε στον εαυτό του «πάμε για ένα χαλαρό αλματάκι».
Ολοι αυτοί –πρόσωπα νέα, χωρίς το status του πολυνίκη Πετρούνια– μίλησαν χωρίς να φοβούνται τα συναισθήματά τους· και χωρίς να επείγονται να στρατεύσουν το ταλέντο τους σε κανέναν μεγαλοϊδεατισμό. Ολα αυτά τα νέα, κανονικά παιδιά, παρέα με τους χαμογελαστούς πρωταθλητές του NBA, φάνηκε σαν να ενσαρκώνουν για λίγο ένα νέο μέτρο.
Εδωσαν φωνή σε μια χώρα που έχει μεταβολίσει πια τόσες αποτυχίες, ώστε να μπορεί πλέον να μην «την ψωνίζει» στις επιτυχίες της.
Μίλτος Τεντόγλου: Παιχνίδια
1' 59" χρόνος ανάγνωσης