ΜΕΘ και κοινή λογική

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση που έφερε η πανδημία COVID-19 ανέδειξε τη σημασία της αύξησης και στελέχωσης Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, κάτι που η επιστημονική κοινότητα των εντατικολόγων συστηματικά επεσήμαινε εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.

Εν μέσω πανδημίας, οφείλουμε να αναγνωρίζουμε τα βήματα που έγιναν. Ο αριθμός των κλινών ΜΕΘ αυξήθηκε και έφτασε τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο των 12 κλινών ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους. Αυτή τη στιγμή στη χώρα λειτουργούν περί τις 1.200 κλίνες. Προβλήματα εξακολουθούν να υπάρχουν:

• Κατά τη διάρκεια της πανδημίας έγιναν προσλήψεις και μετακινήσεις ιατρονοσηλευτικού προσωπικού προκειμένου να στελεχωθούν άμεσα οι δημόσιες δομές και να καλυφθούν επείγουσες ανάγκες, επρόκειτο όμως κατά κανόνα για προσωπικό χωρίς την απαραίτητη εξειδίκευση που χρειάζονται οι ΜΕΘ για την επαρκή στελέχωσή τους. Το κύριο τρέχον πρόβλημα για την περαιτέρω ενίσχυση της Εντατικής Θεραπείας είναι πρωτίστως θέμα ανθρωπίνων πόρων. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν αρκετοί ιατροί και νοσηλευτές εξειδικευμένοι στην Εντατικολογία – γεγονός αναμενόμενο, καθώς πρόκειται για μια εξαιρετικά απαιτητική ειδικότητα, ενώ την ίδια στιγμή δεν παρέχονται κίνητρα.

• Οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι οι ΜΕΘ είναι ένας διακριτός χώρος στο νοσοκομείο που λειτουργεί 24 ώρες / 7 ημέρες την εβδομάδα. Στις ΜΕΘ υπάρχουν εξειδικευμένα μηχανήματα και εξειδικευμένη ομάδα ιατρών και νοσηλευτών που φροντίζουν ασθενείς οι οποίοι είναι κατά κανόνα εξαιρετικά βαρέως πάσχοντες. Οταν οι κλίνες ΜΕΘ δεν επαρκούν, η εισαγωγή των ασθενών σε ΜΕΘ γίνεται βάσει κριτηρίων προτεραιότητας που έχει θεσπίσει το ΚΕΣΥ. Ας σημειωθεί εδώ ότι το πρόβλημα της αναμονής για μία κλίνη ΜΕΘ προϋπήρχε της πανδημίας και είναι διαχρονικό. Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την ανεύρεση κλίνης ΜΕΘ, προφανώς οι ασθενείς που βρίσκονται σε λίστα αναμονής λαμβάνουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα στον θάλαμο με συνεργασία του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού της εκάστοτε κλινικής και της ΜΕΘ του νοσοκομείου. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι η ιδανική αντιμετώπιση των απειλητικών για τη ζωή προβλημάτων υγείας των ασθενών αυτών γίνεται στο ελεγχόμενο περιβάλλον ΜΕΘ.

• Στο περιβάλλον των ΜΕΘ είναι γνωστό ότι όσο περισσότερο εξειδικευμένο προσωπικό αντιστοιχεί ανά ασθενή, τόσο καλύτερη είναι η φροντίδα που μπορεί να παρέχεται στους βαρέως πάσχοντες. Κατά συνέπεια, όσο μεγαλύτερη είναι η πίεση που υφίσταται το σύστημα υγείας και όσο αυξάνεται ο αριθμός των ασθενών που χρήζουν εντατικής νοσηλείας, τόσο δυσμενέστερη είναι η αναλογία θεραπόντων – ασθενών.

• Οσον αφορά τις Μονάδες στα μεγάλα αστικά κέντρα σε σχέση με τις Μονάδες της περιφέρειας είναι γεγονός ότι οι δυνατότητες λειτουργίας του συστήματος σε συνθήκες πίεσης είναι μεγαλύτερες στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αυτά είναι που συστηματικά –και όχι μόνο σε περιόδους πανδημίας– δέχονται το μεγαλύτερο φορτίο και έχουν την αντίστοιχη εμπειρία ώστε να αντεπεξέλθουν καλύτερα.

Με βάση τα παραπάνω και αφού αναγνωρίσουμε τα σημαντικά βήματα που έγιναν έστω και υπό την πίεση μιας πρωτόγνωρης υγειονομικής κρίσης, το επίκαιρο ερώτημα είναι τι μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε περαιτέρω την παροχή φροντίδας στους βαρέως πάσχοντες:

• Πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι η πανδημία και η δημόσια υγεία δεν προσφέρονται για πολιτικές ή ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Η προστασία της ζωής και της υγείας απαιτεί τη συνεργασία όλων μας.

• Η πολιτεία θα πρέπει να δώσει κίνητρα στους νέους ιατρούς και νοσηλευτές για να ασχοληθούν με μία από τις απαιτητικότερες ιατρικές ειδικότητες. Επαναλαμβάνουμε ότι αυτή τη στιγμή, μετά την αύξηση των κλινών ΜΕΘ, το κύριο πρόβλημα είναι πρόβλημα ανθρώπινων πόρων.

• Και ο πολίτης μπορεί να συμβάλει. Για την προστασία τη δική του και του συνόλου οφείλει να παίρνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις, ώστε να περιορίζεται η πανδημία και να αποφεύγεται η πίεση στο σύστημα υγείας. Τα γνωστά μέτρα υγιεινής και προσωπικής προστασίας είναι εξαιρετικής σημασίας. Επιπλέον, αυτή τη στιγμή τα εμβόλια αποτελούν ισχυρό όπλο – ας εμπιστευθούν ακόμη και οι διστακτικοί συμπολίτες μας την επιστήμη και ας αντισταθούν σε ανυπόστατες συνωμοσιολογίες και κινδυνολογίες. Τα εμβόλια είναι ασφαλή, αποτελεσματικά και απαραίτητα.

Σε όλα τα κράτη της υφηλίου, οι δυνατότητες του συστήματος υγείας δεν είναι –ούτε μπορεί να είναι– απεριόριστες και η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία. Κάποια στιγμή θα πρέπει επιτέλους η κοινή λογική να πάψει να μην είναι κοινή.

* Η κ. Αναστασία Κοτανίδου είναι καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή