Στο σημερινό ρευστό διεθνές περιβάλλον, θα μπορέσουν Ελληνες και Βρετανοί να χτίσουν πάνω στη βάση μιας μακρόχρονης συνύπαρξης, μιας στενής συνεργασίας που υπάρχει από τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν Ελληνες έμποροι, τραπεζίτες και εφοπλιστές εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο, το Μάντσεστερ και το Λίβερπουλ; Οι Ελληνες εκείνοι, οι πρώτοι που απέκτησαν δικαίωμα ως υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να εγκατασταθούν στη Βρετανία, δημιούργησαν επιτυχημένες εταιρείες, εκμεταλλευόμενοι τις χρηματοπιστωτικές ευκαιρίες που παρείχε το Λονδίνο και τις αγορές της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Τι συνέβαλε στην επιτυχημένη συνύπαρξη τότε;
Μπορεί να επαναληφθεί σήμερα, από δύο πολύ διαφορετικές χώρες, η μία μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η άλλη έχοντας επιλέξει πορεία εκτός Ενωσης; Ποιες είναι οι ευκαιρίες και ποιες οι δυσκολίες που παρουσιάζονται σήμερα; Αυτά ήταν μερικά από τα ερωτήματα που εξετάστηκαν σε βάθος από ειδικούς ιστορικούς, οικονομολόγους και άλλους συμμετέχοντες στο Πέμπτο Ετήσιο Ελληνοβρετανικό Συμπόσιο, το οποίο έλαβε χώρα στην Οξφόρδη αυτή την εβδομάδα.
Tο Ηνωμένο Βασίλειο έχει παίξει σημαντικότατο ρόλο στην ιστορία του ελληνικού κράτους και η επέτειος της αρχής του Πολέμου της Ανεξαρτησίας είναι ευκαιρία να εξεταστεί το παρελθόν και να συζητηθούν προοπτικές για το μέλλον. Μεγάλη Δύναμη την εποχή που οι Ελληνες πολεμούσαν για την ελευθερία τους, με τον ισχυρότερο πολεμικό στόλο στον κόσμο, η Βρετανία (καθώς και πολλοί φιλέλληνες Βρετανοί), έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη νίκη των Ελλήνων και στην ίδρυση του ελληνικού κράτους. Ελληνες του Λονδίνου συνέβαλαν ουσιαστικά στον αγώνα και στη σύναψη δανείου προς τους μαχόμενους Ελληνες, το οποίο αποτελούσε ντε φάκτο αναγνώριση ενός ακόμη «αγέννητου» κράτους. Οι ιδέες των φιλελεύθερων Βρετανών διανοουμένων ενέπνεαν τους επαναστατημένους Ελληνες και ο αγώνας των Ελλήνων ενθουσίαζε τους Βρετανούς υποστηρικτές τους.
Σήμερα, οι σχέσεις των δύο λαών παραμένουν στενότατες σε πολλά επίπεδα, λόγω της μακρόχρονης κοινής ιστορίας, των πολλών Ελλήνων που σπούδασαν στη Βρετανία και αυτών που ζουν εκεί από παλιά ή μετοίκησαν μέσα στην ελληνική κρίση. Πολλοί Βρετανοί, επίσης, ζουν στην Ελλάδα. Οι δυσκολίες και ανατροπές στις διεθνείς σχέσεις και στην οικονομία ίσως προσφέρουν νέες ευκαιρίες για στενότερες σχέσεις στο εμπόριο, στην οικονομία και στις ανταλλαγές υπηρεσιών. Η κλιματική κρίση, και η ανάγκη να προσαρμοστούν οι εθνικές οικονομίες σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκαλεί αναστάτωση, υψηλότερα κόστη στην παραγωγή προϊόντων και στις μεταφορές. Ομως, παρουσιάζει ευκαιρίες για την ανάπτυξη νέων ιδεών και τεχνολογιών. Αυτό, σε συνδυασμό με την ολοένα επιταχυνόμενη κυριαρχία της ψηφιακής οικονομίας, απαιτεί απ’ όλες τις χώρες να προσαρμοστούν όσο πιο γρήγορα γίνεται. Οπως σημειώθηκε στο Συμπόσιο, η Ελλάδα θα μπορεί να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία που προσφέρει η τεχνολογική επανάσταση χωρίς το πρόσθετο βάρος μη ανταγωνιστικών βιομηχανιών. Ομως, η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται από την πρόσβαση ολοένα περισσότερων ανθρώπων σε ταχύτερες συνδέσεις στο Διαδίκτυο – σημείο στο οποίο η χώρα μας πάσχει. Επισημάνθηκε, επίσης, ο κρίσιμος ρόλος μεταναστών με ταλέντο, που εμπλουτίζουν τη χώρα στην οποία έρχονται με τις γνώσεις τους και, την ίδια ώρα, ωθούν τους ντόπιους να εξελιχθούν και αυτοί. Αυτό παρατηρείται όχι μόνο στο Λονδίνο αλλά και στη Στοκχόλμη, τη Σίλικον Βάλεϊ της Αμερικής και στη Γερμανία, σημείωσε ένας ομιλητής.
Στις συζητήσεις εξετάστηκαν οι προκλήσεις και ευκαιρίες στο διεθνές σύστημα εμπορίου, μεταξύ αυτών η μεγαλύτερη έμφαση σε υπηρεσίες, η άνοδος της Κίνας και οι δυσκολίες στις αλυσίδες παραγωγής και στις μεταφορές που ανέδειξε η πανδημία. Τα ολοένα πιο πολύπλοκα δίκτυα παραγωγής και διανομής, ο αυξανόμενος όγκος μεταφερόμενων αγαθών και νέες επενδυτικές πρωτοβουλίες συνδυάζονται με την ανάγκη προστασίας και με ζητήματα ασφαλείας, επηρεάζουν τις μεταφορές και το εμπόριο.
Νέες προοπτικές εμφανίζονται κάθε μέρα, όπως και προβλήματα που απαιτούν λύση. Σε αυτό το πλαίσιο, και η Ελλάδα και η Βρετανία οφείλουν να ενισχύσουν τις ανταλλαγές μεταξύ τους και τις ήδη εξαιρετικά στενές σχέσεις στα επίπεδα του πολιτισμού, εκπαίδευσης, κ.ά., σημειώθηκε επανειλημμένως.
Πέρα από τις ευκαιρίες αλλά και τις δυσκολίες που προκαλεί το Brexit, και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν έναν κόσμο όπου το εμπόριο δεν αφορά πλέον τόσο την ανταλλαγή αγαθών αλλά υπηρεσιών, ιδεών και ανθρώπων με εξειδικευμένες τεχνικές ικανότητες. Και οι δύο χώρες έχουν δυναμικούς κλάδους τουρισμού, επαγγελματικών υπηρεσιών, έρευνας και πολιτισμού. Το Ελληνοβρετανικό Συμπόσιο στηρίζεται από την πρεσβεία του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα, το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών και το Βρετανικό Συμβούλιο. Η «Καθημερινή» είναι, από την αρχή, χορηγός επικοινωνίας.