Το στοίχημα ενός ισχυρού στόλου

Το στοίχημα ενός ισχυρού στόλου

6' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον τελευταίο καιρό και τα κύρια άρθρα της «Καθημερινής», καθώς και εκλεκτοί αρθρογράφοι στρατιωτικών θεμάτων, έχουν αναφερθεί στην τελευταία συμφωνία για περαιτέρω εξοπλισμό του ελληνικού Ναυτικού και ενδυνάμωση του στόλου μας, ώστε να ανταποκριθεί στη συνεχή επιθετικότητα και προκλητικότητα της αναθεωρητικής γείτονος.

Πιστεύω, όμως, ότι με μία ακόμη σύντομη ανάλυση της σημερινής κατάστασης στη ναυτική αναμέτρηση της πατρίδας μας με την Τουρκία, είναι χρήσιμο να επισημανθεί μια σειρά από επιπλέον θέματα που ίσως δεν έχουν τονισθεί όσο πρέπει στις διεξοδικές αναλύσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Η επιτυχία της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού να επιδείξει αυξημένο πολιτικό αισθητήριο, αλλά κυρίως ετοιμότητα να εκμεταλλευθεί τις δυνατότητες της στιγμής, όταν η πολιτική και η στρατηγική της Γαλλίας ευθυγραμμίστηκαν με τις ελληνικές πολιτικές και εξοπλιστικές επιθυμίες, είναι αναμφισβήτητη.

Είναι άλλο να μηρυκάζεις μια πολιτική επί μήνες και χρόνια και να επαναλαμβάνεις τα ίδια και τα ίδια, και άλλο να επεμβαίνεις καίρια την κατάλληλη στιγμή και να επιτυγχάνεις μια συμφωνία με τόσο μεγάλο ειδικό βάρος στην πολιτική, αλλά και στη στρατηγική σκακιέρα της περιοχής.

Οι επιλογές των πλοίων, όπλων και συστημάτων που καλύπτει η συμφωνία αυτή είναι ομολογουμένως εξαιρετικές και θα δώσουν σε βάθος χρόνου στον στόλο μας σημαντικά πλεονεκτήματα. Μαζί με τις υπόλοιπες προμήθειες και προσκτήσεις υλικού, ανατρέπουν την εις βάρος μας τόσο δυσμενή τωρινή αναλογία ναυτικών μονάδων.

Πέρα όμως από τις θριαμβολογίες για την επιτυχία αυτή, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που πρέπει να τονιστούν και που η παραμέλησή τους μπορεί να μας οδηγήσει σε περιπέτειες. Οι νέες φρεγάτες θα έρθουν σε κάποια χρόνια και, βεβαίως, και μετά την έλευσή τους απαιτείται ικανό χρονικό διάστημα για να ενσωματωθούν και να γίνουν αναπόσπαστα μέλη του στόλου μας.

Ακόμη και αν αποκτηθούν κάποιες κορβέτες –πράγμα που μέχρι στιγμής δεν έχει ξεκαθαριστεί ούτε πόσες, ούτε ποιες, ούτε πότε θα έρθουν– το αναμφισβήτητο γεγονός παραμένει ότι για τουλάχιστον 3-4 χρόνια το ελληνικό Ναυτικό θα πρέπει να στηρίζεται στις σήμερα υπάρχουσες δυνάμεις του.

Βλέπουμε όλοι πόσο έχει αυξήσει πάλι την επιθετικότητά της η Τουρκία προβάλλοντας τρελές μεν, αλλά αυθαδέστατες αναθεωρητικές απαιτήσεις. Ζητούν αποστρατιωτικοποίηση, ζητούν ΑΟΖ μέχρι τα 6 μίλια, ζητούν εξαφάνιση των δικών μας νησιών και των περιοχών επιρροής τους και άλλα πολλά. Και, παρενθετικά, υπάρχουν ακόμη ανόητοι –ευτυχώς λίγοι– που πιστεύουν ότι μπορούμε, ακόμη και με τέτοια τουρκική απειλή και επιθετικότητα, «να τα βρούμε»… Ευτυχώς είναι συντριπτική μειοψηφία.

Συνεπώς, λοιπόν, ο υπάρχων σημερινός γερασμένος και κουρασμένος στόλος μας θα κληθεί, όπως και το καλοκαίρι του 2020, να βγάλει πάλι το φίδι από την τρύπα. Ομως η πραγματική σημερινή σύγκριση των στόλων Ελλάδας και Τουρκίας είναι πολύ απογοητευτική. Οχι μόνο γιατί τα ελληνικά πλοία υστερούν σε αριθμό και σε ηλικία των τουρκικών, αλλά και γιατί οι επιχειρήσεις που γίνονται και θα γίνουν, διεξάγονται σε αποστάσεις ελάχιστες από τους τουρκικούς ναυστάθμους και βάσεις και πολύ μεγάλες από τις ελληνικές βάσεις από τις οποίες εξορμούν και στις οποίες ναυλοχούν τα ελληνικά πλοία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα ελληνικά πλοία να πρέπει να παραμένουν στο πεδίο για πολύ μεγαλύτερα διαστήματα και να έχουν τις αναμενόμενες δυσκολίες και καθυστερήσεις σε ανεφοδιασμό, υποστήριξη και επισκευές.

Αν και τον τελευταίο χρόνο η ικανότητα του στόλου μας να υποστηρίζεται μακριά από τον ναύσταθμό του βελτιώθηκε σημαντικά με την πρόσκτηση τριών νέων πλοίων γενικής υποστήριξης, το ανωτέρω πρόβλημα δεν λύνεται ούτε με ξόρκια, ούτε με μαγικά και, βέβαια, ούτε με μόνη την υπεράνθρωπη προσπάθεια αξιωματικών και πληρωμάτων.

Ποια είναι, λοιπόν, η βασική αιτία της σημερινής κατάστασης που πρέπει άμεσα να αναταχθεί; Είναι η επί χρόνια τώρα μεγάλη υποχρηματοδότηση του λειτουργικού προϋπολογισμού του υπάρχοντος στόλου των πολλών δεκάδων μάχιμων πλοίων του Ναυτικού μας. Ο προϋπολογισμός αυτός έχει κοπεί σε λιγότερο από το μισό τα τελευταία χρόνια και είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Ναυτικό στο να πρέπει να επιχειρήσει σε μεγάλη απόσταση από τις βάσεις του και για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Το πρόβλημα αυτό έχει επισημανθεί εδώ και χρόνια από τους επιτελείς του Ναυτικού, αλλά δυστυχώς διαδοχικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανόμενης και της σημερινής, δεν έχουν κάνει κάτι για να διορθώσουν αυτό το πρόβλημα. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν στα επόμενα χρόνια, μέχρι να πάρουμε φρεγάτες, κορβέτες και ό,τι άλλο πάρουμε, να πιστεύουμε σοβαρά ότι θα αντιμετωπίσουμε τον ανανεωμένο μεγαλύτερο και πιο αποτελεσματικό τουρκικό στόλο (λόγω του ότι επιχειρεί σε πολύ κοντύτερα νερά από τον δικό μας) με επιτυχία και να μπορέσουμε έτσι να προστατέψουμε τα εθνικά μας συμφέροντα.

Οποιος Ελληνας είναι ναυτικός, διαχειριστής πλοίων ή πλοιοκτήτης, θεωρεί τα ανωτέρω αυτονόητα. Αν όμως ίσως είναι κάποιος πολιτικός, μπορεί να νομίζει ότι τα πλοία μπορούν και να μεγαλώνουν στην ηλικία και να μη χρειάζονται ούτε επισκευές, ούτε συντηρήσεις, ούτε ανταλλακτικά, ούτε υποστήριξη και παρά ταύτα να πρέπει να αντιμετωπίσουν επιτυχώς όλο και μεγαλύτερες απειλές, όλο και πιο μακριά από τις βάσεις τους. Το άτοπο αυτής της σκέψης δεν θέλει και πολλή εξήγηση, ακόμη και ο αδαέστερος των Ελλήνων το καταλαβαίνει.

Και μια και μιλάμε για βάσεις, γιατί ένα μέρος του στόλου δεν ναυλοχεί συνεχώς στην Κρήτη ή ακόμη ανατολικότερα, όταν όλοι γνωρίζουν ότι σήμερα πια υπάρχουν οι δυνατότητες προς τούτο;

Γιατί δεν προετοιμάζουμε κάποιο από τα νησιά μας, ώστε να μπορεί να ναυλοχεί εκεί όχι ένα «σκοπούν πλοίο» μόνο του, αλλά μια, ας πούμε, «μοίρα ανατολικού Αιγαίου» ή «ανατολικής Μεσογείου»;

Γιατί οι ειδικές μας δυνάμεις στρατοπεδεύουν στην Αθήνα με αυτόχρημα γελοίες δικαιολογίες και δεν είναι σε προωθημένες θέσεις στα νησιά;

Γιατί έχουμε ακόμη δεκάδες στρατόπεδα στην Ελλάδα από την εποχή του Δράμαλη πασά; Γιατί έχουμε ναυτοδικείο –αν αγαπάτε τον Θεό σας– στα Ιωάννινα;

Γιατί ο στόλος συμπεριλαμβάνει ακόμη πλοία που όταν ξεκινήσουν από τη Σαλαμίνα δεν φθάνουν καλά καλά στην Αίγινα και γυρίζουν πίσω;

Γιατί όταν μας λείπει ένα ανταλλακτικό ή ένα πυρομαχικό που το κατασκευάζει μόνο ένας προμηθευτής, πρέπει να γίνει διαγωνισμός, μετά να το ελέγχει το Ελεγκτικό Συνέδριο για μήνες και μετά να γίνει δεκτή η ένσταση ενός άλλου που δεν είναι καν προμηθευτής και, εν τω μεταξύ, ένα πολεμικό πλοίο να είναι δεμένο στον μόλο, γιατί δεν λειτουργούν τα όπλα του και οι εξοπλισμοί του;

Ποιος προστατεύει και φοβάται να αλλάξει τον γελοίο στη σημερινή εποχή νόμο Βενιζέλου για τις στρατιωτικές προμήθειες, όταν πια σχεδόν όλες γίνονται με διακρατικές συμφωνίες; Και ποιος ναύαρχος, πτέραρχος ή στρατηγός θα πάρει πρωτοβουλία για το καλό της πατρίδας, όταν το κράτος τον θεωρεί a priori απατεώνα;

Για να διορθωθούν όλα τα ανωτέρω, δεν χρειάζεται τίποτε άλλο από το, έτσι απλά, να πάρει την κατάσταση αυτή στα χέρια του ένας αποφασισμένος και ενεργητικός πρωθυπουργός. Ηδη έχουμε αρκετά δείγματα αυτής της αποφασιστικότητάς του. Ας κάνει και αυτό το βήμα και τα αποτελέσματα θα είναι θεαματικά. Ο ελληνικός στόλος θα είναι μεν μεγάλος στην ηλικία, αλλά θα βρίσκεται παντού και ανά πάσα στιγμή και με σθένος, στιβαρότητα και διάρκεια –και όχι με την ψυχή στο στόμα– θα προκαλεί υπερηφάνεια σε εμάς και φόβο στους απέναντι.

Ο Βενιζέλος στους Βαλκανικούς Πολέμους εμπιστεύθηκε έναν και μόνο άνθρωπο, τον Κουντουριώτη. Από την αποφασιστικότητα και τη γενναιότητα των δύο εκείνων Ελλήνων, διπλασίασε η Ελλάδα το μέγεθός της. Σήμερα οι προκλήσεις είναι αντίστοιχης σοβαρότητας. Εχουμε όμως τις δυνατότητες να αποκτήσουμε και πάλι έναν αποτελεσματικό, καλοσυντηρημένο και δυνατό στόλο για τον οποίο εμείς μεν οι πολίτες θα είμαστε υπερήφανοι και θα κοιμόμαστε ήσυχοι, η δε πολιτική μας ηγεσία θα κάνει καλύτερα και ευκολότερα τη δουλειά της.

* Ο κ. Πάνος Κ. Λασκαρίδης είναι πρόεδρος του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή